Του Γαβριήλ Χ. Σερέτη
Η δασκάλα που «βομβάρδισε» τον Ερντογάν
Οι φυλακές υψίστης ασφαλείας τύπου-E του Ντιγιάρμπακιρ, στο «τουρκικό» Κουρδιστάν, θεωρούνται οι χειρότερες φυλακές της Τουρκίας και από τις πιο απάνθρωπες φυλακές στον κόσμο. Το… κατώφλι τους πέρασε το απόγευμα της Παρασκευής και «η γυναίκα που δεν φοβήθηκε να μιλήσει». Μια δασκάλα, διαφορετική από τις άλλες, η «δασκάλα Αϊσέ», όπως είναι γνωστή πλέον, σ' όλη τη χώρα. Κρατώντας στην αγκαλιά της την Ντεράν, το 8 μηνών κοριτσάκι της. Και στην πλάτη της την κατηγορία για «προπαγάνδιση τρομοκρατικών ιδεών με στόχο τη νομιμοποίηση βίαιων μεθόδων».
Αυτή ήταν η… μετάφραση των τουρκικών δικαστηρίων της φράσης «Μην αφήνετε τα παιδιά να πεθαίνουν, οπουδήποτε κι αν βρίσκονται, οποιαδήποτε στιγμή» που η όμορφη, κουρδικής καταγωγής εκπαιδευτικός «τόλμησε» να ξεστομίσει, πριν από δύο χρόνια, στις 8 Ιανουαρίου του 2016, στη διάρκεια μιας δημοφιλούς τηλεοπτικής εκπομπής, του «Beyaz Show», του «Λευκού Σόου», που μεταδίδεται από το Kanal D. Προκαλώντας τα χειροκροτήματα τόσο του παρουσιαστή Μπεγιαζίτ Εζτούρκ, ο οποίος δεν δίστασε να αποκαλέσει τα λόγια της Αϊσέ «μάθημα για όλους», όσο και των προσκεκλημένων στο τηλεοπτικό πλατό. Αλλά και την οργή του ιδιοκτήτη του καναλιού, καθώς αυτό ανήκει στον όμιλο Dogan, όπως και η «Χουριέτ» και το CNN Turk, και φυσικά είναι του καθεστώτος. Οπως αυτή εμφανίστηκε από τις αντιδράσεις «χρηστών» των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, αλλά και κυρίως των… αρχών. Οργή που έλαβε σάρκα και οστά με τον εγκλεισμό της στα… λευκά κελιά του κολαστηρίου του Ντιγιάρμπακιρ.
Το πρωτόδικο δικαστήριο αθώωσε τον παραγωγό της εκπομπής, Καντίρ Τουρναλί, ο οποίος επίσης κατηγορούνταν για «διασπορά τρομοκρατικής προπαγάνδας», και άλλα 38 άτομα, στα οποία είχε ασκηθεί δίωξη επειδή, από τηλεοράσεως, τόλμησαν να εκφράσουν την υποστήριξή τους στη δασκάλα. Όμως, στην Αϊσέ, που αρνήθηκε «να τα πάρει πίσω», επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης 1 έτους και 3 μηνών. Ποινή που, λόγω της εγκυμοσύνης, είχε ανασταλεί μέχρι την Παρασκευή. Προηγουμένως, η υπόθεση είχε φτάσει ως το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο, το οποίο, σύμφωνα με δημοσιεύματα του τουρκικού Τύπου, δεν εξέδωσε απόφαση. Και παρά το νέο αίτημα του συνηγόρου της για δεκαήμερη αναβολή εκτέλεσης της ποινής, προκειμένου η κατηγορούμενη να συνεχίσει να ταΐζει με το μητρικό γάλα το νεογέννητο κοριτσάκι της, αίτημα το οποίο απερρίφθη, η Τσελίκ οδηγήθηκε, μαζί με το μωρό της, στην ίδια πτέρυγα των φυλακών όπου εκτίουν ποινή γυναίκες πολιτικές κρατούμενες. Καθώς, σύμφωνα με την τουρκική Δικαιοσύνη, η Αϊσέ, με τις δηλώσεις της, «νομιμοποίησε τις βίαιες μεθόδους» του κουρδικού εργατικού κόμματος PKK. Την ώρα που καθεστωτικά ΜΜΕ αμφισβητούσαν ακόμα και την ιδιότητά της ως δασκάλας.
Η καταδικασθείσα βρίσκεται πλέον στην ίδια φυλακή, όπου, από την εποχή του Εβρέν, την «εποχή της βαρβαρότητας», όπως έχει χαρακτηριστεί από τον διεθνή Τύπο αλλά και ανθρωπιστικές οργανώσεις, στοιβάζονται εκατοντάδες αντικαθεστωτικοί. Έναν «τόπο ξεκαθαρίσματος» που συντηρείται από την εμπόλεμη κατάσταση με τους Κούρδους. Με τις ιστορίες για πραγματικό «Εξπρές του Μεσονυχτίου» να κάνουν τον γύρο του κόσμου. Και τον σκύλο του διοικητή της φυλακής να γίνεται διάσημος εξαιτίας του χαιρετισμού που εξαναγκάζονταν να του απεύθυναν οι γυμνοί, σε στρατιωτικό σχηματισμό, κρατούμενοι. Πολλοί εκ των οποίων έχασαν τα γεννητικά τους όργανα από το ίδιο τετράποδο που είχε «εκπαιδευτεί» να επιτίθεται σε όποιον τολμούσε να μην αντέξει τα ανομολόγητα βασανιστήρια, τις βάρβαρες συνθήκες και τους «κανόνες θανάτου». Τις «σχεδιασμένες σφαγές», που καταδίκασε, χρόνια μετά, το ίδιο το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο. Αναγνωρίζοντας αυτό που, όσοι το κατάφεραν, περιέγραφαν ως «κάτι παραπάνω από κόλαση». Καθώς, οι περισσότεροι, υποστήριζαν ότι «η γλώσσα δεν μπορεί να περιγράψει αυτό που βλέπουν τα μάτια».
«Η Ντεράν είναι αλλεργική στο γάλα και τα γαλακτοκομικά προϊόντα του εμπορίου», τονίζει στη δημοσιογράφο Ιρφάν Ακτάν, η Αϊσέ δείχνοντας με τα μάτια της το αγγελούδι της και προσθέτει, με απόγνωση, το αυτονόητο: «Οι συνθήκες στη φυλακή είναι άσχημες για τα παιδιά». Υπενθυμίζει ότι όλους τους προηγούμενους μήνες μπαινόβγαινε στα νοσοκομεία, στην προσπάθειά της να βοηθηθεί από τους γιατρούς για την κατάλληλη δίαιτα που απαιτείται για τη σπάνια ασθένεια της μικρής. Η γυναίκα που «δεν δείλιασε ποτέ έως τώρα», η εκπαιδευτικός που «πιστεύει στον Θεό και τη δικαιοσύνη του», για πρώτη φορά χάνει τα λόγια της, καθώς δεν ξέρει τι θα κάνει όταν «χαθεί» το μητρικό γάλα.
Σε λίγους μήνες η Ντεράν θα μπουσουλίσει. Τα πρώτα της βήματα, όπως όλα δείχνουν, θα τα κάνει μέσα στο στενό κελί. Δεν θα είναι το πρώτο παιδί που θα κληθεί να σταθεί όρθιο σε τέτοιες συνθήκες. Μακριά ακόμα κι από τον πατέρα της. Είναι, όμως, μια σπάνια περίπτωση. Όχι μόνο εξαιτίας της ασυνήθιστης ασθένειάς της. Αλλά και εξαιτίας της εξαιρετικής μητέρας της.
«Καθ'' όλη τη διάρκεια της ιστορίας, καμία θρησκεία, κανένα καθεστώς, δεν κατάφερε να αντισταθεί στις οικουμενικές αξίες. Ακόμα κι όταν, αρχικά, τις αντιπάλεψε, στην προσπάθεια να τις καθυποτάξει, τελικά, αναγκάστηκε να τις αποδεχτεί. Αυτές οι παγκόσμιες αξίες ήταν που με οδήγησαν να πω αυτά που είπα. Όχι μόνο ως γυναίκα, αλλά και ως δασκάλα. Τα ίδια πιστεύω και τώρα. Ως γυναίκα κι ως μητέρα. Μην αφήνετε τα παιδιά να πεθαίνουν. Όσοι πιστεύουν ότι αυτά είναι το μέλλον μας, δεν μπορούν να μην πιστεύουν όπως εγώ. Κι όσοι δεν πιστεύουν στα παιδιά, δεν πιστεύουν στο μέλλον», δηλώνει, ακόμα και τώρα, η «αμετανόητη» δασκάλα με το χρυσό βλέμμα. Τονίζοντας ότι δεν μιλά στο πλαίσιο καμιας πολιτικής προπαγάνδας. Δεν μιλά για κάτι που είδε στην τηλεόραση ή άκουσε στα social media, αλλά ως αυτόπτης μάρτυρας. Αδιάψευστων γεγονότων. Έχοντας ως δικό της αποκλειστικό στόχο την καρδιά των ανθρώπων. Με μοναδικό όπλο τη φωνή της απόγνωσης. Καλώντας, όπως και τότε, πριν από δύο χρόνια, στην τηλεφωνική της παρέμβαση στην εκπομπή της τουρκικής τηλεόρασης, «να μη μείνουμε σιωπηλοί», να μην αφήσουμε τα παιδιά, τους ανθρώπους, να πεθάνουν. Θύματα «ένοπλων επιχειρήσεων» στην ευρύτερη περιοχή.
«Τι τάχα αν είσαι φυλακή. Να μη λυγάς. Αυτό είναι όλο» που θα ''λεγε κι ο Ναζίμ Χικμέτ για τη «μέλισσα με τη χρυσή καρδιά».
«Στα σίδερα» 17.000 γυναίκες και 669 παιδιά!
Σύμφωνα με πληροφορίες από τα τουρκικά ΜΜΕ, αυτή τη στιγμή στις φυλακές τις χώρας κρατούνται 669 παιδιά, με το 64% αυτών να είναι κάτω των τριών ετών. Ενώ, μετά το πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου του 2016, έχουν οδηγηθεί στα κελιά πάνω από 17 χιλιάδες γυναίκες. Χωρίς προηγούμενο ποινικό μητρώο. Με πολλές από αυτές να συλλαμβάνονται στη διάρκεια των επισκέψεών τους στους ήδη φυλακισμένους συζύγους τους. Μια, τουλάχιστον, να αποβάλει και μια άλλη, γυναίκα δημοσιογράφου ο οποίος διέφευγε, να οδηγείται, στη θέση του, στο κελί. Οπως συνέβη και με συζύγους «αντιφρονούντων» επιχειρηματιών.
Τα στοιχεία αυτά συνέλεξε το «Κέντρο Ελευθερίας της Στοκχόλμης», στην έκθεσή του υπό τον χαρακτηριστικό τίτλο «Φυλακισμένες στην Τουρκία: Συστηματική εκστρατεία διώξεων και φόβου». Και αφορούν δεκάδες γυναίκες που φυλακίστηκαν και «είναι υποκείμενα βασανισμών και κακομεταχείρισης», στο πλαίσιο «μιας άνευ προηγουμένου επιχείρησης καταστολής και εκφοβισμού της κυβέρνησης εναντίον των επικριτών και πολιτικών αντιπάλων της», με απώτερο στόχο «τη δημιουργία και συντήρηση ψυχρού κλίματος φίμωσης κάθε αντίθετης γνώμης». Της εδραίωσης της πεποίθησης ότι «κανείς δεν είναι ασφαλής αν δεν το θέλει ο Ερντογάν».
Γεγονός που καυτηρίασε και ο επίτροπος των Ηνωμένων Εθνών για τα ανθρώπινα δικαιώματα, δίνοντας έμφαση στους κινδύνους, ακόμα και για θανάτους, κυρίως παιδιών, που προκύπτουν τόσο από τις συνθήκες υγιεινής, όσο και από τη «βάναυση και απάνθρωπη» μεταχείριση. Ανάλογη σκληρή γλώσσα χρησιμοποίησε και το αρμόδιο τμήμα του Στέιτ Ντιπάρτμεντ στην ετήσια έκθεσή του. Κάνοντας έξαλλο τον «σουλτάνο» ο οποίος, μέσω ανακοίνωσης του υπουργείου Εξωτερικών, εξέφρασε τη «βαθιά απογοήτευσή» του για το γεγονός ότι «υιοθετούνται οι ισχυρισμοί κύκλων που πρόσκεινται σε τρομοκράτες», επαναλαμβάνοντας την άποψή του για τον Γκιουλέν. Υπογραμμίζοντας, ταυτόχρονα, ότι η Τουρκία «είναι ένα κράτος που εμμένει στις αρχές της δημοκρατίας, των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και του δικαίου».
Παρ'' όλα αυτά, όπως όλα δείχνουν, η περίπτωση της Αϊσέ, ως συμβόλου των φυλακισμένων γυναικών και όχι μόνο, δεν αποτελεί παρά την κορυφή του παγόβουνου, καθώς τα στόματα, για ευνόητους λόγους, παραμένουν ερμητικά κλειστά. Ομως, σε κάθε περίπτωση, το μήνυμα της δασκάλας που πέρασε το κατώφλι του «Γκουαντάναμο» του Ντιγιάρμπακιρ, με το μωρό αγκαλιά, ουδείς μπορεί να ισχυριστεί ότι δεν το άκουσε. Η εικόνα είναι όσο χίλιες λέξεις. Και οι λέξεις όσο χίλιες βόμβες. «Μην αφήνεται τα παιδιά να πεθαίνουν».
* Αναδημοσίευση από τον «Φιλελεύθερο» της Πέμπτης 26 Απριλίου.