Καθώς το μεταλλαγμένο στέλεχος Όμικρον επελαύνει και ετοιμάζεται να ανορθώσει ένα ορμητικό κύμα με τρομακτικά αυξημένους αριθμούς κρουσμάτων μέσα στις προσεχείς εβδομάδες, ο ένας μετά τον άλλο οι έγκριτοι επιστημονικοί Οργανισμοί που φέρουν τη σφραγίδα του ΠΟΥ και του ECDC προειδοποιούν ότι όσο κι αν επιταχύνουν οι εμβολιασμοί, δεν θα μπορέσουμε μόνο με τα εμβόλια να ανακόψουμε την φόρα της νέας μετάλλαξης.
Θα χρειαστούν και πρόσθετα μέτρα, πάντα σε συνδυασμό με την αύξηση της εμβολιαστικής κάλυψης και κυρίως την ταχύτερη διενέργεια της 3ης δόσης, που φαίνεται μέχρι τώρα πως είναι εκείνος ο κρίσιμος παράγοντας ο οποίος θα καθορίσει το μέγεθος και τη διάρκεια του 5ου κύματος της «Ο».
Τα δεδομένα έχουν ως εξής: Νέα μελέτη από το Χονγκ Κονγκ δείχνει ότι η Όμικρον είναι 70 φορές πιο μεταδοτική από τη Δέλτα η οποία με την σειρά της ήταν 100% πιο μεταδοτική από την Άλφα (το Βρετανικό στέλεχος). Η μεταδοτικότητα της «Ο» χαρακτηρίζεται ως εξαιρετικά υψηλή και ο αριθμός των νέων μολύνσεων που θα προκαλέσει μπορεί να υπολογιστεί με μαθηματικά μοντέλα σε δυσθεώρητα ύψη, καθώς δύο εβδομάδες μετά την «παρθενική» εμφάνιση του στελέχους στις καταγραφές της Νοτίου Αφρικής, βρέθηκε να αντιστοιχεί στο 52% των νέων διαγνώσεων σε ένα κράτος της κεντρικής δυτικής Ευρώπης σαν τη Μ. Βρετανία.
Τα νέα κρούσματα θα είναι πολλά επιβεβαιώνει (το προφανές) ο επικ. καθηγητής επιδημιολογίας ΕΚΠΑ Γκίκας Μαγιορκίνης κι εξηγεί ότι το πόσο υψηλό θα είναι το σημείο κορύφωσης του κύματος εξαρτάται από την εμβολιαστική κάλυψη των νεότερων ανθρώπων που έχουν και τη μεγαλύτερη κινητικότητα στην κοινωνία, ενώ αντίστοιχα το πόσο θα πιεστεί το ΕΣΥ εξαρτάται από την εμβολιαστική κάλυψη των ατόμων ηλικίας 60 ετών κι άνω. Εδώ καθοριστικός παράγοντας είναι το κατά πόσο τα άτομα αυτά έχουν κάνει και την 3η δόση ώστε η προστασία από τη συμπτωματική νόσηση και κατ’ επέκταση τη νοσηλεία και τη διασωλήνωση να είναι ουσιαστική και όχι στα ….χαρτιά.
Να γιατί εξαρχής ο αναπληρωτής καθηγητής επιδημιολογίας Δ. Παρασκευής έλεγε από το περασμένο καλοκαίρι, ι προτού καν κάνει την εμφάνισή της η μετάλλαξη Δέλτα πως σημαντικός παράγοντας για την προστασία από τη διασπορά του κορονοϊού δεν είναι απλά ο εμβολιασμός, σαν ένα ποσοτικό μέγεθος, αλλά και τα ποιοτικά του χαρακτηριστικά. Δηλαδή τι εμβολιαστική κάλυψη έχουμε ανά ηλικιακές ομάδες και ιδανικά θέλουμε πολύ υψηλή κάλυψη σε όλες τις ομάδες, γιατί ο ιός διασπείρεται με «όχημα» τους νεότερους και στέλνει τους γηραιότερους στο νοσοκομείο.
Ο βασικός παράγοντας εδώ που αλλάζει εντελώς τα δεδομένα δεν είναι η τεράστια μολυσματικότητα της Όμικρον αλλά η ευκολία με την οποία επαναμολύνει ανθρώπους που είχαν νοσήσει με τα προηγούμενα στελέχη και θεωρούσαν τον εαυτό τους άτρωτο. Δεν είναι όμως και συνεπώς πρέπει και αυτοί να τρέξουν να εμβολιαστούν με την πρώτη και τη δεύτερη δόση που στην περίπτωσή τους αποτελούν ουσιαστικά τη δεύτερη και την αναμνηστική δόση.
Επειδή όμως ο ECDC και οι άλλοι εξίσου αξιόπιστοι φορείς εκτιμούν ότι όσα εμβόλια και να γίνουν δεν καταφέρουμε να κλείσουμε τον δρόμο στην διασπορά της «Ο», η συζήτηση καταρχάς για τον υποχρεωτικό εμβολιασμό αναθερμαίνεται όχι σε ένα, αλλά σε περισσότερα κράτη της Δυτικής Ευρώπης, με την Γαλλία και τη Γερμανία να παίρνουν τη σκυτάλη από την Αυστρία και να το συζητούν, βάζοντας το θέμα ψηλά στην ατζέντα των διαπραγματεύσεων. Παράλληλα, η μία χώρα μετά την άλλη υιοθετούν ταξιδιωτικά μέτρα ώστε να αποφευχθεί η μαζική είσοδος κρουσμάτων της «Ο».
Οι ταξιδιωτικοί περιορισμοί, με επιπλέον testing (και καραντίνα) που πρώτες έλαβαν η Ελλάδα και η Ιταλία συνιστούν μια προσπάθεια να ελέγξουμε τα εισαγόμενα κρούσματα του νέου στελέχους που μπορούν να «πυροδοτήσουν» το επόμενο μεγάλο κύμα της πανδημίας. Φυσικά, κανένας ταξιδιωτικός περιορισμός δεν είναι ευπρόσδεκτος μια εβδομάδα πριν τις γιορτές των Χριστουγέννων, αλλά δυστυχώς οι καταστάσεις το απαιτούν.
Το συχνό testing έστω και με self-test συστήνεται σε όλους μικρούς και μεγάλους κατά τη διάρκεια των γιορτών, ειδικά στα νεότερα άτομα που θα έρθουν σε επαφή με πολύ περισσότερους ανθρώπους κατά τη διάρκεια των γιορτών, όπως επισημαίνει η καθηγήτρια παιδιατρικής λοιμωξιολογίας, Βάνα Παπαευαγγέλου. Ένα ακόμα μέτρο που έρχεται (ξανά) στο τραπέζι για να συζητηθεί έντονα μετά τις χριστουγεννιάτικες διακοπές είναι η επαναφορά της τηλεργασίας σε ιδιωτικό και δημόσιο τομέα, προκειμένου να μειωθεί η κινητικότητα στις παραγωγικές ηλικίες -χωρίς να κλείσει η οικονομική ζωή.