Η καθυστέρηση στην απονομή της δικαιοσύνης στην Ελλάδα, συνιστά τροχοπέδη στην λειτουργία της εθνικής οικονομίας και εμποδίζει την αναπτυξιακή πορεία της χώρας, αποστερώντας τη συχνά από σημαντικές επενδύσεις οι οποίες υπό άλλες προϋποθέσεις θα είχαν πραγματοποιηθεί.
Ο ρυθμός απόδοσης της δικαιοσύνης σε μια χώρα, το κόστος που συνεπάγεται η προσφυγή σε αυτήν, καθώς και η ποιότητα της διαδικασίας ενώπιον των δικαστηρίων τελούν σε οργανική και αλληλένδετη μεταξύ τους σχέση, καταδεικνύουν την αποτελεσματικότητα του δικαστικού συστήματος και αποδεδειγμένα συσχετίζονται με το διεθνές κύρος της χώρας ως κράτος δικαίου.
Οι διεθνείς δείκτες που απεικονίζουν τα παραπάνω και πιο συγκεκριμένα τον συνδυασμό κόστους και ταχύτητας απονομής της δικαιοσύνης είναι εξαιρετικά δυσμενείς για την Ελλάδα. Η χώρα μας κατατάχτηκε το 2020 σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα στην 146η ξέση μεταξύ 190 χωρών, όσον αφορά το χρόνο και το χρήμα που απαιτείται προκειμένου να επιλυθεί μια εμπορική διαφορά στον πρώτο βαθμό δικαιοδοσίας. Σύμφωνα με την ίδια έκθεση για τα έτη 2018 και 2019 η Ελλάδα κατείχε την 131η και 132η θέση αντίστοιχα, συγκριτικά δηλαδή σημείωσε πτωτική πορεία τα τελευταία χρόνια, παρά τις επανειλημμένες νομοθετικές πρωτοβουλίες οι οποίες διαχρονικά στοχεύουν στην επιτάχυνση της δικαιοσύνης.
Η ετήσια Έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής «The EU Justice Scoreboard» χρησιμοποιεί τρία κριτήρια για την αξιολόγηση της αποδοτικότητας της απονομής της δικαιοσύνης:
Τον βαθμό εισροής νέων υποθέσεων
Τον δείκτη «clearance rate» που αφορά στη δυνατότητα του δικαστικού συστήματος να αντιμετωπίσει την ετήσια ροή των εισερχόμενων υποθέσεων
Τον χρόνο σε ημέρες που απαιτείται για την επίλυση μιας διαφοράς σε πρώτο βαθμό.
Για τη χώρα μας οι απαιτούμενες ημέρες για την επίλυση μιας διαφοράς στον πρώτο βαθμό είναι 637, ενώ για την επίλυση της και στους τρεις βαθμούς δικαιοδοσίας, είναι 1.627 ημέρες, χρόνος που κατατάσσει την Ελλάδα στις τελευταίες χώρες της ΕΕ αναφορικά με την ταχύτητα απονομής της δικαιοσύνης.
Παρ' ότι δε πράγματι στην Ελλάδα η πρόσβαση στη δικαιοσύνη μπορεί συγκριτικά να χαρακτηριστεί ως όχι υψηλού κόστους σε σχέση με τα αγγλοσαξονικά συστήματα, αλλά και με πολλές άλλες ευρωπαϊκές χώρες, το γεγονός αυτό εξουδετερώνεται από τη χρήση ένδικων μέσων και ακολούθως την επιπλέον μεγάλη καθυστέρηση που συνεπάγεται και ανάλογη αύξηση του κόστους.
Η εξωδικαστική επίλυση διαφορών μέσω διαιτησίας ή διαμεσολάβησης είναι η σύγχρονη απάντηση την οποία εδώ και χρόνια έχουν εντάξει στη λειτουργία τους χώρες με πολύ μικρότερο πρόβλημα από εμάς στην καθυστέρηση απονομής της δικαιοσύνης όπως οι Αγγλοσαξονικές, η Ιταλία, η Σιγκαπούρη κ.α.
Στη διαιτησία τα ενδιαφερόμενα μέρη ορίζουν διαιτητικό δικαστήριο (μονομελές ή τριμελές) το οποίο και αποφασίζει για την οριστική επίλυση της διαφοράς αφού εξετάσει τους ισχυρισμούς και το αποδεικτικό υλικό των δυο πλευρών, ενώ η απόφαση είναι δεσμευτική για τα μέρη. Στη διαμεσολάβηση τα ενδιαφερόμενα μέρη επιχειρούν να βρουν μια αμοιβαία επωφελή και αποδεκτή λύση με την βοήθεια ενός τρίτου ειδικά εκπαιδευμένου προσώπου, του διαμεσολαβητή.
Ο ΕΟΔΙΔ (Ευρωπαϊκός Οργανισμός Διαμεσολάβησης και Διαιτησίας),είναι Νομικό Πρόσωπο Ιδιωτικού Δικαίου που έχει ως αντικείμενο την παροχή στην Ελλάδα και το εξωτερικό υπηρεσιών εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών καθώς επίσης και τη διάδοση, προβολή και προώθηση των θεσμών εναλλακτικής επίλυσης διαφορών, με σκοπό την ταχύτερη και αποτελεσματικότερη επίλυση τους. Λειτουργεί με βάση κανονισμούς κατά το πρότυπο των διεθνών οργανισμών εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών, όπως είναι το ICC ,το LCIA, το AAA κλπ , συνεπικουρείται δε στο έργο του από τα Συμβούλια Διαιτησίας και Διαμεσολάβησης τα οποία απαρτίζονται από διακεκριμένους ακαδημαϊκούς και επιστήμονες με εξειδίκευση στη διαδικασία της διαιτησίας και της διαμεσολάβησης. https://www.eodid.org/el/ypiresies/
Στοχεύοντας στην ενημέρωση της ελληνικής κοινωνίας ολοκληρώσαμε πρόσφατα την παραγωγή ενός σύντομου video με την συμμετοχή του Θ Αθερίδη, προκειμένου να αναδειχτούν τα πλεονεκτήματα της εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών.
Στην Ελλάδα όπου δίνονται σήμερα δικάσιμοι στα δικαστήρια μας για το 2027, η ρήση του William Gladstone «Justice delayed is justice denied» είναι δυστυχώς προβληματικά επίκαιρη,
Η αλλαγή υποδείγματος μέσα από την ένταξη της εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών σε ένα μεγάλο αριθμό υποθέσεων επιδεκτικών αυτής της επιλογής, συνιστά το αναγκαίο βήμα που θα απελευθερώσει τα δικαστήρια από τον σημερινό φόρτο, θα ενισχύσει τους ρυθμούς ανάπτυξης της οικονομίας, θα προσελκύσει επενδύσεις και θα βελτιώσει τον πολιτισμό της καθημερινότητας μας, μέσα από την μετάβαση της κοινωνίας από την κουλτούρα της σύγκρουσης και της φιλοδικίας, στην κουλτούρα της συνεννόησης και του διαλόγου.
* Μιλένα Αποστολάκη, Διευθύντρια ΕΟΔΙΔ