Είναι κοινή παραδοχή ότι τα κοινωνικά πρότυπα εξελίσσονται. Έτσι η πατριαρχία και οι πατριαρχικές σχέσεις, όπου ο άνδρας ηγείται της οικογένειας και «προστατεύει» την σύντροφό του, έδωσε την θέση της στα αυτόνομα άτομα που οικειοθελώς συνάπτουν σχέσεις οικειότητας (είτε παροδικές είτε πιο σταθερές) διατηρώντας κάθε στιγμή την αυτονομία τους – τόσο στην δημόσια σφαίρα, όσο και στην ιδιωτική. Όμως αυτή η «εξέλιξη» των έμφυλων σχέσεων, εξαιρετικά έντονη στην Δύση και πολύ λιγότερο αλλού, δεν συμπεριλαμβάνει κάθε πτυχή της ανθρώπινης συμπεριφοράς. Βαθύτερα ανθρώπινα συναισθήματα όπως η επιθυμία για κυριαρχία, ο φθόνος, η ζήλια, η εχθροπάθεια, παρουσιάζουν μια σταθερότητα μέσα στον χρόνο, διατρέχοντας κάθε κοινωνικό πρότυπο και αποδεχτή διαπροσωπική συμπεριφορά.
Η «εκδικητική» ή «μη συναινετική πορνογραφία», ή πιο σωστά η «εικονική σεξουαλική κακοποίηση» ανήκει σε αυτήν την κατηγορία συμπεριφοράς. Οι θύτες (στην συντριπτική πλειοψηφία τους άνδρες) σίγουρα δεν επιθυμούν να γίνουν οι προστάτες και καθοδηγητές της σχέσης τους (όπως στην πατριαρχία), και μάλλον αποδέχονται την κατ’ αρχήν αυτονομία της συντρόφου τους. Όμως την αποδέχονται εργαλειακά και όχι ουσιαστικά∙ αντί να αποδεχθούν το πλήρες νόημα της αυτονομίας που εμπεριέχει σεβασμό στο πρόσωπο και συμμετοχή σε μια σχέση εμπιστοσύνης, την εργαλειοποιούν για να κυριαρχήσουν. Στόχος τους δεν είναι η ολοκλήρωση του εαυτού μέσω της σχέσης, αλλά η επιβεβαίωση της προτεραιότητας τους εις βάρος της συντρόφου τους – εξ ου και «τοξική αρρενωπότητα».
Αυτή η προδιάθεση υπήρχε, υπάρχει και θα συνεχίσει να υπάρχει – και ως εκ τούτου και η ανάγκη να μην ταυτίζουμε τα κοινωνικά πρότυπα με τον άνθρωπο που έχουμε απέναντί μας και να μην θεωρούμε ως δεδομένο ότι το γενικό πρότυπο ταυτίζεται με ένα συγκεκριμένο άτομο. Όμως, σήμερα, ο κυβερνοχώρος πολλαπλασιάζει την ζημιά που προκαλείται στο θύμα και στους οικείους της, και συγχρόνως παρέχει ένα φθηνό μέσο για την εξάπλωση αυτής της συγκεκριμένης εκδήλωσης της τοξικής αρρενωπότητας. Ο κυβερνοχώρος μετατρέπεται σε μια πλατφόρμα όπου οι θύτες μεγιστοποιούν τον εκφοβισμό και την παρενόχληση των θυμάτων τους.
Σε αυτό λοιπόν το θέμα η κοινωνία, τόσο ως θεσμική πολιτεία, όσο και ως κοινή γνώμη, θα πρέπει να εξαντλήσει την αυστηρότητά της. Η πράξη θα πρέπει να αντιμετωπίζεται ποινικά ως κανονική κακοποίηση, και ηθικοκανονιστικά με τον πλήρη εξοστρακισμό του θύτη μέχρι την επανόρθωση της πράξης του επανόρθωση που δυσκολεύομαι να φαντασθώ τι θα μπορούσε να περιλαμβάνει.
*Ο Μανούσος Μαραγκουδάκης είναι Καθηγητής Συγκριτικής Κοινωνιολογίας του Πολιτισμού, Πρόεδρος του Τμήματος Κοινωνιολογίας, Καθηγητής Συγκριτικής Κοινωνιολογίας του Πολιτισμού και Διευθυντής του Διεθνούς Θερινού Σχολείου Cultural Trauma