Ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου, Βασίλης Πλιώτας, σε ηχηρή παρέμβασή του, καταθέτει ως εγκύκλιο για πρώτη φορά, καταγραφή του φαινομένου της ενδοοικογενειακής βίας και δίνει κατευθύνσεις στους εισαγγελείς Εφέτες, με σκοπό την τυποποίηση της γυναικοκτονίας ως αυτοτελές αδίκημα. Όπως επισημαίνεται στην εγκύκλιο, το φαινόμενο δεν είναι μόνο ελληνικό, αλλά έχει προσλάβει παγκόσμιες διαστάσεις, γι' αυτό υιοθετείται και νομοθετικά η προσέγγιση αυτή διεθνώς.
Για πρώτη φορά, η ανώτατη εισαγγελική αρχή της χώρας, ανοίγει εμμέσως πλην σαφώς το ζήτημα της τυποποίησης της «γυναικοκτονίας» ως ξεχωριστό αδίκημα στο κεφάλαιο δίωξης της ανθρωποκτονίας του Ποινικού Κώδικα (299 ΠΚ).
Ο ανώτατος εισαγγελικός λειτουργός βάζει στη δημόσια νομική συζήτηση το θέμα της τυποποίησης της γυναικοκτονίας ως αυτοτελές αδίκημα: «Με αφορμή αυτές τις καταστάσεις και στη χώρα μας, ευρέως, οι περιπτώσεις αφαίρεσης της ζωής γυναίκας, ιδίως από σεξιστικά κίνητρα, «λόγους τιμής», σκοπούς εμπορίας ανθρώπων και οικονομική εκμετάλλευση, αποδίδονται με τον όρο «γυναικοκτονία» και γίνεται λόγος για ανάγκη διακριτής τυποποιημένης ποινικής πρόβλεψης ή και για αναγωγή αυτής ως διακεκριμένης παραλλαγής της ανθρωποκτονίας του άρθρου 299 ΠΚ.
Διεθνώς, σε αρκετές χώρες, καθώς το φαινόμενο δεν είναι μόνο ελληνικό αλλά έχει προσλάβει παγκόσμιες διαστάσεις, υιοθετήθηκε και νομοθετικά η θεώρηση αυτή».
Τι ζητεί από τους εισαγγελείς
Με την εγκύκλιο ο Β. Πλιώτας ζητεί από τους εισαγγελείς:
-Να εφαρμόζουν το επαρκές θεσμικό πλαίσιο με τον ν.3500/2006 «για την αντιμετώπιση της ενδοοικογενειακής βίας», τις ειδικές προβλέψεις της κυρωθείσης (ν.4531/2018) από το ελληνικό Κοινοβούλιο Σύμβασης της Κωνσταντινούπολης και το νέο Ποινικό Κώδικα, ώστε να προστατευθούν πρωτίστως οι γυναίκες και τα κατεξοχήν, στα πλαίσια της οικογένειας «ευάλωτα πρόσωπα» (ανήλικοι, ανήμποροι, υπερήλικες), με λήψη ειδικά προσδιορισμένων μέτρων.
-Να επιλαμβάνονται άμεσα, και να ενθαρρύνουν τα παθόντα πρόσωπα της οικογενειακής βίας να καταφεύγουν στις εισαγγελικές, τις αστυνομικές αρχές και στις δομές των αρμόδιων Κοινωνικών Υπηρεσιών και να καταγγέλλουν τις βίαιες σε βάρος τους συμπεριφορές. Αναφέρει χαρακτηριστικά:
«Στις ακροάσεις πολιτών, κατά την άσκηση του από το άρθρο 25 παρ.4 στοιχ.α του ν.1756/1988 απορρέοντος δικαιώματός σας, να επιδεικνύετε ιδιαίτερο ενδιαφέρον και αυξημένη προσοχή στις αιτιάσεις και τα «παράπονα», προσώπων, που τις περισσότερες φορές είναι γυναίκες, όταν εμφανίζονται ως θύματα ενδοοικογενειακής βίας. Επιβάλλεται τα πρόσωπα αυτά να προσεγγίζονται με διακριτικότητα και σεβασμό της αξιοπρέπειάς τους, να υποστηρίζονται και να ενθαρρύνονται στην καταγγελία βίαιης σε βάρος τους συμπεριφοράς. Άμεσα στη συνέχεια, συντρεχόντων των νομίμων όρων, θα πρέπει να προβαίνετε στις προβλεπόμενες δικονομικές ενέργειες για τη βεβαίωση αξιόποινης συμπεριφοράς κ.λ.π, ενεργώντας συγχρόνως για την αποκλιμάκωση της έντασης και απομάκρυνση του κινδύνου περαιτέρω αρνητικών εξελίξεων».
-Να ενημερώνουν εκτός των αστυνομικών αρχών, να καθιστούν τις ίδιες δομές των κοινωνικών υπηρεσιών κοινωνούς του προβλήματος
-Να ακολουθείται η αυτόφωρη διαδικασία για τα πλημμελήματα και να προσδιορίζονται κατά προτεραιότητα οι συναφείς ποινικές υποθέσεις στο ακροατήριο για εκδίκαση. Αναφέρει:
«…Στις περιπτώσεις τέλεσης στα όρια του αυτοφώρου πλημμελημάτων ενδοοικογενειακής βίας (σωματικής βλάβης, απειλής, παράνομης βίας), πρέπει να ακολουθείται ως κανόνας η διαδικασία των άρθρων 417 επ. ΚΠΔ, με τη σύλληψη δηλαδή του δράστη, την προσαγωγή του στον εισαγγελέα, την άσκηση εναντίον του ποινικής δίωξης (εφόσον συντρέχουν οι για τούτο αξιούμενες από το νόμο προϋποθέσεις) και την άμεση παραπομπή του στο ποινικό ακροατήριο, εκτός εάν δικονομικοί ή άλλοι εξαιρετικοί λόγοι εμποδίζουν τη διαδικασία αυτή.
Στην αυτόφωρη διαδικασία προσφέρονται, από τη μη διαδρομή του χρόνου, αναλλοίωτα τα αποδεικτικά στοιχεία (=πρωτογενής απόδειξη ) και συνεπώς είναι δυνατή η αμεσότητα της ποινικής προστασίας των θυμάτων.
Σε περίπτωση μη εφαρμογής της αυτόφωρης διαδικασίας ο δράστης δεν αποθαρρύνεται ούτε αποτρέπεται αποτελεσματικά από το να υπερβαίνει τους φραγμούς της νομιμότητας και είναι πιο ευχερές πλέον σ΄ αυτόν, να εκδηλώνει, για ακόμη μια φορά, τη βίαιη-αξιόποινη συμπεριφορά του εναντίον αδύναμων ατόμων με τα οποία (θα συνεχίσει να) συνοικεί….
Οι συναφείς ποινικές υποθέσεις που εισάγονται στο ακροατήριο, θα προσδιορίζονται, σύμφωνα και με τη σπουδαιότητά τους, κατά προτεραιότητα και κατά την κατανομή τους στο έκθεμα θα προτάσσονται στην αρίθμηση για να αποφεύγεται η αναβολή εκδίκασής τους, εξαιτίας του γνωστού λόγου «της παρέλευσης του ωραρίου». Μετά από αναβολή της υπόθεσης, εφόσον το δικαστήριο παρέλειψε τον προσδιορισμό της υπόθεσης σε ρητή δικάσιμο, θα ενεργούνται τα ανάλογα».