Η Δομινικανή Δημοκρατία αποκατέστησε σήμερα διπλωματικές σχέσεις με την Κίνα, με το Πεκίνο να αποσπά έτσι άλλον έναν σύμμαχο από την Ταϊβάν, που πλέον δεν είναι σε θέση να υπολογίζει στην επίσημη αναγνώριση παρά μόλις λιγότερων από είκοσι χωρών της υφηλίου.
Το έγγραφο με το οποίο αποκαταστάθηκαν οι διμερείς σχέσεις υπεγράφη σε επίσημη τελετή στο Πεκίνο από τους υπουργούς Εξωτερικών των δύο χωρών, σε μια αίθουσα διακοσμημένη με τα χρώματα της Κίνας και του κράτους της Καραϊβικής.
Η συμφωνία «θα φέρει τεράστιες ευκαιρίες για την ανάπτυξη της Δομινικανής Δημοκρατίας», διαβεβαίωσε ο επικεφαλής της κινεζικής διπλωματίας Ουάνγκ Γι κατά τη διάρκεια της τελετής, στην οποία ανακρούστηκαν νωρίτερα οι εθνικοί ύμνοι των δύο κρατών. Η εξέλιξη θα δώσει «νέα ώθηση στις σχέσεις ανάμεσα στην Κίνα και τη Λατινική Αμερική», πρόσθεσε.
«Θα ανταλλάξουμε πρεσβευτές στο πολύ εγγύς μέλλον», γνωστοποίησε ο δομινικανός ομόλογός του Μιγκέλ Βάργκας, επιβεβαιώνοντας τη διακοπή όλων των σχέσεων μεταξύ της χώρας του και της Ταϊβάν.
Η ηπειρωτική Κίνα και η Ταϊβάν κυβερνώνται από αντίπαλα καθεστώτα από το τέλος του κινεζικού εμφυλίου πολέμου το 1949. Το νησί έχει αυτόνομη κυβέρνηση, αλλά δεν έχει ανακηρύξει ποτέ μέχρι σήμερα επίσημα την ανεξαρτησία του.
Το Πεκίνο θεωρεί τη νήσο επαρχία του, προορισμένη να επιστρέψει στις αγκάλες της Κίνας, και απαγορεύει στους εταίρους του να διατηρούν σχέσεις μαζί της. Συνεχίζει την προσπάθεια στην οποία έχει αποδυθεί να πείσει και τους τελευταίους συμμάχους της νήσου να αποκηρύξουν τις σχέσεις τους με την Ταϊπέι και να αναγνωρίσουν τη Λαϊκή Δημοκρατία.
Η μάχη αυτή αποκαλείται συχνά η «διπλωματία του βιβλιαρίου των επιταγών», παρότι οι δύο κυβερνήσεις το αρνοούνται.
Στο Σάντο Ντομίνγκο, η κυβέρνηση του προέδρου Ντανίλο Μεδίνα ανακοίνωσε ότι είχε ενημερώσει εκ των προτέρων την Ταϊβάν για «τη διακοπή των διπλωματικών σχέσεων» που διατηρούσαν τα δύο κράτη μέχρι σήμερα.
Η Δομινικανή Δημοκρατία, η οποία μετράει περίπου 10 εκατομμύρια κατοίκους και η οικονομία της βασίζεται κυρίως στη γεωργία και στον τουρισμό, ευχαρίστησε την Ταϊπέι για τη διμερή συνεργασία που κράτησε για δεκαετίες και επέτρεψε να υλοποιηθούν πολλά προγράμματα.
Αλλά «η ιστορία και η κοινωνικοοικονομική πραγματικότητα μας υποχρεώνουν να αλλάξουμε πορεία», ανέφερε η κυβέρνηση της Δομινικανής Δημοκρατίας, κρίνοντας πως η απόφαση που έλαβε θα είναι «εξαιρετικά θετική για το μέλλον της χώρας μας».
«Η Δομινικανή Δημοκρατία αναγνωρίζει ότι δεν υπάρχει παρά μόνο μία Κίνα στον κόσμο και ότι η Ταϊβάν είναι αναπόσπαστο τμήμα της κινεζικής επικράτειας», διευκρινίστηκε στην ανακοίνωση. Αυτή η αναγνώριση «αρχών» επιβάλλεται από το Πεκίνο σε κάθε άλλο κράτος που αποκτά διπλωματικές σχέσεις με την Κίνα.
Η Ταϊπέι δεν μπορεί πλέον να λογαριάζει παρά σε 19 χώρες που αναγνωρίζουν την Ταϊβάν, ανάμεσά τους το κράτος του Βατικανού, κράτη του Ειρηνικού, της Λατινικής Αμερικής (Ονδούρα, Γουατεμάλα, Νικαράγουα...) και της Αφρικής (Μπουρκίνα Φάσο). Η Αϊτή -με την οποία μοιράζεται τη νήσο Εσπανιόλα η Δομινικανή Δημοκρατία- παραμένει, αντίθετα με το γειτονικό της κράτος, πιστή στην Ταϊβάν.
Μετά τη Λαϊκή Δημοκρατία του Σάου Τομέ και Πρίνσιπε το 2016, ο Παναμάς ήταν η χώρα που είχε αποφασίσει τελευταία πριν από τη Δομινικανή Δημοκρατία να αλλάξει διπλωματικό εταίρο, προς όφελος του Πεκίνου.
Στην Ταϊπέι, ο υπουργός Εξωτερικών της Ταϊβάν Τζόζεφ Γου δήλωσε σήμερα ότι η κυβέρνηση της χώρας λυπάται «βαθύτατα» για την απόφαση της Δομινικανής Δημοκρατίας και κατήγγειλε την απόφαση του Πεκίνου να συνεχίσει να καταφεύγει στη «διπλωματία του δολαρίου για να σαγηνεύει τους διπλωματικούς εταίρους της Ταϊβάν», μετά τη διακοπή μιας διμερούς διπλωματικής σχέσης και συμμαχίας 77 ετών ανάμεσα στα δύο κράτη.
«Η Κίνα προσφέρει τεράστια ποσά που η Ταϊβάν δεν μπορεί να αντισταθμίσει», κατήγγειλε ο ίδιος κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου και κατηγόρησε την κινεζική κυβέρνηση ότι δεν τηρεί τις υποσχέσεις της για την προσφορά αναπτυξιακής βοήθειας αφού αποκτήσει σχέσεις με τους συμμάχους της Ταϊβάν που της αποσπά. Το κυβερνητικό όργανο της Ταϊβάν που είναι αρμόδιο για τις σχέσεις με την Κίνα από την πλευρά του απαίτησε το Πεκίνο να «διακόψει αμέσως τις προκλητικές ενέργειές του με σκοπό να ασκηθεί πολιτική και στρατιωτική πίεση» στην Ταϊπέι.
Εξάλλου, η προοπτική της προσέγγισης μεταξύ της Αγίας Έδρας και του κομμουνιστικού καθεστώτος αναζωογονήθηκε τους τελευταίους μήνες με την εντατικοποίηση των λεπτών διαπραγματεύσεων για μια διαδικασία ονομασίας επισκόπων, που ενδέχεται να οδηγήσουν σε μια ιστορική συμφωνία. Για τον Τζόζεφ Γου πάντως, η εξέλιξη είναι απίθανη: η σχέση της Ταϊβάν με το Βατικανό «δεν απειλείται άμεσα», διαβεβαίωσε.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ
(φωτογραφία AP)