Σχεδόν το ένα τρίτο των θεωρητικά αποστρατευμένων μαχητών της άλλοτε οργάνωσης ανταρτών Επαναστατικές Ένοπλες Δυνάμεις της Κολομβίας (FARC) έχει ξαναπάρει τα όπλα, αποκηρύσσοντας τη συμφωνία ειρήνης του 2016, γεγονός που εγείρει εντεινόμενους κινδύνους για την ασφάλεια της χώρας των Άνδεων, σύμφωνα με απόρρητη έκθεση της στρατιωτικής υπηρεσίας πληροφοριών η οποία περιήλθε σε γνώση του πρακτορείου ειδήσεων Ρόιτερς.
Στην έκθεση διατυπώνεται η εκτίμηση ότι ο αριθμός των αποστατών των FARC που έχουν σχηματίσει νέες ένοπλες ομάδες είναι περίπου 2.300. Την εποχή που υπογραφόταν η συμφωνία ανάμεσα στην οργάνωση υπολογιζόταν ότι οι αποστάτες δεν ξεπερνούσαν τους 300.
Μετά την υπογραφή της συμφωνίας ειρήνης σχεδόν 13.000 μέλη των FARC, ανάμεσά τους πάνω από 6.000 αντάρτες, παρέδωσαν τον ατομικό τους οπλισμό για να καταστραφεί και έβαλαν τέλος στη συμμετοχή ρους στον πόλεμο.
Ωστόσο, κατά την υπηρεσία πληροφοριών του στρατού, 31 οργανώσεις αποστατών των FARC δρουν σε περιοχές όπου καλλιεργείται κόκα, το φυτό τα φύλλα του οποίου αποτελούν την πρώτη ύλη στη διαδικασία παρασκευής κοκαΐνης, και όπου υπάρχουν παράνομα μεταλλεία.
Η Κολομβία κατατάσσεται στην πρώτη θέση παγκοσμίως στην παραγωγή κοκαΐνης.
Ο αριθμός των αποστατών είναι αυξημένος κατά σχεδόν 30% σε σύγκριση με την προηγούμενη εκτίμηση της κυβέρνησης τον Δεκέμβριο.
Ο στρατηγός Λουίς Φερνάντο Ναβάρο, επικεφαλής του επιτελείου, επέμεινε στο ότι ομάδες αποστατών εμφανίζονται σε περιοχές όπου γίνεται διακίνηση κοκαΐνης, όπου γίνεται εκμετάλλευση παράνομων μεταλλείων και σε παραμεθόριες περιοχές, «ειδικά κοντά στη Βενεζουέλα».
Το κόμμα Εναλλακτική Επαναστατική Κοινή Δύναμη (FARC), στο οποίο μετασχηματίστηκε η οργάνωση των πρώην ανταρτών, τονίζει ότι κάποιοι από τους πρώην μαχητές που εντάχθηκαν σε οργανώσεις αποστατών πήραν αυτή την απόφαση λόγω της απόγνωσής τους εξαιτίας της έλλειψης ευκαιριών, του στιγματισμού τους και της βίας εναντίον τους.
Η κυβέρνηση του προέδρου Ιβάν Ντούκε έχει προσπαθήσει να τροποποιήσει τη συμφωνία ειρήνης — για την οποία ο προκάτοχός του Χουάν Μανουέλ Σάντος βραβεύθηκε με Νόμπελ Ειρήνης — διότι διατείνεται ότι είναι υπερβολικά επιεικής έναντι των πρώην ανταρτών.
Η προσπάθειά της με σκοπό να εκδοθεί ο Χεσούς Σάντριτς, πρώην αξιωματικός των FARC, στις ΗΠΑ για διακίνηση ναρκωτικών απέτυχε. Η μεταχείριση του Σάντριτς προκάλεσε την οργή πρώην ανταρτών, που κατηγορούν τον Ντούκε πως θέλει να βάλει στις φυλακές πολλούς από αυτούς πάση θυσία παρά τη συμφωνία ειρήνης.
Για τον Σέρχιο Γκουσμάν, διευθυντή του ινστιτούτου μελετών Colombia Risk Analysis, η προσπάθεια «επανένταξης» των πρώην ανταρτών στην κοινωνία και στην πολιτική ζωή δυσχεραίνεται πολύ από τη βία, τις διακρίσεις και την αποτυχία των προγραμμάτων για να τους εξασφαλιστεί απασχόληση, τα οποία δημιουργήθηκαν εντός των ορίων της ειρηνευτικής συμφωνίας.
«Δεν βοηθάει την κυβέρνηση (...) το ότι τα προγράμματα δεν προχωρούν, ότι οι πρώην αντάρτες συνεχίζουν να στιγματίζονται από το κόμμα της συμπολίτευσης, ο αριθμός-ρεκόρ των δολοφονιών πρώην μελών των FARC για τους οποίους δεν διενεργούνται καν έρευνες ή μένουν ατιμώρητοι», ανέφερε ο Γκουσμάν.
Το κόμμα FARC κάνει λόγο για τουλάχιστον 139 δολοφονίες πρώην ανταρτών, που συνέβαλαν να πυκνώσουν οι τάξεις των ομάδων των αποστατών. Η οργάνωση αποδίδει πολλούς από τους φόνους σε ακροδεξιές παραστρατιωτικές ομάδες, οι οποίες υποτίθεται είχαν αφοπλιστεί και διαλυθεί το 2006.
Σύμφωνα με το έγγραφο της υπηρεσίας πληροφοριών του στρατού, ο αριθμός των μαχητών του Στρατού Εθνικής Απελευθέρωσης (ELN) επίσης αυξήθηκε κατά σχεδόν 8% στους 2.400 από τα τέλη της περασμένης χρονιάς.
Ο ELN διεξήγαγε συνομιλίες με την κυβέρνηση του Σάντος, που όμως ανεστάλησαν πριν από την ανάληψη των καθηκόντων του Ντούκε. Ο νέος πρόεδρος τερμάτισε οριστικά τις ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις τον Ιανουάριο, έπειτα από μια επίθεση στην Μπογοτά την ευθύνη για την οποία ανέλαβε η γκεβαριστική οργάνωση.
Σύμφωνα με την υπηρεσία πληροφοριών του στρατού, περίπου το 45% των μαχητών του ELN, καθώς και ηγετικά στελέχη της οργάνωσης, κρύβονται στη γειτονική Βενεζουέλα και προστατεύονται από την κυβέρνηση του σοσιαλιστή προέδρου Νικολάς Μαδούρο. Το Καράκας αναγνωρίζει ότι αντάρτες μπαίνουν στο έδαφος της Βενεζουέλας εδώ και χρόνια, αλλά διαψεύδει ότι υποστηρίζει την οργάνωση.
Κατά τον στρατηγό Ναβάρο, ο ELN θεωρεί τις περιοχές της Βενεζουέλας που γειτονεύουν με την Κολομβία «στρατηγικά μετόπισθεν». Ο ίδιος ανώτατος κολομβιανός αξιωματικός τόνισε ότι οι ένοπλες δυνάμεις έχουν καθήκον να «περιορίσουν» την διόγκωση της δύναμης του ELN και των αποστατών των FARC.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ