Η Σουηδία είναι πιθανόν να βρεθεί αντιμέτωπη με αύξηση του ρυθμού νέων μολύνσεων από τον κορονοϊό μέσα στους επόμενους μήνες, ενώ θα πρέπει να διατηρηθούν τα ισχύοντα μέτρα για τον περιορισμό της εξάπλωσης του ιού μέχρι να έχει εμβολιαστεί ένα υψηλότερο ποσοστό του ενήλικου πληθυσμού, ανακοίνωσε σήμερα η Υπηρεσία Δημόσιας Υγείας της χώρας.
Η Σουηδία, η οποία επέλεξε να μην επιβάλει lovckdown και βασίστηκε κυρίως σε εθελοντικά μέτρα, κατέγραψε μια ύφεση της πανδημίας στη διάρκεια του καλοκαιριού με λιγοστούς θανάτους και νοσηλείες. Ωστόσο, τα κρούσμτατα αυξήθηκαν τις τελευταίες εβδομάδες και η τάση αυτή αναμένεται να συνεχιστεί καθώς ανοίγουν εκ νέου τα σχολεία και οι άνθρωποι επιστρέφουν στη δουλειά τους.
«Και τα τρία σενάριά μας δείχνουν αυξημένη εξάπλωση στη διάρκεια του φθινοπώρου», ανέφερε η Υπηρεσία σε ανακοίνωσή της. «Περισσότεροι άνθρωποι εκτιμάται ότι θα χρειαστούν νοσηλεία και ΜΕΘ, αλλά σε σημαντικά χαμηλότερο επίπεδο από πριν στη διάρκεια της πανδημίας»
Αν και τα κρούσματα στη διάρκεια του καλοκαιριού ήταν λιγότερα, η ραγδαία εξάπλωση της πολύ μεταδοτικής παραλλαγής Δέλτα οδήγησε τις αρχές να καλέσουν τους Σουηδούς να παραμείνουν σε επιφυλακή, ιδιαίτερα καθώς οι χαμηλότερες θερμοκρασίες υποχρεώνουν τους πολίτες να μένουν περισσότερο σε κλειστούς χώρους.
Η Υπηρεσία αναφέρει ότι οι ισχύοντες περιορισμοί και συστάσεις, κυρίως για τον περιορισμό των κοινωνικών συναναστροφών, την απομόνωση σε περίπτωση ασθένειας και την τηλεργασία αν είναι δυνατή, θα πρέπει να διατηρηθούν μέχρι να έχουν εμβολιαστεί κατά της COVID περισσότεροι πολίτες. Περίπου το 65% του ενήλικου πληθυσμού είναι πλήρως εμβολιασμένο.
"Όταν το ποσοστό εμβολιαστικής κάλυψης θα είναι αρκετά υψηλό ώστε το σύστημα υγείας να μην κινδυνεύει να υπερφορτωθεί, η Υπηρεσία Δημόσιας Υγείας θεωρεί λογικό να αρθούν τα περισσότερα μέτρα περιορισμού των μολύνσεων παρά την εξάπλωση του ιού», αναφέρει η ανακοίνωση.
Η Σουηδία έχει καταγράψει σημαντικά περισσότερους κατά κεφαλήν θανάτους από τη νόσο σε σχέση με τις σκανδιναβικές γειτονικές της χώρες στη διάρκεια της πανδημίας, αλλά λιγότερους σε σχέση με τις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες.