Το μέλλον μας είναι να γυρίσουν πίσω οι άνθρωποι που έφυγαν, να πείσουμε τους νέους να επιστρέψουν, να επενδύσουμε σε νέες τεχνολογίες, να μιμηθούμε την Ιρλανδία, και να κάνουμε όλες τις μεταρρυθμίσεις που δεν κάναμε τα προηγούμενα χρόνια, δηλώνει στο liberal.gr ο Μάνθος Ντελής από το Montpellier Business School, προσθέτοντας ότι σε μια τέτοια περίπτωση θα αναπτυσσόμαστε με 4%-5% ετησίως.
Σχολιάζοντας την θετική στάση της Λανγκάρντ στο αίτημα για μείωση των πρωτογενών πλεονασμάτων, ο καθηγητής χρηματοοικονομικής, προβλέπει ότι η συνέχιση νευραλγικής σημασίας αλλαγών στη φορολογία, την δημόσια διοίκηση, την παιδεία, θα φέρνει όλο και πιο κοντά το ελληνικό αίτημα για χαμηλότερους δημοσιονομικούς στόχους, προσθέτοντας ωστόσο ότι «σχεδόν όλα εξαρτώνται από το δικό μας ρυθμό ανάπτυξης, άρα τις μεταρρυθμίσεις που δεν έχουν γίνει όλ'' αυτά τα χρόνια».
Σχετικά με το άλλο ελληνικό αίτημα, να αλλάξει η χρήση των Anfas και τα 1,2 δισ των κερδών των ευρωπαϊκών κεντρικών τραπεζών από ελληνικά ομόλογα να αξιοποιηθούν για επενδύσεις, απαντά ότι εφόσον αυτό συμβεί, είναι ρεαλιστικό να ενισχυθεί κατά 0,5% η ανάπτυξη, εξέλιξη ναι μεν σημαντική, ωστόσο όπως λέει, άλλο είναι το ζητούμενο, δηλαδή οι μεταρρυθμίσεις. "Όχι μόνο γιατί αυτές θα αυξήσουν τα πλεονάσματα, αλλά κυρίως γιατί θα δώσουν την αίσθηση ότι η Ελλάδα ξεπερνά τα ιδεοληπτικά της σύνδρομα”, δημιουργώντας πλούτο και θέσεις εργασίας, μακριά από επιδοματικές πολιτικές.
Συνέντευξη στον Γιώργο Φιντικάκη
- Τι μήνυμα στέλνει η θετική στάση της προέδρου της ΕΚΤ Κρ. Λανγκαρντ σχετικά με την μείωση των πλεονασμάτων μετά τη συνάντηση με τον Κ. Μητσοτάκη;
Οι οικονομολόγοι είναι πραγματιστές. Είναι καλό που η ΕΚΤ παρέμεινε ανεξάρτητη στο πλαίσιο της οικονομικής (και όχι της πολιτικής) σκέψης όλα αυτά τα χρόνια. Φανταστείτε τι θα γινόταν στην Ευρωζώνη αν είχαν επικρατήσει οι πολιτικοί (βλ. Σόιμπλε) και όχι οι οικονομολόγοι (βλ. Ντράγκι) στο ελληνικό ζήτημα.
Σε κάθε περίπτωση η Ελλάδα πρέπει να γίνει μια χώρα πρωτοπόρος των μεταρρυθμίσεων τα επόμενα χρόνια. Ο στόχος της μείωσης των πλεονασμάτων, σε αυτή την περίπτωση, είναι κοντινός και μπορώ να σας πω ότι ακόμα και το 1.5% δεν θα είναι δεσμευτικό εφόσον γίνουν οι προοδευτικές μεταρρυθμίσεις. Αν όμως δεν γίνουν τότε μπορεί να έχουμε αρνητικές εκπλήξεις. Θυμίζω όμως ότι πέραν της 'καλής' ΕΚΤ, υπάρχει και το Eurogroup, ο πλέον αρνητικός σε τέτοιες συζητήσεις θεσμός. Σε κάθε περίπτωση είμαστε σε καλό φεγγάρι.
- Το ρωτώ γιατί η ίδια, ως γενική διευθύντρια του Δ.Ν.Τ είχε σταθεί υπέρ της χαλάρωσης των δημοσιονομικών στόχων για την Αθήνα, συστήνοντας, μάλιστα, πρωτογενές πλεόνασμα 1,5% του ΑΕΠ, αντί για το σημερινό 3,5%…
Ο σημερινός στόχος του 3.5% είναι υπερβολικός και μακροπρόθεσμα μη βιώσιμος και ο λόγος είναι αρκετά απλός. Οι οικονομίες οφείλουν να έχουν ένα, έστω μικρό στην ελληνική περίπτωση με τα τόσα συσσωρευμένα χρέη, περιθώριο άσκησης δημοσιονομικής πολιτικής με στόχο την εξομάλυνση του οικονομικού κύκλου και τη διατήρηση της κοινωνικής συνοχής.
Περιμένω ότι, όπως και ο προκάτοχός της, η κα. Λανγκάρντ θα σταθεί στο ύψος της σημασίας αυτής της νευραλγικής για την ευρωζώνη θέσης. Πάντως, σχεδόν όλα εξαρτώνται από το δικό μας ρυθμό ανάπτυξης και άρα τις ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις που δεν έχουν γίνει όλα αυτά τα χρόνια.
- Δεν δικαιολογείται η μείωση του στόχου για τα πλεονάσματα, μετά την ανάλυση βιωσιμότητας του χρέους από την Κομισιόν που έδειξε ότι αυτό θα διαμορφωθεί στο 100% του ΑΕΠ το 2042, αντί για το 2048, που προέβλεπε τον Ιούνιο;
Δικαιολογείται. Σε κάθε περίπτωση πρέπει να μάθουμε να επενδύουμε την επιπρόσθετη ρευστότητα που προκύπτει από το δημοσιονομικό χώρο σε κεφαλαιουχικά αγαθά που δημιουργούν πλούτο και θέσεις εργασίας παρά να δίνουμε έμφαση στην επιδοματική πολιτική. Μέσω των νέων ποιοτικών θέσεων εργασίας πρέπει να προασπίζουμε και την κοινωνική συνοχή. Επίσης πρέπει να επενδύσουμε σε νέες τεχνολογίες, στην έρευνα και την καινοτομία για να προσελκύσουμε υψηλής ποιότητας ανθρώπινο δυναμικό. Χρειάζεται να μιλήσουμε για τα μακροπρόθεσμα οφέλη αυτών των επενδύσεων στον κόσμο. Με τη σειρά τους αυτές οι επενδύσεις θα φέρουν ακόμα πιο κοντά το στόχο του να γίνουμε μια μη χρεωμένη χώρα.
- Αν καταφέρουμε να πάρουμε την μείωση των πλεονασμάτων η'' την αλλαγή χρήσης των Anfas (1,2 δις) σε επενδύσεις, τι κίνητρο θα έχει αυτό στην ανάπτυξη ; Δηλαδή μπορεί τα Anfas για παράδειγμα, να προσθέσουν 0,5% στην ανάπτυξη μέσα στο 2020;
Μπορούν εφόσον επενδυθούν σωστά. Κοιτάξτε το παράδειγμα της Ιρλανδίας. Η χώρα είχε σοβαρή ύφεση λόγω των προβλημάτων στον τραπεζικό της κλάδο, εφάρμοσε τις σωστές πολιτικές και αναπτύχθηκε, μετά την βραχεία κρίση της, με εντυπωσιακούς ρυθμούς. Παίρνω το παράδειγμα της Ιρλανδίας γιατί το 1980 είχαμε μια παρόμοια οικονομία με την Ιρλανδική. Έχει όμως φιλική οικονομία στην επιχειρηματικότητα, άμεσες ξένες επενδύσεις, σοβαρή και γρήγορη λειτουργία των οικονομικών δικαστηρίων, καινοτομία και προσελκύει υψηλής ποιότητας ανθρώπινο δυναμικό. Πολλοί από τους νέους ανθρώπους που εργάζονται εκεί θα δεχόντουσαν κάπως χαμηλότερο μισθό για να ζουν και να εργάζονται στην υπέροχη Ελλάδα. Υπό αυτές τις συνθήκες θα αναπτυσσόμασταν με 4-5% ετησίως για την επόμενη δεκαετία. Συνεπώς το 0.5% είναι μεν σημαντικό, αλλά γενικά το ζητούμενο είναι άλλο.
- Τα «όπλα» της κυβέρνησης, δηλαδή το μεταρρυθμιστικό της πρόγραμμα, όπως το γεγονός ότι η πτώση του κόστους δανεισμού μειώνει τις ανάγκες εξυπηρέτησης του δημοσίου χρέους, είναι αρκετά σε αυτή την διαπραγμάτευση;
Η Ελλάδα έχει βαθιά αντιαναπτυξιακά σύνδρομα που συν τοις άλλοις δημιουργούν και κάθε λογής ανισότητες (οικονομικές και κοινωνικές) και ανατροφοδοτούν μια στρεβλή συζήτηση γύρω από ξεπερασμένες πολιτικές. Η πιο δύσκολη μεταρρύθμιση είναι να βρεθεί η σωστή συνταγή μεταξύ πολιτικών που θα οδηγήσουν στην ανάπτυξη χωρίς να οξύνουν περαιτέρω αυτές τις ανισότητες.
Σε αυτόν τον τομέα οι μεταρρυθμίσεις στη φορολογία, στην εισπραξιμότητα των φόρων, στην δημόσια διοίκηση (διευκόλυνση της επιχειρηματικότητας και μείωση κάθε λογής γραφειοκρατίας), και στην παιδεία και την υγεία είναι νευραλγικής σημασίας. Όχι μόνο γιατί αυτά θα αυξήσουν τα πλεονάσματα, αλλά κυρίως γιατί θα δώσουν την αίσθηση του ότι η Ελλάδα ξεπερνάει τα ιδεοληπτικά της σύνδρομα. Άλλωστε αυτές οι πολιτικές με την επιστροφή πλούτου στον άνθρωπο, είναι βαθιά κοινωνικές πολιτικές.
- Ποια πιστεύετε ότι θα είναι τελικά η στάση της Γερμανίας;
Η Γερμανική οικονομία διέρχεται δύσκολη καμπή κυρίως λόγω του ανοιχτού εμπορικού πολέμου και της αβεβαιότητας που προκαλεί το Brexit. Το συντηρητικό κόμμα στη Γερμανία παραμένει υπέρ της σφιχτής δημοσιονομικής πολιτικής και δεν διαβλέπω ότι θα αλλάξει στάση. Η κεντροαριστερή αντιπολίτευση απέχει έτη φωτός από το να πείσει τους Γερμανούς. Πιστεύω βαθιά στη δύναμη της δημοσιονομικής πολιτικής, ιδιαίτερα στην κρίσιμη καμπή από την οποία διέρχεται η Γερμανική οικονομία. Θέλω να πιστεύω ότι στη βάση της χρηματοδότησης των πράσινων επενδύσεων και αναδιανεμητικών πολιτικών, θα βρεθεί η σωστή συνταγή για την αποφυγή μιας βαθιάς ύφεσης.
- Πότε θα δούμε να αποδίδει στην πράξη το σχέδιο «Ηρακλής» και τι να περιμένουμε απ' αυτό;
Πρόκειται για κάτι που θα έπρεπε να έχει γίνει εδώ και τρία χρόνια. Το σχέδιο Ηρακλής προβλέπει έναν φορέα που θα διαχειριστεί τρεις κατηγορίες πακέτων κόκκινων δανείων, με στόχο αυτά να φύγουν από τους ισολογισμούς των τραπεζών και να απορροφηθούν ως επενδυτικά προϊόντα. Το δημόσιο μπαίνει εγγυητής με απόδοση κομίστρου. Ο στόχος είναι να μειωθούν σημαντικά τα κόκκινα δάνεια και να επανεκκινήσει η δανειακή αγορά.
Σε αντίστοιχες περιπτώσεις στο εξωτερικό να τα θετικά οφέλη πέρασαν στην πραγματική οικονομία σε λιγότερο από ένα χρόνο και εξαλείφθηκε η έννοια του στρατηγικού κακοπληρωτή. Βέβαια εδώ είναι Ελλάδα και κρατώ μικρό καλάθι για την ταχύτητα υλοποίησης του προγράμματος.