«Κλωτσάγανε τόσο δυνατά που το κεφάλι του νεαρού τιναζόταν προς τα πίσω. Τους φώναζα “σταματήστε θα τον σκοτώσετε”. Η εντύπωσή μου ήταν ότι τον σκότωσαν στο ξύλο […]. Ήταν η οργή που είχαν». Αυτό κατέθεσε στη δίκη για το θάνατο του Ζακ Κωστόπουλου αυτόπτης μάρτυρας όσων έγιναν το μεσημέρι της 21ης Σεπτεμβρίου 2018 στον πεζόδρομο της οδού Γλάδστωνος.
Η μάρτυρας, συνταξιούχος αστυνομικός, περιέγραψε στο δικαστήριο όσα είδε από τη στιγμή που, περαστική από την περιοχή, ακούγοντας φασαρία πλησίασε στο σημείο του εγκλήματος, έξω από το κοσμηματοπωλείο.
Η μάρτυρας είδε το κατάστημα με θρυμματισμένη βιτρίνα και στην προθήκη «ένα νεαρό κατατρομαγμένο» να προσπαθεί να βγει. Κατέθεσε επίσης πως είδε «έναν κύριο να πετάει κάτι πάνω στη βιτρίνα τρεις- τέσσερις φορές» και στη συνέχεια μαζί «με έναν άλλον κύριο να κλωτσούν δυνατά τη βιτρίνα».
Η μάρτυρας κατέθεσε επίσης: «Πλησίασα σε απόσταση δύο μέτρων. Είδα τον πρώτο κύριο να ρίχνει μια κλωτσιά και πέφτει ένα μεγάλο κομμάτι τζάμι στο κεφάλι του νεαρού ο οποίος έβαλε το χέρι του στον λαιμό του. Φώναζα, “καρατομήθηκε!”. Εγώ ούρλιαζα και έκλεισα τα μάτια. Όταν τα άνοιξα, είδα το νεαρό στο πεζοδρόμιο. Αυτοί έξαλλοι έβριζαν και τον χτυπούσαν. Φώναζα εγώ. Μπροστά από εμένα ένας κύριος προσπαθούσε να τους απωθήσει και εγώ ήμουν από πίσω του. Δεν θα το ξεχάσω […] Ο νεαρός είχε ορθάνοιχτα τα μάτια του και ήταν καρφωμένα στα δικά μου και τα χείλη του τρεμόπαιζαν. Δεν μπορούσα να συνέλθω για μήνες […] Σαν να ήθελε κάτι να μου πει. “Βοήθεια” ίσως; Ήταν παρά πολύ κοντά μου. Ακόμα τον θυμάμαι. Το πρόσωπο του… δεν μπορώ… τίποτα άλλο», ανέφερε κλαίγοντας.
Απαντώντας σε ερωτήσεις η συνταξιούχος αστυνομικός είπε πως η αίσθηση που αποκόμισε για όσα συνέβαιναν μπροστά της ήταν πως έβλεπε «να σκοτώνουν έναν άνθρωπο στο ξύλο» και πως ήταν τόσο δυνατά τα χτυπήματα που «θα μπορούσε να έχει φύγει από την ζωή πολύ πιο γρήγορα».
Η μάρτυρας κατέθεσε πως δεν είδε το θύμα να κρατά μαχαίρι, φράση που επανέλαβε με βεβαιότητα πολλές φορές στις ερωτήσεις της υπεράσπισης διευκρινίζοντας πως δεν έχει απολύτως καμία αμφιβολία για αυτό. «Εκ των υστέρων μάθαμε ότι κρατούσε μαχαίρι. Δεν είδα εγώ κανένα μαχαίρι», τόνισε.
Ερωτώμενη σχετικά η μάρτυρας είπε πως δεν είναι σε θέση να διευκρινίσει ποιος από τους δύο κατηγορούμενους πολίτες, ο κοσμηματοπώλης ή ο μεσίτης, ήταν αυτός που χτυπούσε περισσότερο και τόνισε πως ήταν αλλεπάλληλα και δυνατά τα λακτίσματα. «Δεν μπορώ να ξέρω ποιος χτυπούσε περισσότερο. Πέφτανε συνεχώς κλωτσιές. Έμεινα εκεί γιατί ήθελα να τον προστατεύσω μέχρι να έρθει η αστυνομία. Τον αισθανόμουν ανυπεράσπιστο […] Ακόμα και όταν ήταν ξαπλωμένος τον χτυπούσαν» είπε.
Από τη διαδικασία δεν έλειψε η ένταση όταν συνήγορος υπεράσπισης των κατηγορούμενων αστυνομικών εμφάνισε κατά την εξέταση νεαρού μάρτυρα αστυνομικού ένα κομμένο γυαλί αντίστοιχο με αυτό που είπε ότι κρατούσε το θύμα μετά τα χτυπήματα που δέχθηκε.
Η κίνηση αυτή εκνεύρισε την οικογένεια Κωστόπουλου, με τη μητέρα του θύματος να μην μπορεί να συγκρατηθεί: «Από όλα τα ματωμένα τζάμια, αυτό βρήκατε να φέρετε; Δεν είναι το αληθινό αυτό. Δεν μας σέβονται καθόλου! Ντροπή!», φώναξε αποχωρώντας μαζί με τον πατέρα και τον αδελφό του θύματος από την αίθουσα.
Ο μάρτυρας στην κατάθεσή του χαρακτήρισε τις ενέργειες των συναδέλφων του «απολύτως απαραίτητες» για να «θέσουν σε περιορισμό» τον Ζακ Κωστόπουλο εκφράζοντας την άποψη πως άσκησαν λελογισμένη και νόμιμη βία μέχρι να χειροπεδήσουν τον 33χρονο: «Μου είπαν πως πήρε ένα κομμάτι γυαλί και στράφηκε κατά ενός αστυνομικού και ενός μέλους του ΕΚΑΒ. Πιστεύω ότι η βία που ασκήθηκε ήταν ανάλογη της αντίστασης. Έπρεπε να ακινητοποιηθεί, να αφοπλιστεί και να χειροπεδηθεί. Δεν γνωρίζω αν υπήρχε ηπιότερος τρόπος, δεν ήμουν εκεί, για να γνωρίζω τα πλήρη γεγονότα» κατέθεσε.
Κατάθεση έδωσε σήμερα και ο τεχνικός σύμβουλος της οικογένειας του θύματος Σωκράτης Τσαντίρης ο οποίος υποστήριξε πως κάποια από τα χτυπήματα που δέχθηκε το θύμα στο κεφάλι, είναι υπεύθυνα για τον θάνατο γιατί συνέβαλαν στις ισχαιμικούς τύπου αλλοιώσεις του μυοκαρδίου. Σύμφωνα με τον ιατροδικαστή που όρισε η Πολιτική Αγωγή, τα χτυπήματα που δέχθηκε ο Ζακ Κωστόπουλος κατά την έξοδό του από την τζαμαρία του κοσμηματοπωλείου «μπορώ να τα συνδέσω με ασφάλεια με το θάνατο».
Αναφερόμενος ο κ. Τσαντίρης σε μία τραυματική αιμορραγία που διέκρινε στον εγκέφαλο του θύματος είπε επίσης πως «θεωρώ ότι τα λακτίσματα ήταν ισχυρά και ακόμη και αν δεν είχε σταματήσει η καρδιά του και πάλι δεν θα μπορούσε να πάει σπίτι του γιατί είχε χτυπήματα στον εγκέφαλο. Ήταν μικρή εγκεφαλική βλάβη δεν θα μπορούσε να είναι αιτία θανάτου ακόμα, αλλά θα μπορούσε να εξελιχθεί». Ο κ. Τσαντίρης δήλωσε πως συμφωνεί με τα συμπεράσματα της ιατροδικαστικής έκθεσης.
Η δίκη θα συνεχιστεί στις 7 Δεκεμβρίου.