Αν γυρίσει κάποιος το ρολόι πριν από μερικούς μήνες, στο 2021, η Ρωσία ήταν μέρος της ευρωπαϊκής διεθνούς τάξης, παρά τις επιμέρους διαφωνίες. Η σχέση με τη Γερμανία, για παράδειγμα, χαρακτηριζόταν ως εταιρική, ενώ οι περιστασιακές διαφωνίες μεταξύ των δύο εταίρων για την αυταρχική τροχιά του Κρεμλίνου δεν ήταν αρκετές να διαταράξουν την ισορροπία που είχε βρεθεί. Το γεωοικονομικό συμφέρον, η προμήθεια φθηνών ενεργειακών πόρων και η οικονομική επέκταση βάρυνε περισσότερο από την εμφανή διαφορετική πορεία των πολιτικών συστημάτων μεταξύ των κρατών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ρωσίας.
Στην Ευρώπη είχε επικρατήσει η αντίληψη πως η όλο και μεγαλύτερη επαφή με το ρωσικό καθεστώς θα το ωθήσει προς τον εκδημοκρατισμό ή, πιο ρεαλιστικά, τουλάχιστον θα το συγκρατήσει από τα χειρότερα. Αυτή εν πολλοίς ήταν η ουσία της γερμανικής Όστπολιτικ, του ανοίγματος προς τα ανατολικά που διέτρεχε παραδοσιακά την εξωτερική πολιτική του Βερολίνου. Κι αν για άλλες χώρες, όπως τη Γαλλία για παράδειγμα, οι καλές σχέσεις με τη Ρωσία ήταν περισσότερο αποτέλεσμα γεωπολιτικών υπολογισμών, στη Γερμανία ήταν και κάτι παραπάνω.
Άλλωστε σε αυτό το ζήτημα ήταν χαρακτηριστικές οι συνεχείς οχλήσεις για την καταπίεση των πολιτικών αντιπάλων του Κρεμλίνου, με επίκεντρο τη μεταχείριση του Αλεξέι Ναβάλνι, όπου η Ευρωπαϊκή Ένωση κατείχε πρωταγωνιστικό ρόλο στη διεθνή κατακραυγή. Αν το σκεφτεί κάποιος, ο αγωγός φυσικού αερίου Nord Stream II που ένωνε ενεργειακά τη Γερμανία με τη Ρωσία, ήταν εκτός των άλλων, ένα εγχείρημα που στηριζόταν στην αμοιβαία εμπιστοσύνη.
Στην καρδιά της Ευρώπης ήταν μάλλον μη αναμενόμενο πως η Ρωσία θα προχωρούσε σε έναν επεκτατικό πόλεμο, που θύμιζε περασμένες δεκαετίες, αν όχι και αιώνες. Η εισβολή στην Ουκρανία κατέστησε ξεκάθαρη τη διαφορά που επικρατεί ανάμεσα στους δύο κόσμους. Η Γερμανία βάλλεται σχεδόν πανταχόθεν για την επιλογή της να στηρίξει, εμμέσως, το αυταρχικό πουτινικό καθεστώς όλο αυτό διάστημα. Ακόμα και μετά από τη ρωσική εισβολή, όταν η οικονομική αλληλεξάρτηση, το Βερολίνο δέχθηκε κριτική κι εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, για την παράπλευρη υποστήριξη στη Μόσχα, μέσω της συνέχισης προμήθειας φυσικού αερίου, που γεμίζει τα ρωσικά ταμεία.
Φτάνοντας στη σημαδιακή ημερομηνία της 9ης Μαΐου, τα μηνύματα των δύο δείχνουν τις παράλληλες διαστάσεις που βρίσκονται οι δυο τους. Στην Ευρώπη στηρίζονται στην επέκταση της φιλελεύθερης δημοκρατίας, την ανάπτυξη της πολιτικής συνεργασίας και την ανοχή της διαφορετικότητας. Αντίθετα, στη Ρωσία προωθείται συνειδητά ένας εθνικιστικός μιλιταρισμός, που οσμώνεται με τον θρησκευτικό συντηρητισμό. Τα μηνύματα στις δύο πλευρές δείχνουν σαν οι δύο κόσμοι να ζουν σε διαφορετικές εποχές. Στην κόσμο της Ευρωπαϊκής Ένωσης οραματίζονται το μέλλον, ενώ στη Ρωσία κοιτάζουν, ανησυχητικά, προς το παρελθόν.