Του Γιάννη Σιδέρη
Κρεσέντο παραφωνιών και φάλτσων από την νέα κυβέρνηση σε βαθμό παραζάλης.
Μόλις χθες αποσύρθηκε το άρθρο για την φορολόγηση της μπύρας επειδή οι ΑΝΕΛ, που έχουν υπερψηφίσει ισοπεδωτικά μέτρα κατά της κοινωνίας και του κόσμου της εργασίας, αποφάσισαν να κάνουν light αντίσταση σε ένα επί μέρους θέμα. Ασχέτως αν το μέτρο ήταν άδικο και μηδαμινής οικονομικής αποτελεσματικότητας, και γι' αυτό δεν θα έπρεπε καν να υπάρξει, η αναφορά μας γίνεται υπό το πρίσμα της ασταθούς κυβερνητικής λειτουργίας.
Ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας, στο πρώτο υπουργικό συμβούλιο είχε αναγγείλει την συγκρότηση Κυβερνητικής Επιτροπής. Η Κυβερνητική Επιτροπή είναι ένα ολιγομελές όργανο εξ΄ υπουργών, το οποίο έχει στόχο να χαράσσει την κυβερνητική στρατηγική, να επεξεργάζεται την κυβερνητική πολιτική, να εισηγείται ή να απορρίπτει προτάσεις νομοσχεδίων, πριν αυτά λάβουν την μορφή νομοθετήματος και δημοσιοποιηθούν, πριν δοθούν στον κοινωνικό διάλογο, πριν οδεύσουν στη Βουλή ως προτάσεις νόμου για επεξεργασία και ψήφιση.
Έκτοτε όμως η σύνθεση της Κυβερνητικής Επιτροπής αγνοείται, και τα αποτελέσματα είναι παγκοίνως ορατά.
Χαρακτηριστικά είναι τα παραδείγματα της αναπληρώτριας υπουργού Παιδείας Σίας Αναγνωστοπούλου, η οποία εκ του μη όντος κόντεψε να προκαλέσει …ιερό πόλεμο με την εκκλησία, άνευ λόγου. Απλώς επειδή είχε την φαεινή ιδέα να ανακοινώσει , χωρίς να έχει συνεννοηθεί με κανέναν στο κυβερνητικό στρατόπεδο, δήλωσε ότι αν ένας μαθητής θέλει να απαλλαγεί από το μάθημα των θρησκευτικών στο σχολείο, δεν είναι απαραίτητο να δηλώνουν οι γονείς το θρήσκευμά τους (στο όνομα της ανεξιθρησκείας) και ότι μια απλή αίτηση αρκεί ώστε ένας μαθητής να απαλλάσσεται από τα θρησκευτικά.
Απλή δήλωση, καθόλου επιθετική. Ωστόσο η αλτέρα παρς, αυτή της εκκλησίας, το εξέλαβε ως κήρυξη πολέμου και δια του αρχιεπισκόπου δήλωσε: «Δεν είναι του υπουργείου (ιδέα). Κάποια κυρία που έχει ορισμένες ιδέες της ήρθε στο μυαλό...», κλπ. Ασχέτως ποιος θα μπορούσε να έχει δίκιο επί της ουσίας της υποθέσεως, από την σκοπιά που το κεόμ νενο εξετάζει την κυβερνητική δραστηριότητα, ο αρχιεπίσκοπος είχε δίκιο: «δεν είναι του υπουργείου, κάποια κυρία με ορισμένες ιδέες»…
Πρόσφατο επίσης παράδειγμα, πάλι από το υπουργείο Παιδείας, ο αρμόδιος υπουργός μιλούσε για το 23% στην Παιδεία, προέβαινε σε κοινωνιολογικές και οικονομικές κατηγοριοποιήσεις, για το ποιες κοινωνικές τάξεις και οικονομικά στρώματα μπορούσαν να το πληρώσουν ( δεν την γλύτωσε ούτε ο πρωθυπουργός), ενώ το θέμα της επιβολής ΦΠΑ δεν είναι δικής του αρμοδιότητας αλλά του υπουργείου Οικονομικών! Γιατί τότε μιλούσε ο υπουργός Παιδείας; Θεωρούσε εαυτόν υποχρεωμένο να θέσει το …πολιτικό πλαίσιο της επιβολής του φόρου!
Πρόσφατα πάλι, αρμόδιο κυβερνητικό στέλεχος, κατελήφθη εξ απήνης όταν διάβασε τα κυριακάτικα ρεπορτάζ για το ταξίδι του πρωθυπουργού στην Τουρκία, πριν αυτό ανακοινωθεί επισήμως. Το είχαν μάθει δημοσιογράφοι ( και μπράβο τους), αλλά όχι το αρμόδιο κυβερνητικό στέλεχος, αφού ουδείς σκέφτηκε ότι όφειλε να το ενημερώσει!
Πάμπολα τα παραδείγματα υπουργών της πρώτης και δεύτερης κυβέρνησης Αριστεράς, υποκύπτουν στην γοητεία των τηλεοπτικών παραθύρων (τα οποία ο πρωθυπουργός τους έχει συστήσει να αποφεύγουν ), και εκφράζουν προσωπικές σκέψεις που δικαίως προσλαμβάνονται από τους θεατές και τους δημοσιογράφους ως ανακοινώσεις κυβερνητικής δράσης, δημιουργούν αντιδράσεις κοινωνικών φορέων, ξαφνιάζουν το Μαξίμου, και στην συνέχεια υπαναχωρούν ψελλίζοντας κάτι για δικές τους σκέψεις που εξέφρασαν ως ελεύθεροι άνθρωποι, στο πλαίσιο του πλουραλισμού και της ελευθερίας της έκφρασης!
Φυσικά η γενεσιουργός αιτία όλης αυτής της κατάστασης βρίσκεται στο μέγαρο Μαξίμου, όπου υπάρχουν αλλεπάλληλοι κύκλοι παράγωγης πολιτικής, είναι ασύνδετοι μεταξύ τους, ασύνδετοι με την κοινοβουλευτική ομάδα, και βεβαίως ασύνδετοι με το κόμμα –αυτό κι αν καταλαμβάνεται εξ απήνης…
Στην πρώτη συνεδρίαση του υπουργικού συμβουλίου μετά τις εκλογές της 20ης Σεπτεμβρίου, ο πρωθυπουργός ανακοινώνοντας την λειτουργία του ΚΥΣΟΙΠ, του Κυβερνητικού Συμβουλίου Κοινωνικής Πολιτικής και την ενεργοποίηση του ΚΥΣΕΑ για θέματα εξωτερικής πολιτικής και ασφάλειας, έδωσε την εντύπωση ότι ήθελε να διορθώσει τα λάθη και τις παραλείψεις του πρώτου επταμήνου διακυβέρνησης. Όμως με προσθέσεις ουδέποτε κυβερνήθηκε αποτελεσματικά η χώρα. Και ούτε τώρα θα συμβεί.
Μόνη λύση είναι ο πρωθυπουργός να διοικήσει με σιδηρά πυγμή, διαφορετικά τα φαινόμενα δυσλειτουργιών θα γίνουν εκρηκτικά, θα εξελιχθούν σε πολιτικές πληγές που δεν θα μπορέσει να κλείσει ο κ. Τσίπρας. Και αν αυτό συμβεί ο χρόνος θα κυλάει εις βάρος του.
Και μπορεί κάποιους αναγνώστες να μην τους αφορά αν ο χρόνος θα είναι κατά του Τσίπρα. Όταν όμως αυτός είναι πρωθυπουργός, αυτό μεταφράζεται και εις βάρος της χώρας...