Τα θεμέλια για να μπει στον παγκόσμιο χάρτη της βιοτεχνολογίας, μια βιομηχανία με εκρηκτική ανάπτυξη, προσελκύοντας ονόματα όπως Renegeron, Biontech, Gilead και Biogen, φιλοδοξεί να βάλει η Ελλάδα. Στόχος να φτάσει μια μέρα να προσελκύει κλινικές δομικές ακόμη και επενδύσεις για τη δημιουργία μονάδων παραγωγής φαρμάκων προηγμένης τεχνολογίας, όπως μονοκλωνικά αντισώματα και κυτταρικές θεραπείες.
Στα πλεονεκτήματα της χώρας, το υψηλής κατάρτισης ανθρώπινο δυναμικό σε ερευνητικά κέντρα, πανεπιστήμια και νοσοκομεία, και οι πολλοί διακεκριμένοι Έλληνες με θέσεις στην Pfizer, την Abbvie, την Genzyme, την Avexis και άλλα ονόματα της παγκόσμιας βιομηχανίας βιοφαρμάκων. Στα συν και το γεγονός ότι τέτοιες επενδύσεις δεν απαιτούν σημαντικά κεφάλαια, άρα δεν επιβαρύνουν το φορολογούμενο.
Κυρίως όμως το γεγονός ότι γι' αυτά καθ' εαυτά τα προϊόντα βιοτεχνολογίας, ακριβώς λόγω του σχετικά υψηλότερου κόστους τους, η ποιότητα είναι σημαντικότερη από την κλίμακα παραγωγής. Χώρο μπορεί να βρει ακόμη και μια μικρότερη χώρα, όπως η Ελλάδα. Και εδώ αρχίζουν τα δύσκολα, αφού μπαίνουμε στον σκληρό πυρήνα της ελληνικής κακοδαιμονίας. Στην ελληνική γραφειοκρατία, την κατακερματισμένη έρευνα, τα ασαφή όρια δικαιοδοσίας μεταξύ ερευνητικών κέντρων που υπάγονται στο υπ.Ανάπτυξης και όσων ανήκουν στο υπ. Παιδείας, στο απαρχαιωμένο θεσμικό πλαίσιο για κλινικές μελέτες.
«Όταν οι φαρμακευτικές σκέφτονται τις κλινικές δοκιμές, λογικά υπάρχει μια λίστα χωρών που τους έρχεται στο μυαλό. Η Ελλάδα δεν είναι σε αυτή τη λίστα», ήταν η παρατήρηση του Κυριάκου Μητσοτάκη κατά τη χθεσινή ευρεία σύσκεψη στο Μαξίμου όπου επιφανείς Έλληνες της ομογένειας και κορυφαία στελέχη εταιρειών βιοτεχνολογίας του παρουσίασαν έκθεση που συνέτασσαν επί δύο χρόνια, για το πως μπορεί και η Ελλάδα να γίνει hub βιοτεχνολογίας.
Το στοίχημα είναι πολύ μεγάλο. Η Ελλάδα φιλοδοξεί να διεκδικήσει κι αυτή μια θέση στην παγκόσμια αγορά κλινικών δοκιμών, ούσα σήμερα ουραγός στην Ευρώπη, πίσω από Ρουμανία, Ουγγαρία, Τσεχία, Πολωνία, και τις περισσότερες ανατολικές χώρες. Δεν θα πάμε προφανώς από το 0% στο 10% μέσα σε μερικά χρόνια. Η βάση ωστόσο υπάρχει, αρκεί να αξιοποιηθεί.
Η έκθεση που συνέταξαν, αφού μίλησαν με δεκάδες στελέχη εταιρειών και μέλη της κυβέρνησης, κορυφαίοι έλληνες, όπως ο Αλμπερ Μπουρλά της Pfizer, ο Γιώργος Γιανκόπουλος πρόεδρος της Regeneron, ο sir Μενέλαος Πάνγκαλος αντιπρόεδρος της Astrazeneca, και ο Νουμπαρ Αφεγιάν πρόεδρος της Moderna, είναι ο οδικός χάρτης για να ανοίξει στην Ελλάδα η πόρτα. Μια μικρή «έκθεση Πισσαρίδη» για τη βιοτεχνολογία, γραμμένη από μερικούς από τους πιο πετυχημένους ανθρώπους στο αντικείμενό τους, αρκεί να αξιοποιηθούν όσα προτείνει. Ποια είναι αυτά ;
Ένα σύγχρονο και διεθνώς αποδεκτό νομικό και θεσμικό πλαίσιο που θα διέπει την αδειοδότηση και πιστοποίηση των διαδικασιών . Κυρίως όμως κάτι που απαιτεί γενναίες μεταρρυθμίσεις στα ελληνικά πανεπιστήμια, τη σύνδεσή τους με την έρευνα. Την σύνδεση της εφαρμοσμένης έρευνας με την αγορά. Οι ερευνητές συχνά έχουν πολύ ωραίες ιδέες, το θέμα είναι να βρεθεί εκείνος ο τρόπος για να τις καταστήσουν εμπορεύσιμες, διαδικασία άγνωστη για τα περισσότερα ελληνικά ΑΕΙ.
Είναι ίσως η μεγαλύτερη πρόκληση του σχεδίου για την ανάπτυξη βιομηχανίας βιοτεχνολογίας στην Ελλάδα, όπως και η επόμενη. Η θέσπιση ενός ενιαίου «χώρου» έρευνας στην Ελλάδα. Σήμερα αυτή είναι διάσπαρτη, άποψη και λόγο έχουν δύο υπουργεία, (Ανάπτυξης, Παιδείας), άλλα ερευνητικά κέντρα ανήκουν στο ένα και άλλα στο άλλο. Ο Δημόκριτος υπάγεται στο υπ. Ανάπτυξης, αλλά το Μετσόβιο Πολυτεχνείο εντάσσεται στο υπ. Παιδείας. Το πρόβλημα είναι προφανές. Η έρευνα που γίνεται στα ερευνητικά κέντρα δεν συνδυάζεται με εκείνη στα πανεπιστήμια, οι δύο χώροι αντί να λειτουργούν σαν ένα, λειτουργούν ανεξάρτητα.
Χρειάζονται όμως και άλλες αλλαγές, που μπορεί να πυροδοτήσουν αντιδράσεις, όπως στη διαχείριση των δεδομένων (data). Η επιστημονική κοινότητα πρέπει να έχει πρόσβαση στα δεδομένα, που ναι μεν θα παραμένουν ανώνυμα, ωστόσο θα είναι εξειδικευμένα μέσα στο πλαίσιο προστασίας. Όταν μια μεγάλη φαρμακευτική θέλει να κάνει, για παράδειγμα, κλινική μελέτη για τον καρκίνο, δίχως data δεν μπορούν να εξάγει συμπεράσματα, χρειάζεται να έχει πρόσβαση στα ιατρικά δεδομένα. Η πρόσβαση σε αυτά επιτρέπεται σε πάρα πολλές χώρες της ΕΕ, όπως φυσικά και στο Ισραήλ.
Η γενική διαπίστωση είναι πως η χώρα διαθέτει αρκετά πλεονεκτήματα, ωστόσο χρειάζονται τέσσερα – πέντε γενναίες αλλαγές για να φύγει ο σκεπτικισμός από τις μεγάλες φαρμακευτικές όταν ακούνε για την Ελλάδα. Εφόσον γίνουν αυτές, θα έχει γίνει και ένα σημαντικό βήμα για την προσέλκυση καταρχήν κλινικών δοκιμών και σε δεύτερο στάδιο επενδύσεων δημιουργίας μονάδων παραγωγής φαρμάκων προηγμένης τεχνολογίας (μονοκλωνικά αντισώματα, κυτταρικές θεραπείες, κ.λπ.)