Μετά την αυτοκτονία του 14χρονου μαθητή, που σύμφωνα με τις μαρτυρίες των συμμαθητών του είχε υποστεί πολλές φορές και για μακρύ χρονικό διάστημα bullying, το ζήτημα της θυματοποίησης των παιδιών και των εφήβων από ενήλικους ή ανήλικους θύτες έρχεται ξανά στο προσκήνιο με τον πιο τραγικό τρόπο, καθιστώντας επιβεβλημένη τη συντονισμένη παρέμβαση για την αποφυγή τέτοιων θλιβερών φαινομένων στο μέλλον.
Η Άρτεμις Τσίτσικα, αναπληρώτρια καθηγήτρια Παιδιατρικής-Εφηβικής Ιατρικής ΕΚΠΑ, Πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Εφηβικής Ιατρικής και Επιστημονική Υπεύθυνος Προγραμμάτων «φιλικών» για εφήβους/νέους των Π.Ο.Υ - ΕΚΠΑ και των Προγραμμάτων Κατάρτισης του Υπουργείου Υγείας χαρτογραφεί την εικόνα της θυματοποίησης των παιδιών στην Ελλάδα και εξηγεί στη συνέντευξη που παραχωρεί στο Liberal.gr πώς μπορεί να υπάρξει πρόληψη, ξεκινώντας μέσα από τις πρώτες τάξεις του σχολείου. Μέσα από τη συνέντευξή της, η ειδικός στέλνει το μήνυμα πως, η θυματοποίηση των παιδιών δεν πρέπει να αποτελεί θέμα - ταμπού, που το κρύβουμε κάτω από το χαλί γιατί μας κάνει να αισθανόμαστε αμηχανία ή το βρίσκουμε απωθητικό.
Συνέντευξη στην Αλεξία Σβώλου
Παίρνει μεγάλες διαστάσεις το θέμα της θυματοποίησης των παιδιών, στην εποχή της Covid;
Τα νούμερα που αποδίδουν την πραγματικότητα για την παιδική κακοποίηση στην Ελλάδα είναι «σκοτεινά», και τα υπάρχοντα στοιχεία υπονοούν μία συνεχώς ανοδική τάση. Οι επιπτώσεις της κοινωνικοοικονομικής κρίσης, η υπεραπασχόληση ή ανεργία των γονέων, οι συναισθηματικές τους δυσκολίες και το «κλείσιμο» στον εαυτό, το διαζύγιο και οι νέες μορφές οικογένειας, η ενίσχυση συμπεριφορών βίας και οι κίνδυνοι που προκύπτουν από την αλόγιστη διαδικτυακή έκθεση μπορεί να συμβάλλουν, σε ορισμένες τουλάχιστον περιπτώσεις, στην αύξηση των αριθμών παιδικής και εφηβικής κακοποίησης, αλλά και παραμέλησης.
Γνωρίζουμε κατ’ εκτίμηση πόσα παιδιά γίνονται θύματα κακοποιητικών συμπεριφορών στην Ελλάδα;
Τα ποσοστά κακοποίησης στον παιδικό και εφηβικό πληθυσμό παρουσιάζουν μεγάλη διακύμανση, εξαιτίας των διαφορετικών ορισμών που χρησιμοποιούν οι μελέτες καταγραφής. Αδρά υπολογίζεται ένα ποσοστό 10-20%, ενώ μορφές κακοποίησης είναι η σωματική, η λεκτική, η ψυχολογική, η σεξουαλική και η παραμέληση (συχνότερη μορφή, μπορεί να είναι συναισθηματική, εκπαιδευτική, ιατρική). Κατά τη διάρκεια της πανδημίας, τα ποσοστά αυτά διπλασιάστηκαν και ο διαδικτυακός εκφοβισμός έφτασε στο 50%.
Από πού ξεκινά η παιδική κακοποίηση και ποια είναι τα πρώτα σημάδια εκδήλωσης του φαινομένου;
Η κακοποίηση μπορεί να εκδηλωθεί στις πρώτες μέρες, τους πρώτους μήνες ζωής ενός παιδιού και ο κίνδυνος αυξάνεται με τα χρόνια. Ανεξάρτητα από την αιτία προσέλευσης της κακοποίησης, γίνεται πάντα ανίχνευση της πιθανότητας κακοποίησης-παραμέλησης που μπορεί να αποτελεί την υποβόσκουσα αιτία διαφόρων συμπεριφορών, αλλά και οργανικών προβλημάτων.
Βασικά συμπτώματα που προβληματίζουν είναι η απότομη πτώση της σχολικής επίδοσης, η αλλαγή στη συμπεριφορά (καταθλιπτικό συναίσθημα, αυτοκτονικότητα, εκρήξεις βίας, ανεξήγητο κλάμα, φοβίες, άγχος, εξαρτήσεις), συχνά ατυχήματα, δυσλειτουργική σχέση με το περιβάλλον, μεταβολές στη διατροφή (υπερφαγία, ανορεξία), στον ύπνο (αϋπνία, αλλαγή ωραρίου, υπερβολικός ύπνος), εγκατάλειψη αγαπημένων δραστηριοτήτων, δυσκολία συγκέντρωσης, αδιαφορία για τους φίλους ή τα φλερτ, κακή σωματική υγιεινή και παραμέληση εαυτού.
Η ενασχόληση με το θέμα της κακοποίησης για τους επιστήμονες είναι διαρκής καθώς αποτελεί προοδευτικά διογκούμενο φαινόμενο των καιρών και παράλληλα, έχουμε ασχοληθεί και εκπαιδευτικά με το θέμα, με την έκδοση φυλλαδίων για τα σχολεία (όπως το φυλλάδιο 9, «Τι συμβαίνει στην εφηβεία;») αλλά και το εκπαιδευτικό εργαλείο «Άλκης και Κλαίρη», για τα παιδιά του Δημοτικού με υποθετικά σενάρια, ασκήσεις - δραστηριότητες και βιβλίο γονέων.
Πώς αντιμετωπίζεται η θυματοποίηση των παιδιών;
Είναι πολλαπλά διαπιστωμένες οι πολύπλευρες και μακροχρόνιες συνέπειες της κακοποίησης των παιδιών. Η αντιμετώπιση είναι πάντα ολιστική και αυστηρά εξατομικευμένη. Διαφέρουν οι καταστάσεις, οι ιδιαιτερότητες, οι οικογένειες, οι ανάγκες και οι δυνατότητες κάθε παιδιού, και απαιτείται ένα πρόγραμμα «κομμένο και ραμμένο στα μέτρα του». Βασικό είναι να νιώσει ασφάλεια, επικοινωνία, ζεστασιά και πραγματικό ενδιαφέρον στο πλαίσιο που απευθύνεται.
Βασικοί στόχοι είναι να έρθουν στην επιφάνεια συναισθήματα, βιώματα, σκέψεις και να αρχίσει η επούλωση, να συζητηθούν οι σχέσεις, να προταθούν τρόποι διαχείρισης και να γίνει προσπάθεια λειτουργικότητας και μελλοντικής ενεργοποίησης με κατάκτηση στόχων. Η σχέση με τους θεράποντες είναι πολύτιμη και μακροπρόθεσμη. Πολλά παιδιά διατηρούν σχέση και μετά την ενηλικίωσή τους, ενώ άλλα απομακρύνονται μόλις νιώσουν δυνατά, στο πλαίσιο της προσπάθειάς τους να κλείσουν το τραυματικό αυτό κεφάλαιο ζωής. Ο «θύτης» χρειάζεται επίσης φροντίδα και επαναπροσδιορισμό του πλαισίου του, με ό,τι συνεπάγεται αυτό.
Ποιες είναι οι νέες μορφές κακοποίησης παιδιού και εφήβου;
Με τη διείσδυση των νέων τεχνολογιών στην καθημερινότητα των παιδιών, αναπτύχθηκαν και οι σχετικές συμπεριφορές υψηλού κινδύνου. Το διαδίκτυο προσφέρει απεριόριστη ελευθερία έκφρασης, ανωνυμία και συνεπώς δυνατότητα να εκφραστούν και οι σκοτεινές πτυχές της ανθρώπινης φύσης. Έτσι η βία και ο εκφοβισμός, η έκθεση προσωπικών δεδομένων σε μη ελεγχόμενο αριθμό χρηστών, συμπεριφορές φθόνου, εκδίκησης και ο εμπαιγμός αδυνάμων ή/και «διαφορετικών» με οποιοδήποτε τρόπο, μέσα από τον υπολογιστή ή το κινητό μπορεί να θυματοποιήσουν παιδιά και εφήβους. Η διαδικτυακή αποπλάνηση (grooming), κατά την οποία κάποιο πρόσωπο παρουσιάζει ψευδές προφίλ με στόχο να πλησιάσει ανήλικο και να τον/την παρενοχλήσει στο φυσικό κόσμο, αποτελεί υπαρκτό και σημαντικό κίνδυνο. Το ακατάλληλο περιεχόμενο (ρατσιστικό, βίαιο, πορνογραφικό, παιδοφιλικό), στο οποίο μπορεί να εκτεθεί ο έφηβος χωρίς τη θέλησή του, μπορεί να σοκάρει και να τραυματίσει σε μικρές ηλικίες.
Το εκπαιδευτικό βιβλίο είναι ένα σημαντικό εργαλείο για να μάθουν τα παιδιά να αναγνωρίζουν τις κακοποιητικές συμπεριφορές. Ποια ανάλογα «εργαλεία ξεχωρίζουν στα ελληνικά σχολεία;
Υπάρχουν δύο πολύ σημαντικά εργαλεία για τα ελληνικά σχολεία. Το πρώτο είναι το «Αγαπώ το σώμα μου», Εκδόσεις Π.Χ. Πασχαλίδης, το οποίο απευθύνεται στην προσχολική ηλικία και την πρώτη τάξη του Δημοτικού, ακολουθώντας την ανάγκη ενημέρωσης και καθοδήγησης των παιδιών από πολύ μικρή ηλικία, για την προστασία τους. Ένα παιδί μπορεί να μάθει πως υπάρχουν «καλά» και «κακά» αγγίγματα, συμπεριφορές που μπορεί να προβληματίσουν, συνθήκες που ενδέχεται να οδηγήσουν σε αδιέξοδα.
Το δεύτερο σημαντικό εκπαιδευτικό «εργαλείο» είναι το «Κακοποίηση παιδιού και εφήβου», Οδηγός ανίχνευσης, Αντιμετώπισης και Πρόληψης, στο οποίο συνεργάστηκε ο ψυχίατρος Ορέστης Γιωτάκος. Στις σελίδες του δίνονται με πολύ απλό και εύληπτο τρόπο πληροφορίες για τις μορφές κακοποίησης των παιδιών και τα σημάδια που μπορεί να οδηγήσουν τον γονέα, τον εκπαιδευτικό, άλλους ενήλικες και γενικότερα τον μη ειδικό στην υποψία και την ανίχνευση της πιθανότητας κακοποίησης ή παραμέλησης ενός παιδιού ή εφήβου. Και τα δύο προαναφερθέντα βιβλία συμβάλλουν στην πρόληψη, η οποία απαιτεί χρόνο, τόλμη, έμπνευση και υπομονή. Πάντοτε όμως αξίζει τον κόπο.
Ποιες δράσεις υλοποιούνται στη μαθητική κοινότητα προς την αντιμετώπιση της θυματοποίησης;
Δίνουμε έμφαση στην πρόληψη και υλοποιούμε προγράμματα κοινωνικής συναισθηματικής ενδυνάμωσης (CASEL) κατάρτισης ειδικών (Υπουργείο Υγείας, Παιδιά και έφηβοι στις ημέρες Covid-19) και εκπαιδευτικά προγράμματα στα σχολεία, με τη χρήση του σχετικού εκπαιδευτικού υλικού (SELMA, ENABLE, YOUTHPOWER). Επίσης στην πατρίδα μας λειτουργεί η πρώτη σε παγκόσμιο επίπεδο youth to youth ιντερνετική πλατφόρμα we-knowhow.gr, την οποία «έφτιαξαν» έφηβοι για τους εφήβους και δίνει συμβουλές στη γλώσσα των παιδιών, με την αργκό που αυτά χρησιμοποιούν και κυρίως μέσα από την οπτική που τα παιδιά βλέπουν στον κόσμο.
* H Άρτεμις Τσίτσικα, αναπληρώτρια καθηγήτρια παιδιατρικής-εφηβικής Ιατρικής, Πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Εφηβικής Ιατρικής