Ανέλαβα καθήκοντα ως Αντιπρόσωπος του Ύπατου Αρμοστή του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες στην Ελλάδα πριν από έξι εβδομάδες. Η θέση μου αυτή αποτελεί την πιο σημαντική της καριέρας μου στα Ηνωμένα Έθνη – μιας καριέρας που με πήγε στην Αφρική, την Ευρώπη και τη Λατινική Αμερική.
Νιώθω μεγάλη τιμή που εργάζομαι για τους πρόσφυγες στην Ελλάδα – τη χώρα όπου γεννήθηκε η έννοια, η λέξη και ο θεσμός του ασύλου. Αλλά ακόμα περισσότερο, νιώθω ιδιαίτερη τιμή καθώς αναλογίζομαι, όπως και πολλοί άλλοι άνθρωποι ανά τον κόσμο, την ανθρωπιά και την αλληλεγγύη που έδειξε ο ελληνικός λαός προς τους πρόσφυγες κατά τη διάρκεια της κρίσης πριν από μερικά χρόνια, αξίες που χρειαζόμαστε σήμερα σε τόσο μεγάλο βαθμό.
Οι καιροί αλλάζουν και δεν βλέπουμε πια τις μαζικές μετακινήσεις που ζήσαμε πριν στην περιοχή. Ωστόσο, οι προκλήσεις των πολέμων, των συγκρούσεων, των μαζικών παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, σε συνδυασμό με την κλιματική αλλαγή, συνεχίζουν να οδηγούν στη συνεχή αύξηση του αριθμού των αναγκαστικά εκτοπισμένων πληθυσμών παγκοσμίως.
Η πανδημία του κορoνοϊού έχει επιδεινώσει ακόμα περισσότερο την κατάσταση σε παγκόσμιο επίπεδο, επιφέροντας περαιτέρω φτώχεια, ανισότητα και αναταραχή. Υπάρχουν περίπου 26,6 εκατομμύρια πρόσφυγες παγκοσμίως. Επιπλέον 51 εκατομμύρια έχουν εκτοπιστεί στο εσωτερικό της χώρας τους και επιπρόσθετα, υπάρχουν περίπου 281 εκατομμύρια μετανάστες σε όλο τον κόσμο.
Είναι αλήθεια ότι οι μικτές μετακινήσεις προσφύγων και μεταναστών θέτουν πραγματικές προκλήσεις στα κράτη, στα συστήματα ασύλου, στις τοπικές κοινότητες. Αλλά ας μην ξεχνάμε ότι το να είναι κάποιος πρόσφυγας είναι αποτέλεσμα περιστάσεων. Κανείς δεν επιλέγει να είναι πρόσφυγας – γίνεται πρόσφυγας επειδή διώκεται για τις απόψεις του, την εθνότητά του, την εθνικότητά του, τη γλώσσα του, τη θρησκεία του – βασικά διώκεται για αυτό που είναι. Και ας μην ξεχνάμε ότι η μεγάλη πλειοψηφία – πάνω από το 85 τοις εκατό – των προσφύγων παγκοσμίως δεν βρίσκεται στην Ευρώπη. Βρίσκεται στην Αφρική, τη Μέση Ανατολή και την Ασία.
Ο περιορισμένος αριθμός των προσφύγων στην Ευρώπη, σε συνδυασμό με τις προηγμένες οικονομίες και τα συστήματα διακυβέρνησής της, σημαίνει ότι οι πρόσφυγες μπορούν να γίνουν δεκτοί με θετικό τρόπο. Πολλοί πρόσφυγες διαθέτουν δεξιότητες που οι χώρες μας θέλουν και έχουν ανάγκη, έχουν μια τεράστια επιθυμία να αποκομίσουν γνώσεις, να ενταχθούν και να συνεισφέρουν. Θα πρέπει να αξιοποιήσουμε αυτό το δυναμικό στο μέγιστο, καθώς μπορεί να φέρει μεγάλα οφέλη στις χώρες που τους φιλοξενούν, μέσω της ένταξης – μέσω δηλαδή της συμπερίληψης και της συμμετοχής τους στις επιτυχίες και τις ευθύνες της χώρας υποδοχής τους.
Καθ’ όλη τη διάρκεια της επαγγελματικής μου σταδιοδρομίας, για περισσότερες από δύο δεκαετίες, με τα Ηνωμένα Έθνη, το έχω δει αυτό να παίρνει σάρκα και οστά ξανά και ξανά. Ένα πρόγραμμα ένταξης που λαμβάνει υπόψη τις ανάγκες της χώρας και μπορεί να αξιοποιήσει τις δεξιότητες των προσφύγων είναι πρωταρχικής σημασίας. Με τον ίδιο τρόπο που κανείς δεν επιλέγει να είναι πρόσφυγας, κανείς δεν επιθυμεί να ζει μια ζωή με βοηθήματα και ελεημοσύνη.
Οι πρόσφυγες, όπου κι αν βρίσκονται, θέλουν να σταματήσουν να εξαρτώνται από την παροχή ανθρωπιστικής βοήθειας, θέλουν να καλύπτουν μόνοι τους τις ανάγκες τις δικές τους και των παιδιών τους, με αξιοπρέπεια, ασφάλεια και με διάρκεια. Είναι πιο ικανοποιημένοι όταν εργάζονται και πληρώνουν φόρους – προτιμούν να είναι ενεργοί και να δίνουν πίσω στις χώρες και τις κοινωνίες που τους παρέχουν προστασία.
Έχοντας δουλέψει σε τρεις ηπείρους, έχω δει μυριάδες τέτοια παραδείγματα σε όλο τον κόσμο, όπως και στην Ελλάδα. Και έχω δει τα οφέλη που μπορεί να φέρει η ένταξη.
Στις κοινότητες υποδοχής, οι οποίες μπορούν να επωφεληθούν από νέες οικονομικές πρωτοβουλίες, καθώς οι επιχειρήσεις των προσφύγων δημιουργούν συχνά θέσεις εργασίας στην κοινότητα, ενώ οι ίδιοι οι πρόσφυγες μπορούν να προσφέρουν γνώση και τεχνικές δεξιότητες που είναι απαραίτητες στις χώρες που τους φιλοξενούν.
Στις εταιρείες, καθώς η συμπερίληψη διαφορετικών ανθρώπων βελτιώνει την παραγωγικότητα και δίνει ώθηση στην καινοτομία: αρκετές μελέτες σε διεθνές επίπεδο δείχνουν ότι ένα ποικίλο εργατικό δυναμικό μπορεί να αυξήσει την παραγωγικότητα και την καινοτομία, σε κάποιες περιπτώσεις έως και 40 τοις εκατό.
Η ένταξη αποφέρει επίσης οφέλη στην οικονομία: μελέτες σε χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης δείχνουν ότι, για παράδειγμα, μια επένδυση ενός ευρώ στην ένταξη των προσφύγων μπορεί να επιφέρει δύο ευρώ όφελος σε λιγότερο από πέντε χρόνια. Και τέλος, η ένταξη μπορεί να ωφελήσει την κοινωνία συνολικά, καθώς προάγει την ειρήνη και την κοινωνική συνοχή, μειώνει τις κοινωνικές συγκρούσεις και τις επιπτώσεις που αυτές επιφέρουν.
Η ένταξη είναι μια εφικτή λύση που μπορεί να αποφέρει ένα ευρύ φάσμα από πλεονεκτήματα σε όλες τις χώρες που την επιδιώκουν μέσα από καλές πολιτικές και πρακτικές.
Η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες έχει περισσότερα από 70 έτη εμπειρία στον τομέα της εξεύρεσης λύσεων, συμπεριλαμβανομένης της ένταξης. Αποτελεί για εμάς χαρά και τιμή να συνεχίσουμε τη συνεργασία μας με την Ελλάδα ώστε να «ξεκλειδώσουμε» το δυναμικό της ένταξης προς όφελος των προσφύγων στην Ελλάδα και των Ελλήνων πολιτών, αλλά και της κοινωνίας στο σύνολό της.
* H Maria Clara Martin είναι Αντιπρόσωπος Ύπατης Αρμοστείας ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες στην Ελλάδα.