Οι τράπεζες δεν θα καταφέρουν να χρηματοδοτήσουν την οικονομία και δεν αποκλείεται να χρειαστούν εκ νέου κεφάλαια, αν δεν επιστρέψουν καταθέσεις αρκετών δισεκατομμυριών ευρώ και δεν υποχωρήσουν τα «κόκκινα» δάνεια.
Αυτό υποστηρίζουν αναλυτές μεγάλων ξένων οίκων στο liberal.gr. Γιατί τα λέμε όλα αυτά λίγο μετά την κεφαλαιακή ενίσχυση των τραπεζών;
Γιατί αν ρίξει κανείς μία ματιά στα δημοσιεύματα που αναφέρονται στην ολοκλήρωση της ανακεφαλαιοποίησης θα νομίζει ότι κάποιος έχει βαλθεί να μας τρελάνει.
Για μία ακόμη φορά – και μάλιστα σε διάστημα τριών ετών - φράσεις όπως «γερές βάσεις», «απόλυτη επιτυχία», ή «θωρακισμένες κεφαλαιακά» συνοδεύουν τις «επιτυχημένες» ΑΜΚ της Εθνικής Τράπεζας, της Τράπεζας Πειραιώς, της Eurobank και της Alpha Bank.
Το θέμα δεν είναι αν οι τράπεζες καταφέρνουν να βρουν τα κεφάλαια που επιθυμούν, αλλά το πότε θα σταματήσουν να «ματώνουν», να χάνουν σε αξία και να βρίσκονται εγκλωβισμένες, μαζί με ολόκληρη την οικονομία, μεταξύ πολιτικών σκοπιμοτήτων και, επίσης πολιτικής, ανικανότητας.
Πόσο ισχυρές μπορούν να θεωρούνται οι τράπεζες όταν η κυβερνητική συνοχή δοκιμάζεται και η πολιτική αβεβαιότητα παραμένει; Μήπως, τελικά, η... θωράκισή τους εξαρτάται από την πρόθεση για πολιτική συνεννόηση, ή οποία μέχρι σήμερα δεν φαίνεται πουθενά;
Και πως μπορεί ο μέτοχος να... κοιμάται ήσυχος όταν η οικονομία παραπαίει και η αντίστροφη μέτρηση για να εκραγεί η βόμβα των «κόκκινων» δανείων φτάνει στο τέλος της;
Μία βόμβα που σύμφωνα με την Fitch αγγίζει, πλέον, τα 112 δισ. ευρώ. Ποσό ανάλογο των 116 δισ. ευρώ καταθέσεων που έχουν κάνει φτερά. Με άλλα λόγια, οι τράπεζες προσπαθούν όλα αυτά τα χρόνια να σηκώσουν ένα «βάρος» 230 δισ. ευρώ, όσο δηλαδή το ΑΕΠ της χώρας!
Την ίδια ώρα, το γεγονός ότι, τουλάχιστον προς το παρόν, αποφεύχθηκε το «κούρεμα» των καταθέσεων – λες και η μείωση των εισοδημάτων εδώ και πέντε χρόνια δεν είναι κούρεμα και μάλιστα με... την ψιλή – δεν σημαίνει ότι οι μέτοχοι των τραπεζών χαίρονται που βλέπουν την αξία των τραπεζικών «χαρτιών» να «αγγίζει» το απόλυτο τίποτα. Ούτε οι φορολογούμενοι που το ΤΧΣ έχασε το μεγαλύτερο μέρος των 25+14 δισ. ευρώ που διέθεσε για την ανακεφαλαιοποίηση των συστημικών τραπεζών και την αναδιάρθρωση προβληματικών ιδρυμάτων. Σημειωτέον, στα τέλη του 2014 ο στόχος του ΤΧΣ ήταν να ανακτήσει έως και 30 δισ. ευρώ.
Δεν είναι η πρώτη, ούτε η δεύτερη, αλλά η τρίτη κατά σειρά ανακεφαιοποίηση (τέταρτη αν συνυπολογιστούν και τα κεφάλαια... Αλογοσκούφη) και δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ότι τα 40 δισ. ευρώ οι τράπεζες τα χρειάστηκαν για να «συνέλθουν» από το εκρηκτικό περιβάλλον που δημιουργήθηκε μετά το PSI, την πενταετή ύφεση, τη φυγή καταθέσεων και την εκτίναξη των «κόκκινων» δανείων.
Δυστυχώς, ακόμη και σήμερα κάποιοι βλέπουν το ποτήρι μισοάδειο. Το Liberal.gr επικοινώνησε με αναλυτές μεγάλων ξένων οίκων που έχουν παρακολουθήσει όλο το... ελληνικό δράμα, και τους ζήτησε τις εκτιμήσεις τους για το μέλλον των ελληνικών τραπεζών. Δεν είναι τυχαίο ότι όλοι στάθηκαν σε έναν και μόνο παράγοντα (εκτός πολιτικών εξελίξεων), που δεν είναι άλλος από τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια.
Ας μη γελιόμαστε. Αν η διαχείριση των «κόκκινων» δανείων γίνει με την ίδια αποτελεσματικότητα που είδαμε να λειτουργούν οι κυβερνήσεις στα χρόνια της κρίσης, τότε δεν υπάρχει σωτηρία. Γιατί αν το φαινόμενο των «κόκκινων» δανείων ξεφύγει από τον έλεγχο, θα πρέπει να θεωρείται δεδομένο ότι η οικονομία θα εκτροχιαστεί εντελώς.
Οι ίδιοι αναλυτές εκτιμούν ότι το πρόβλημα είναι πολύ μεγάλο για να λυθεί μόνο με την εμπλοκή ορισμένων hedge funds που θα φέρουν ανατροπές κυρίως στο επιχειρηματικό σκηνικό. Υποστηρίζουν πως το να ανακτηθούν ακόμη και 10 δισ. ευρώ από τα προβληματικά δάνεια δεν αλλάζει το τοπίο, ενώ η επιστροφή καταθέσεων άνω των 30 δισ. ευρώ θεωρείται επιβεβλημένη.
Θα πρέπει να εξεταστούν όλες οι λύσεις και σίγουρα μία καλή αρχή είναι να ξεμπλοκάρει ο νόμος Κατσέλη και οι τράπεζες να επιταχύνουν τις προσπάθειες «συμβιβασμών», προσθέτουν.
Σε ό,τι αφορά συγκεκριμένα τα επιχειρηματικά δάνεια, σημειώνουν ότι η μετοχοποίηση των απαιτήσεων και η αναδιάρθρωση των εταιρειών αποτελεί μία προοπτική που θα μπορούσε να φέρει κάποια αποτελέσματα, ωστόσο μέχρι στιγμής δεν έχουν γίνει τα απαραίτητα προς αυτή την κατεύθυνση βήματα, εκτός από μεμονωμένες περιπτώσεις.
Δεν θα σταθούμε στο αν και στο πως μπορούν να πωληθούν τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια στα hedge funds ή αν αυτό συμφέρει τις τράπεζες. Αυτό που κυρίως ενδιαφέρει την αγορά είναι οι επιπτώσεις που θα έχει η «διαχείριση» των εν λόγω δανείων.
Υπάρχουν, βέβαια, και αυτοί που βλέπουν το ποτήρι μισογεμάτο, στεκόμενοι στο γεγονός ότι δεν χρειάστηκαν όλα τα κεφάλαια που είχαν δεσμευθεί για τις τράπεζες και άρα επιβαρύνεται λιγότερο το δημόσιο χρέος. Επιπλέον, η αποφυγή του bail-in συνιστά από μόνη της μία σημαντική επιτυχία, απαραίτητη για την ανάκαμψη, αν σκεφτούμε ότι πριν λίγους μήνες συζητούσαμε για το αν θα καταφέρει να παραμείνει η χώρα μας στην Ευρωζώνη.
Για να ανακάμψουν, όμως, οι τράπεζες, πρέπει να αρχίσουν να μειώνονται τα κόκκινα δάνεια, και αυτό δεν μπορεί να συμβεί αν δεν αναπτυχθεί η οικονομία. Όλα τ' άλλα είναι λόγια. Ποιος μπορεί να πει με βεβαιότητα ότι από αύριο οι τράπεζες θα έχουν καλύτερο μέλλον, όταν μάλιστα λειτουργούν σε περιβάλλον περιορισμών;
Και πως θα αντιστραφεί η τάση στα κόκκινα δάνεια, όταν η φορολογική επιδρομή της κυβέρνησης δεν αφήνει την κοινωνία να πάρει ανάσα; Όσο για τα κεφάλαια που ενδεχομένως να χρειαστούν στο μέλλον, αυτά θα εξαρτηθούν σε πολύ μεγάλο βαθμό από τις επιδόσεις της οικονομίας.
Για όλους αυτούς τους λόγους καλύτερα να κρατήσουμε τους πανηγυρισμούς για αργότερα.