Βεβαίως και ανέβηκε ο πληθωρισμός. Βεβαίως και οι ανατιμήσεις στο ηλεκτρικό ρεύμα, κυρίως, στα καύσιμα αλλά και στις πρώτες ύλες δημιουργούν αλυσιδωτά προβλήματα στο πορτοφόλι του νοικοκυριού και στο κόστος των επιχειρήσεων. Βεβαίως και πρόκειται για ταυτόχρονη πίεση από την αναταραχή στο διεθνές εμπόριο και τους περιορισμούς στην κινεζική παραγωγή καθώς και από το γεωπολιτικό μπρα-ντε-φερ του Πούτιν.
Δεν ήρθε όμως η καταστροφή. Η απότομη ποσοστιαία μεταβολή οφείλεται, στατιστικά, στο γεγονός ότι την ίδια περσινή περίοδο, προς την οποία συγκρίνουμε, ο πληθωρισμός έπεφτε, για τους ίδιους αλλά από την ανάποδη λόγους, αφού διανύσαμε την ύφεση της πανδημίας.
Πράγματι, αν κοιτάξετε το μέσο όρο των τελευταίων 12 μηνών, που δείχνει καλύτερα την πραγματική επίπτωση στα εισοδήματα, ο πληθωρισμός κινείται με 1,2%. Γι' αυτό και οι κεντρικές τράπεζες, που φοβούνται πρώτες και περισσότερο τον πληθωρισμό, επειδή φθείρει τη διεθνή αξία του νομίσματός «τους», παραμένουν ψύχραιμες και δεν αυξάνουν απότομα τα επιτόκιά τους.
Σε κάθε περίπτωση είναι καλό ότι ακόμη και η «αριστερή» αντιπολίτευση δεν θέλει τον πληθωρισμό. Κουβέντα δεν τους έπαιρνες τα παλιά χρόνια, όταν ο τιμάριθμος έτρεχε επί δεκαετίες με διψήφια ποσοστά. Όσοι ακόμη θαυμάζουν τα έργα ΠΑΣΟΚ-Παπανδρέου πιστεύουν ότι ζούσαν καλύτερα τότε με πληθωρισμούς γύρω στο 20%. Υπάρχει λογική εξήγηση: έδινε, τότε, το κράτος, αντίστοιχα μεγάλες αυξήσεις, αν και πάντα κάτω από τον τελικό πληθωρισμό. Λίγοι θυμούνται ότι ο «μέγας οικονομολόγος» πρέσβευε, εν τοις πράγμασι, την πολιτική «χαμηλά επιτόκια και άσε τη δραχμή να καταρρέει». Αν κάτι σας θυμίζει αυτή η «θεωρία» δεν κάνετε λάθος. Περάσαμε και από αυτήν, προτού την «ανακαλύψει» ο …γείτονας.
Ο πληθωρισμός θα επιμείνει για κάποιους μήνες ακόμη μέχρι να κάνει τον κύκλο του και σταθεροποιηθεί. Αναλόγως με την πορεία του Covid, τον αποσυντονισμό της κινεζικής οικονομίας, την κατάσταση με την Ουκρανία και άλλα παρόμοια. Η κυβέρνηση θα συνεχίσει επίσης να στηρίζει τα ευάλωτα νοικοκυριά για τους χειμερινούς μήνες. Σε κάθε περίπτωση όμως η αναταραχή θα κοστίσει.
Υπάρχει ένα άλλο ζήτημα, πολύ πιο ευρύ και σοβαρό, κατά την άποψή μου. Ο πληθωρισμός είναι ευκαιρία να ξαναδούμε, κυρίως οι επιχειρήσεις και προφανώς το κράτος, το θέμα του μεριδίου των μισθωτών στο εθνικό εισόδημα. Στη διάρκεια της δεκαετούς χρηματοοικονομικής και δημοσιονομικής κρίσης οι μισθωτοί (πέραν του κρατικού τομέα) υπέστησαν μεγάλες περικοπές. Κυρίως επειδή η οικονομία αντιμετώπισε ύφεση και, ως εκ τούτου, ανεργία. Με την προγραμματισμένη, μετά το 2012, αρχικώς για δυο-τρία χρόνια, περικοπή του ελάχιστου συμβατικού μισθού, «διευκολύνθηκαν» χιλιάδες μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις. Σημειώστε ότι ο διοικητικά προσδιοριζόμενος κατώτατος μισθός αφορά 1 στους 4 μισθωτούς, ιδιαίτερα στην εστίαση και τις χαμηλής ειδίκευσης εργασίες. Οι μεγαλύτερες και καλύτερα οργανωμένες επιχειρήσεις διατήρησαν, σε γενικές γραμμές, ένα καλύτερο επίπεδο αμοιβών.
Είναι καιρός να αλλάξουμε τη μεγάλη εικόνα. Χωρίς την τρομακτική κορονο-ύφεση θα είχαμε ήδη διαπιστώσει σταδιακή και σημαντική άνοδο των μισθών. Μέχρι την άνοιξη, εφόσον η πανδημία χαλαρώσει, θα χρειαστεί να κάνουμε ακριβώς αυτό. Ήδη άλλωστε, οι ανταγωνιστικές επιχειρήσεις, που πετυχαίνουν τα τελευταία χρόνια άνοδο του κύκλου εργασιών τους (πωλήσεις) προχωρούν σε αυξήσεις. Πολύ σωστά πράττουν. Το ίδιο οφείλουν να κάνουν όλες, αναλόγως της επιτυχίας τους στην αγορά. Να μη ξεχνούν πως χρωστούν πολλά στους εργαζομένους τους, οι οποίοι τις στήριξαν στα δύσκολα χρόνια της κρίσης.
Χρειάζεται όμως και το σύνθημα. Κάτι τέτοιο θα είναι η αναπροσαρμογή της αγοραστικής αξίας της κατώτατης αμοιβής. Σε λίγες εβδομάδες, η κατά το νόμο (που ισχύει με το τρίτο μνημόνιο) διαδικασία προβλέπεται να έχει ολοκληρωθεί. Η κυβέρνηση θα έχει ανά χείρας τη σχετική εισήγηση και θα κληθεί να αποφασίσει. Είμαι σίγουρος ότι η απόφαση θα ανταποκρίνεται στις πληθωριστικές πιέσεις. Όταν και εφόσον οι πιέσεις αυτές υποχωρήσουν θα προκύψει σημαντική βελτίωση της αγοραστικής δύναμης.
Το μήνυμα για την αναβάθμιση των μισθών και μέσω αυτής για την ουσιαστική αναδιανομή του εθνικού εισοδήματος πρέπει να λάβει πολιτική έκφραση στο ανώτατο επίπεδο. Με προφανείς επιπτώσεις στην πολιτική σκηνή.
*Ο Μπάμπης Παπαδημητρίου είναι δημοσιογράφος και βουλευτής