Οι ολλανδοί ψηφοφόροι αποφασίζουν σήμερα εάν θα εγκρίνουν ή θα απορρίψουν την συμφωνία σύνδεσης ανάμεσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση και την Ουκρανία σε ένα συμβουλευτικού χαρακτήρα δημοψήφισμα, το οποίο είναι πιθανόν να αποδειχθεί υψηλής πολιτικής σημασίας για την Ένωση, ένα τεστ για τα αισθήματα της ολλανδικής κοινής γνώμης απέναντι στην ΕΕ με ιδιαίτερο βάρος εν όψει του βρετανικού δημοψηφίσματος για την παραμονή της χώρας στην Ένωση.
Το κείμενο της συμφωνίας σύνδεσης ΕΕ-Ουκρανίας είναι ανάλογο με τις συμφωνίες που η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει υπογράψει με μία σειρά χωρών, την Αλβανία, τη Σερβία, την Τουρκία, τη Γεωργία, τον Μόλδοβα, το Μαρόκο, τη Χιλή... Στο κεφάλαιο των εμπορικών σχέσεων προβλέπει τη δημιουργία ζώνης ελεύθερου εμπορίου με την Ουκρανία και σε πολιτικό επίπεδο αναφέρεται σε ένα «συμβόλαιο σύνδεσης».
Η συμφωνία πρέπει να επικυρωθεί και από τις 28 χώρες μέλη της ΕΕ για να τεθεί σε ισχύ. Η Ολλανδία είναι η μόνη χώρα που δεν την έχει επικυρώσει. Το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος δεν είναι δεσμευτικό και, κατά συνέπεια, η επικράτηση του «όχι» δεν θα αναγκάσει την ολλανδική κυβέρνηση να προβάλει βέτο στην συμφωνία σύνδεσης με την Ουκρανία. Ωστόσο ο εύθραυστος κυβερνών συνασπισμός της Ολλανδίας δεν θα μπορεί να αγνοήσει ένα αρνητικό αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος, έναν χρόνο πριν από τις προγραμματισμένες βουλευτικές εκλογές.
Η πολέμιοι της συμφωνίας σύνδεσης ΕΕ-Ουκρανίας θεωρούν ότι ωθεί την Ένωση σε μία συμμαχία με μία διεφθαρμένη χώρα που χρειάζεται δισεκατομμύρια ευρώ οικονομικής βοήθειας. Και, αν και πρόκειται ουσιαστικά για συμφωνία εμπορικής συνεργασίας που δεν επιτρέπει στους Ουκρανούς να εργασθούν στην ΕΕ, θεωρούν ότι αποτελεί τον προθάλαμο για μελλοντική ένταξη της χώρας στην ΕΕ.
Η απόρριψη της συμφωνίας σύνδεσης της ΕΕ με την Ουκρανία, από τους ψηφοφόρους ή από την ολλανδική κυβέρνηση, θα αποτελέσει πολιτική νίκη του προέδρου της Ρωσίας Βλαντίμιρ Πούτιν, που είναι αντίθετος με την ενίσχυση των σχέσεων του Κιέβου με την Ευρώπη, στον λεκτικό του πόλεμο με τη Δύση.
Μία απόφαση της ΕΕ να εφαρμόσει τη συμφωνία παρά την πιθανή αρνητική ψήφο στο ολλανδικό δημοψήφισμα, είτε η ολλανδική κυβέρνηση την εφαρμόσει είτε όχι, θα πλήξει την εικόνα της Ένωσης, θα υπονομεύσει την ικανότητά της να εμφανίσει ενιαίο μέτωπο στην κοινή εξωτερική της πολιτική και θα στείλει ένα μήνυμα προς τους Ουκρανούς ότι, όσο και να επιθυμούν να προσεγγίσουν την Ευρώπη, εκείνη δεν τους θέλει.
Πολλοί Ολλανδοί αισθάνονται ότι καλούνται να επιλέξουν ανάμεσα σε δύο κακά: τα σχέδια της Ευρωπαϊκής Ένωσης για επέκταση που αντιστοιχούν στο όραμα κάποιων γραφειοκρατών στις Βρυξέλλες ή την υποστήριξη προς τον Πούτιν τον οποίο κατηγορούν για την κατάρριψη της πτήσης MH17 στην ανατολική Ουκρανία που οδήγησε στον θάνατο 200 ολλανδούς πολίτες τον Ιούλιο 2014.
Στις τελευταίες δημοσκοπήσεις, το «όχι» φαίνεται να προηγείται οριακά του «ναι» ανάμεσα στους πολίτες που προτίθενται να μετακινηθούν μέχρι τις κάλπες, ενώ η συμμετοχή τοποθετείται και αυτή οριακά πάνω από το 30% που αποτελεί το κατώτο όριο για την εγκυρότητα του δημοψηφίσματος.
Η ολλανδική κυβέρνηση, που υποστήριζει το «ναι» φοβάται μήπως το δημοψήφισμα μετατραπεί σε μία ψηφοφορία διαμαρτυρίας, όπως το 2005, όταν η πλειοψηφία διέρρηξε την φιλοευρωπαϊκή ολλανδική παράδοση και απέρριψε το ευρωπαϊκό Σύνταγμα.