Με συνέντευξή του στην Καθημερινή της Κυριακής ο Τόμας Βίζερ τονίζει ότι «δεν υπάρχει καμία πιθανότητα να κλείσει η πρώτη αξιολόγηση χωρίς το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Έχουμε σαφή μηνύματα από μερικά κράτη-μέλη, όπως η Φινλανδία, ότι τα κοινοβούλια τους δεν θα συμφωνήσουν στο κλείσιμο εάν δεν είναι απολύτως βέβαια ότι το Ταμείο θα ενταχθεί στο πρόγραμμα». Στην ίδια συνέντευξη ο επικεφαλής οικονομολόγος του EuroWorking Group υπογραμμίζει ότι «οι κανόνες του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας είναι ξεκάθαροι και απαιτούν τη συναίνεση όλων τα κρατών- μελών για τις εκταμιεύσεις».
Στο ίδιο μήκος κύματος κινούνται και οι δηλώσεις του ισχυρού άνδρα του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM) Κλάους Ρέγκλινγκ, στο Βήμα της Κυριακής. «Η γλώσσα της Συνθήκης είναι σαφής, είμαι πεπεισμένος για τη συμμετοχή του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα», τονίζει και εκφράζει παράλληλα την έκπληξή του για την αβεβαιότητα της ελληνικής πλευράς στο θέμα αυτό: «Η συμφωνία των αρχηγών κρατών και κυβερνήσεων του περασμένου Ιουλίου και η απόφαση του Eurogroup του περασμένου Αυγούστου δηλώνει ξεκάθαρα ότι το ΔΝΤ θα συμμετάσχει στο πρόγραμμα», προσθέτει.
Αναφερόμενος στο θέμα του χρέους, η βιωσιμότητα του οποίου αποτελεί και ένα από τα βασικά σημεία διαφωνίας μεταξύ Ευρωπαίων και ΔΝΤ, ο κ. Ρέγκλινγκ εκτιμά ότι υπάρχει σύγκλιση με το ΔΝΤ για τη ρύθμιση του χρέους.
Το ΔΝΤ θα συμμετέχει αν το επιθυμούν τα ισχυρά κράτη μέλη του
Μια αναφορά του πρωθυπουργού σε ενδεχόμενη έξοδο του ΔΝΤ από το πρόγραμμα στήριξης προκάλεσε την έντονη αντίδραση του Βερολίνου και δη του υπουργού Οικονομικών της Γερμανίας, Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, ο οποίος στο διάστημα μετά τις εκλογές είχε επιδείξει πρωτοφανή, για τα δεδομένα του, αυτοσυγκράτηση στις δημόσιες δηλώσεις του για την Ελλάδα, όπως δημοσιεύεται στην Καθημερινή.
Ο κ. Σόιμπλε υπογράμμισε ότι δεν είναι προς το συμφέρον της Αθήνας να θέτει ζήτημα αποχώρησης του Ταμείου από το πρόγραμμα, υπονοώντας ότι χωρίς την παρουσία του ΔΝΤ, τόσο η Γερμανία, όσο και άλλα κράτη-μέλη της Ευρωζώνης δεν θα μπορούν να συνεχίσουν τη χρηματοδότηση της Ελλάδας.
Η θέση αυτή της Γερμανίας είναι γνωστή στην κυβέρνηση. Η ανάδειξη του θέματος από τον πρωθυπουργό αντανακλά τη νευρικότητα που προκαλούν στην Αθήνα οι σκληρές θέσεις του ΔΝΤ στη διαπραγμάτευση, που αναμένεται να γίνουν πιο σκληρές ενόψει της ολοκλήρωσης της αξιολόγησης τον Ιανουάριο - Φεβρουάριο, οπότε και θα αποφασιστούν οι όροι συμμετοχής του Ταμείου στο πρόγραμμα.
Το ΔΝΤ θα συμμετάσχει στο πρόγραμμα αν το επιθυμούν τα ισχυρά κράτη-μέλη του, όπως οι ΗΠΑ και η Γερμανία και παρά τις διαφωνίες άλλων μελών του ή υψηλόβαθμων στελεχών του. Ωστόσο, θα πρέπει να συμμετάσχει με τρόπο που θα πλήττει όσο το δυνατόν λιγότερο το κύρος του.
Δηλαδή, αφού ικανοποιούνται κάποιοι δικοί του όροι. Σε ό,τι αφορά την Ελλάδα, αυτοί είναι η εφαρμογή του προγράμματος, δηλαδή αυστηρής δημοσιονομικής πολιτικής και μεταρρυθμίσεων. Σε ό,τι αφορά την Ευρωζώνη είναι η ελάφρυνση του χρέους.
Κι αφού η Ευρωζώνη αρνείται δραστικά μέτρα για το χρέος, η πίεση μετατοπίζεται προς την πλευρά της Αθήνας και στα μέτρα που πρέπει να πάρει. Η κυβέρνηση φοβάται ότι σε ένα μήνα μπορεί να θυμίζει το μυρμήγκι εν μέσω μιας σύγκρουσης ελεφάντων. Εξ ου και η νευρικότητα. «Αν το ΔΝΤ είναι σκληρό τώρα που δεν συμμετέχει με χρήματα, πώς θα είναι όταν θα πρέπει να βάλει και κεφάλαια;» είναι το εφιαλτικό ερώτημα για τα κυβερνητικά στελέχη.
Τι ζητεί το ΔΝΤ
Σύμφωνα με πληροφορίες, το ΔΝΤ από τώρα έχει θέσει ζήτημα μη επίτευξης του στόχου για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ το 2018. Και αυτό γιατί διαπιστώνει ότι κάποια μέτρα είτε δεν έχουν ακόμα υιοθετηθεί, είτε δεν έχουν εφαρμοστεί, είτε δεν έχουν ακόμα προσδιοριστεί, είτε υπάρχει κίνδυνος να δημιουργηθούν νέες τρύπες. Πιο συγκεκριμένα:
1. Δεν έχει ψηφιστεί ακόμα η αύξηση των συντελεστών φορολόγησης των εσόδων από ενοίκια σε 15% από 11% για έσοδα έως 12.000 ευρώ και 35% από 33% για έσοδα άνω των 12.000 ευρώ. Ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών Τρ. Αλεξιάδης είχε αποσύρει τη σχετική διάταξη από νομοσχέδιο τον Οκτώβριο, αλλά το μέτρο έχει συμφωνηθεί με τους δανειστές και το Ταμείο περιμένει να δει να εφαρμόζεται. Οσο δεν υλοποιείται, υπάρχει «τρύπα» της τάξης των 150 εκατ. ευρώ στον προϋπολογισμό του 2016.
2. Δεν έχει ακόμα παρουσιαστεί από το υπουργείο Αμυνας το σχέδιο για την περικοπή κατά 380 εκατ. ευρώ των αμυντικών δαπανών του 2016, ούτε τα περίπου 120 εκατ. ευρώ περικοπών φέτος. Οπότε συνολικά, το κενό που υπολογίζει το ΔΝΤ είναι της τάξης των 500 εκατ. ευρώ.
3. Δεν έχουν εισπραχθεί τα έσοδα φέτος από τα VLT's ύψους 120 εκατ. ευρώ, ενώ δεν έχουν γίνει και οι απαραίτητες κινήσεις για να διασφαλιστεί η έλευση των 220 εκατ. ευρώ το 2016. Συνολικά, η τρύπα ανέρχεται στα 340 εκατ. ευρώ.
4. Στον αέρα είναι και η είσπραξη των εσόδων από τη φορολόγηση στα τυχερά παιχνίδια που επιβλήθηκε τώρα και υπολογίζεται να αποδώσει περί τα 250 εκατ. ευρώ, δεδομένου ότι ο ΟΠΑΠ έχει ξεκαθαρίσει ότι θα κινηθεί νομικά έναντι του Ελληνικού Δημοσίου.
5. Οι αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας όσον αφορά την αντισυνταγματικότητα των περικοπών στις συντάξεις μπορεί να προκαλέσει κενό έως και 2% του ΑΕΠ, ή περίπου 3,6 δισ. ευρώ. Πάντως, στην κυβέρνηση θεωρούν ότι υπάρχει νομική οδός να αποφευχθεί αυτό το κόστος. Δηλαδή να μη ληφθούν νέα μέτρα και να ικανοποιηθεί και η απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ).
Ολα τα παραπάνω αθροίζονται σε ένα ποσό της τάξης των 4,8 δισ. ευρώ, ή περίπου 2,6% του ΑΕΠ. Σε αυτό θα πρέπει να προστεθεί και η υποχρέωση της κυβέρνησης να νομοθετήσει από τώρα (πριν από την ολοκλήρωση του πρώτου ελέγχου) τα μέτρα που θα λάβει το 2017 και το 2018. Αυτά ανέρχονται στο 0,75% και 0,25% του ΑΕΠ του 2017, αντίστοιχα.
Στο πλαίσιο αυτό το συνολικό πακέτο του δημοσιονομικού κενού που εντοπίζει σήμερα το ΔΝΤ ανέρχεται σε 6 με 6,6 δισ. ευρώ, ή περίπου στο 3,6% του ΑΕΠ. Στελέχη με γνώση των διαπραγματεύσεων αναφέρουν ότι το θέμα έχει τεθεί από το ΔΝΤ τόσο στις διαπραγματεύσεις των τελευταίων ημερών, όσο και σε εκείνες που έγιναν τον Νοέμβριο στο περιθώριο των συζητήσεων για το πρώτο πακέτο προαπαιτούμενων μέτρων.
Σύμφωνα με πηγές, η Κομισιόν αναγνωρίζει ότι υπάρχουν κάποια ρίσκα στην εφαρμογή των συμφωνηθέντων μέτρων, αλλά προτιμά να τηρεί στάση αναμονής, παρά να επισημαίνει την ύπαρξη δημοσιονομικού κενού που συνεπάγεται και την ανάγκη λήψης νέων μέτρων.
Το ΔΝΤ έχει σαφώς πιο σκληρή θέση από την Κομισιόν και στο ασφαλιστικό. Ακόμη και στην ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών πρότεινε να αυξηθεί ο πήχυς των κεφαλαιακών αναγκών, ώστε να υπάρχει περιθώριο πιο δραστικής διαχείρισης των «κόκκινων» δανείων.