Τα τελευταία εικοσιτετράωρα, σωρεία αλλεπάλληλων εσωτερικών και εξωτερικών συμβάντων απομακρύνουν οποιαδήποτε σταθερά σημεία αναφοράς ενώ καθιστούν παρακινδυνευμένη κάθε πρόβλεψη. Η αστάθεια και η μη προβλεψιμότητα γίνονται πλέον ο κανόνας στο «διεθνές γίγνεσθαι» ενώ αστάθμητοι παράγοντες, όπως η εξάπλωση του κορονοϊού με τις αντίστοιχες οικονομικές συνέπειες, επιτείνουν ακόμη περισσότερο την αβεβαιότητα και την ανασφάλεια.
Δίπλα μας, μια Τουρκία άκρως επιθετική, δεν διστάζει να έρθει σε αντίθεση με όλους τους γείτονες, να σχοινοβατεί μεταξύ των αντίπαλων υπερδυνάμεων και να προβάλει διεκδικήσεις, αξιώσεις και απειλές κατά πάντων. Καίτοι εκ πρώτης όψεως, φαίνεται ως υπερβολικά ριψοκίνδυνη η τουρκική πολιτική των σε πολλά επίπεδα αλλεπάλληλων τριβών, εντούτοις μέχρι στιγμής εξελίσσεται προς όφελος της Άγκυρας καθώς συνοδεύεται -παρά τις διακηρυκτικές κορόνες- με προσεκτικό σχεδιασμό, ορθή χρήση όλων των μέσων (και ειδικά των στρατιωτικών) και την ανάληψη ρίσκου. Η πολιτική αυτή τυγχάνει της γενικής αποδοχής της τουρκικής κοινωνίας, τουλάχιστον μέχρι σήμερα. Θα ήταν μάλιστα βασικό σφάλμα, αν δεν διακρίνουμε τη μεθοδική εκμετάλλευση εκ μέρους της Άγκυρας όλων των καταστάσεων με αντικειμενικό στόχο να επιβάλλει ένα νέο «status quo» στις περιοχές ενδιαφέροντος της. Δεν θα ήταν υπερβολή να παρομοιάσουμε την πολιτική της Άγκυρας με αυτήν την ναζιστικής Γερμανίας.
Στη δική μας την πλευρά, οι όποιες δικαιολογημένες προσδοκίες ανάκαμψης από τη δεκάχρονη ύφεση φαίνεται να τίθενται σε κίνδυνο από μια ενδεχόμενη πολεμική σύγκρουση με την Άγκυρα. Η πιθανότητα αυτή αποτελεί τον ανομολόγητο φόβο των ελίτ της χώρας. Φόβος δικαιολογημένος έναντι του οποίου διστάζουν όμως να προχωρήσουν στα προσήκοντα δραστικά μέτρα, αρκούμενοι (ευτυχώς εν συναινέσει) σε ορθές -αλλά μη επαρκείς- προσπάθειες διεθνών συνεργασιών και συμπράξεων. Η ατολμία αυτή έχει -εδώ και δεκαετίες- γίνει αντιληπτή στους γείτονες που καθημερινά διευρύνουν τον κατάλογο των διεκδικήσεων. Η αύξηση δε των διεκδικήσεων είναι ανάλογη της διεύρυνσης του μεταξύ μας χάσματος ισχύος.
Σίγουρα η Τουρκία δεν ονειρεύεται μια γενικευμένη στρατιωτική σύρραξη των δύο χωρών καθώς κάθε πολεμική ενέργεια εμπεριέχει σοβαρούς κινδύνους. Η Άγκυρα περισσότερο αποβλέπει στη σταδιακή εξασθένιση της ημετέρας βούλησης αντίστασης και συνεπακόλουθη υποχώρηση μέσα από μια σειρά προσχεδιασμένων ενεργειών (με ψυχολογικό αποτύπωμα) που θα καταδεικνύουν το ανώφελο μιας ελληνικής δυναμικής απάντησης. Σίγουρα σε αυτό το σχέδιο συμπεριλαμβάνεται και ένα θερμό επεισόδιο σε χρόνο και τόπο της επιλογής της, με ευνοϊκές για αυτήν προϋποθέσεις, ώστε να ενδυναμωθεί η περιρρέουσα εντύπωση της άσκοπης ελληνικής συντριβής. Ορθή η ελληνική στρατηγική αποφυγής μιας τέτοιας κατάστασης, αλλά οι δυνατότητες εφαρμογής της περιορίζονται δραματικά από τις επιλογές του αντιπάλου που διατηρεί στο ακέραιο την πρωτοβουλία και όλες τις επιλογές.
Η κατάσταση περιπλέκεται και με την καθημερινή -κατευθυνόμενη σε απόλυτο βαθμό- είσοδο νέων προσφυγικών και μεταναστευτικών ροών στα νησιά μας και στον Έβρο. Η αντιμετώπιση αυτού του προβλήματος καθίσταται ακόμη δυσκολότερη καθώς λόγω της φύσεως του δεν επιτρέπει τη σύμπλευση των βασικών πολιτικών δυνάμεων της χώρας ενώ η ανθρωπιστική προδιάθεση των Ελλήνων εμποδίζει τη λήψη των αναγκαίων, διεθνώς σύννομων, παρεμποδιστικών μέτρων. Επιπρόσθετα, λανθασμένες μακροχρόνιες πολιτικές επιλογές έχουν δημιουργήσει μια βάσιμη δικαιολογημένη καχυποψία σε σημαντική μερίδα των πολιτών μας που αντιδρούν στη λήψη καθυστερημένων αλλά επιτακτικών μέτρων. Ακόμη δε χειρότερα, ανάλογες αντιδράσεις δίνουν το έναυσμα στην απέναντι πλευρά να εντείνει τις αποσταθεροποιητικές ενέργειες σε βάρος μας (την εποχή μας συνηθίζουμε πλέον να τις αποκαλούμε «υβριδικές ενέργειες»).
Αν μάλιστα στη δυσεπίλυτη εξίσωση της ελληνικής πραγματικότητας προσθέσουμε και την παράμετρο του κορονοϊού, σίγουρα δημιουργείται μια ακόμη πιο απαισιόδοξη εικόνα. Παρά ταύτα, ενίοτε τα έθνη -με προεξέχων το ελληνικό- αντιδρούν την ύστατη στιγμή στη συσσώρευση των πολλαπλών κινδύνων. Στη σημερινή κυβέρνηση έλαχε ο κλήρος της ανάληψης των ενδεδειγμένων ενεργειών και δεν έχει περιθώρια αναποφασιστικότητας αλλά ούτε και αποτυχίας. Συχνά όλοι μας «αναμασούμε» την ανάγκη εθνικής συναίνεσης στα μεγάλα εθνικά προβλήματα. Η φύση όμως των προβλημάτων καθιστούν μάλλον αδύνατη την εξεύρεση κοινά αποδεκτών λύσεων, ειδικά στο θέμα του προσφυγικού-μεταναστευτικού. Ενίοτε μάλιστα, συναινετικές λύσεις αποτελούν μια συνισταμένη των απόψεων με μηδενικό αποτέλεσμα ως επιστέγασμα πολλαπλών συμβιβασμών και αντίρροπων κατευθύνσεων. Επιδιωκόμενη πάντα η ευρεία συναίνεση αλλά οι κυβερνητικές επιλογές πρέπει πρωτίστως να εξασφαλίζουν τους εθνικούς στόχους αφουγκραζόμενες τις ανησυχίες της ίδιας της κοινωνίας αλλά και μη διστάζοντας να εναντιωθούν σε αυτές, όταν τίθεται σε κίνδυνο το σύνολο της εθνικής προσπάθειας και των μακροχρόνιων στόχων. Εδώ ακριβώς έγγυται και η αξία της πραγματικής «πολιτικής» και του ίδιου του ηγέτη.
Δεν πρέπει να διαφεύγει της προσοχής μας ότι έκρυθμες περιστάσεις πέραν των υφιστάμενων κινδύνων εμπεριέχουν, υπό προϋποθέσεις και δυνατότητες άδραξης ευκαιριών για προώθηση των θέσεων μας. Επιπλέον, τυχόν αρνητικό αποτέλεσμα σε ενδεχόμενο θερμό επεισόδιο δεν συνεπάγεται αυτομάτως και μείωση των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων. Απεναντίας η ορθή πολιτική αξιοποίηση (σε διεθνές επίπεδο) ακόμη και ενός ατυχούς στρατιωτικού περιστατικού δύναται να αντιστρέψει το τελικό αποτέλεσμα. Απαιτείται όμως τόλμη, ενδελεχής προετοιμασία, ανάληψη ρίσκου και ετοιμότητα άμεσης αντίδρασης (πχ αύξηση του εύρους των χωρικών υδάτων ή ακόμη και υιοθέτησης συνορεύουσα ζώνης).
Σήμερα, η νέα σε εξέλιξη εισβολή στα σύνορα μας σε συνδυασμό με τον κίνδυνο εξάπλωσης του κορονοϊού πρέπει να οδηγήσουν σε μόνιμη αυστηροποίηση του ελέγχου των συνόρων (χερσαίων και θαλασσίων) και σε δυναμική παρεμπόδιση παρανόμων εισόδων λαμβάνοντας υπόψη και ενδεχόμενα αναπόφευκτα άτυχα περιστατικά. Επιπλέον, επιβάλλεται ως μέτρο προστασίας της δημόσιας υγείας αλλά και αποτροπής, ο εγκλεισμός όλων των παρανόμως εισελθόντων και κυρίως των νεοεισερχόμενων, σε απολύτως κλειστές και ελεγχόμενες δομές.
Ανάλογες ριζικές αποφάσεις πρέπει να ληφθούν και για τον χώρο της άμυνας με αύξηση της θητείας στους 12 μήνες και άμεσες προμήθειες ελλειπόντων κρισίμων ανταλλακτικών και πυρομαχικών. Η κυβέρνηση πρέπει να αντιληφθεί ότι ενεργεί (φυσικά πάντα στο πλαίσιο του Συντάγματος) υπό συνθήκες εκτάκτου ανάγκης και έναντι πολλαπλών απειλών. Εκτιμώ ότι η ελληνική κοινωνία αντιλαμβάνεται πλέον την πραγματικότητα, είναι πρόθυμη να αποδεχθεί δυσάρεστα μέτρα, απαιτεί όμως να δει σοβαρότητα, υπευθυνότητα, σχεδιασμό, τόλμη και ειλικρίνεια από την κυβέρνηση. Πρέπει όλοι να αντιληφθούμε ότι δεν βιώνουμε συνθήκες κανονικότητας αλλά μια παρατεταμένη περίοδο γενικότερης αστάθειας σε συνδυασμό με μια στοχευμένη πολυδιάστατη τουρκική πίεση που ενδέχεται ανά πάσα στιγμή να προσλάβει όλες τις διαστάσεις μιας ελληνοτουρκικής «σύγκρουσης πλήρους φάσματος»*.
*«Σύγκρουση / πόλεμος πλήρους φάσματος (full spectrum conflict / war)»: Έννοια που περιγράφει μια σύγκρουση / πόλεμο που εμπεριέχει χρήση συμβατικών και μη συμβατικών μέσων και μεθόδων αλλά ακόμη και αυτών που αναμένεται να εμφανιστούν στο μέλλον βασιζόμενων στις αλματώδεις εξελίξεις της τεχνολογίας.