Περισσότεροι από 340.000 άνθρωποι, μεταξύ αυτών τουλάχιστον 100.000 άμαχοι, σκοτώθηκαν από την έναρξη του πολέμου στη Συρία το 2011, έγινε γνωστό σήμερα από τη μκο Συριακό Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.
Αυτός ο νέος απολογισμός ανακοινώθηκε σε μια χρονική στιγμή όπου οι ξένες δυνάμεις εντείνουν τις διπλωματικές τους προσπάθειες προκειμένου να μπει ένα τέλος στην πολύνεκρη σύρραξη και λίγες ημέρες προτού ξεκινήσει ένας νέος κύκλος ειρηνευτικών συνομιλιών υπό την αιγίδα του ΟΗΕ στη Γενεύη.
Το Συριακό Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων τεκμηρίωσε τον θάνατο 343.511 ανθρώπων στη συριακή επικράτεια από τα μέσα Μαρτίου του 2011 έως τις αρχές του Νοεμβρίου 2017.
Μεταξύ αυτών, βρίσκονται 102.618 άμαχοι, εκ των οποίων σχεδόν 19.000 παιδιά και 12.000 γυναίκες, διευκρίνισε η ίδια πηγή στο Γαλλικό Πρακτορείο.
Σύμφωνα με τη μκο, περισσότεροι από 119.000 μαχητές των φιλοκυβερνητικών δυνάμεων έχουν σκοτωθεί. Από αυτούς οι 62.000 είναι Σύροι στρατιώτες και οι 1.556 πολεμιστές της Χεζμπολάχ του Λιβάνου.
Επιπλέον, σκοτώθηκαν 59.000 μαχητές οργανώσεων των ανταρτών και των Δημοκρατικών Δυνάμεων της Συρίας— της αραβοκουρδικής συμμαχίας που υποστηρίζει η Ουάσιγκτον.
Επίσης, μεταξύ των νεκρών βρίσκονται περισσότεροι από 62.000 μαχητές διαφορετικών τζιχαντιστικών οργανώσεων, μια αύξηση 4000 θανάτων σε σύγκριση με τον προηγούμενο απολογισμό που έδωσε η μκο τον Ιούλιο.
Κατά τη διάρκεια των τελευταίων 4 μηνών, περίπου 12.000 άνθρωποι σκοτώθηκαν στο σύνολο της επικράτειας της Συρίας, μεταξύ αυτών 3.001 άμαχοι.
Τον Μάιο επιτεύχθηκε μια συμφωνία «αποκλιμάκωσης», η οποία είχε ως αποτέλεσμα να επικρατήσει σχετική ηρεμία σε ορισμένες περιοχές της χώρας, όμως σε άλλα σημεία οι εχθροπραξίες κλιμακώθηκαν.
«Ακόμα κι αν οι συμφωνίες αποκλιμάκωσης είχαν ως αποτέλεσμα να μειωθεί ο αριθμός των θυμάτων μεταξύ του άμαχου πληθυσμού, οι επιχειρήσεις εναντίον της οργάνωσης Ισλαμικό Κράτος σε άλλες περιοχές έχουν ως αποτέλεσμα οι άμαχοι να πεθαίνουν με τους ίδιους ρυθμούς» επισήμανε ο διευθυντής του Συριακού Παρατηρητηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων Ράμι Αμπντέλ Ραχμάν.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ