Της Μαρίας Τσιλιάκου*
Οι «start-up» επιχειρήσεις ή «νεοφυείς» επιχειρήσεις, είναι επιχειρήσεις ή προσωρινοί οργανισμοί που αποσκοπούν στο να αναπτύξουν ένα κλιμακούμενο επιχειρηματικό μοντέλο. Ο όρος αυτός ξεκίνησε την εποχή των διαδικτυακών «.com» και αφορά συνήθως επιχειρήσεις που σχετίζονται με την τεχνολογία. Ο σκοπός τους δεν είναι άλλος από αυτόν της ταχύτατης ανάπτυξης και μπορεί να σχετίζονται με την δημιουργία μιας νέας αγοράς ή με την εκμετάλλευση μιας υπάρχουσας αγοράς. Ας μην ξεχνάμε ότι υπάρχουν περιπτώσεις start-up επιχειρήσεων που έγιναν κολοσσοί όπως π.χ. η Google!
Συνήθως απασχολούν ελάχιστο προσωπικό και το κόστος συντήρησής τους είναι και αυτό σχετικά μικρό. Ορισμένες εξ αυτών χρηματοδοτούνται από κεφάλαια τρίτων, αλλά οι περισσότερες χρηματοδοτούνται από τους ιδρυτές τους. Το οικονομικό ρίσκο σε γενικές γραμμές είναι μικρό. Τα αντικείμενα των επιχειρήσεων αυτών ποικίλλουν και στην εποχή μας μπορεί να αφορούν στην δημιουργία ενός application για smartphones ή ένα πρόγραμμα για υπολογιστές.
Οι επιχειρήσεις αυτές είναι λογικό να επιθυμούν το μικρότερο δυνατό λειτουργικό κόστος και το μικρότερο δυνατό ρίσκο. Οι επιλογές που έχουν οι ιδρυτές τους είναι η σύσταση εταιρίας προκειμένου να μπορούν να εκμεταλλευτούν μέσω ενός νομικού προσώπου τις δυνατότητες που μπορεί να έχει μια επιχειρηματική ιδέα ή προϊόν τα οποία συνήθως κατοχυρώνονται.
Σε περίπτωση που δεν υπάρχει εταιρεία ενδέχεται να υπάρξουν πάρα πολλά προβλήματα καθώς οι ζημίες μπορεί να βαρύνουν τους ιδρυτές με την προσωπική τους περιουσία. Χωρίς εταιρεία με καταστατικό που θα προβλέπει δικαιώματα και υποχρεώσεις θα είναι προβληματική η διανομή τυχόν κερδών, η λειτουργία των εταίρων και η επίλυση τυχόν διαφορών. Επιπλέον η φορολόγηση των φυσικών προσώπων είναι συνήθως μεγαλύτερη από την φορολόγηση των νομικών προσώπων, δηλαδή των εταιρειών.
Ορισμένες start-up επιχειρήσεις που δεν επιθυμούν την προώθηση του προϊόντος τους ή της υπηρεσίας τους στην Ελλάδα και στην Ελληνική αγορά μπορούν, λοιπόν, να επιλέξουν την λύση της ίδρυσης μιας εταιρίας σε άλλα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Μια πολύ καλή εναλλακτική επιλογή αποτελεί η Αγγλική εταιρεία. Ο φορολογικός εταιρικός συντελεστής αν και είναι αρκετά μεγάλος, ανέρχεται δηλαδλη στο 20%, σε σχέση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες, ωστόσο, ενώ φαντάζει ως αρνητικό με την πρώτη ματιά, στην πραγματικότητα έχει ένα πολύ σημαντικό θετικό στοιχείο. Δεδομένου ότι η Μεγάλη Βρετανία δεν δύναται να θεωρηθεί ως προνομιακό φορολογικό καθεστώς, όπως για παράδειγμα η Κύπρος, η Βουλγαρία κ.α., θεωρείται λιγότερο πιθανό (αν και όχι εντελώς αδύνατο) να πρέπει Έλληνες υπήκοοι να καταβάλλουν στο Ελληνικό κράτος τον προβλεπόμενο φόρο για τις Ελληνικές εταιρείες, στην περίπτωση δηλαδή που κριθεί ότι η επιλογή κάποιου προνομιακού φορολογικού καθεστώτος πραγματοποιήθηκε για λόγους αποφυγής της φορολόγησης.
Το κόστος σύστασης δεν είναι υψηλό, ενώ το κόστος συντήρησης ποικίλλει αναλόγως της κατάστασης της εταιρείας. Αν η start-up επιχείρηση δεν έχει προλάβει να αναπτύξει το αντικείμενό της ή μείνει πίσω στην ανάπτυξη ενός προϊόντος ή μιας υπηρεσίας το κόστος συντήρησης της Αγγλικής εταιρίας μπορεί να μειωθεί περαιτέρω ενώ μπορεί να αυξηθεί αν υπάρχουν πολλά τιμολόγια και αυξημένη εργασία για τους λογιστές. Το λογιστικό κόστος δεν υπερβαίνει συνήθως τα 600 ή τα 850 ευρώ ανά έτος, ενώ ενδέχεται να μην υπερβεί ποτέ τα 1.200 ευρώ, ενώ μπορεί να πέσει ακόμα και στα 400 ευρώ αν η εταιρεία καταστεί για ένα χρονικό διάστημα ανενεργή εκ των πραγμάτων (σε περίπτωση π.χ. αναζήτησης κεφαλαίων που αργούν να βρεθούν για την στήριξη μιας start-up επιχείρησης).
Ένα επιπλέον πλεονέκτημα της Αγγλικής εταιρίας για μια start-up επιχείρηση που ασχολείται με την τεχνολογία είναι το γεγονός ότι η Αγγλία αποτελεί κέντρο τεχνολογικής ανάπτυξης και πρώτης επαφής με τις ΗΠΑ. Επιπλέον το τραπεζικό σύστημα της Μεγάλης Βρετανίας στηρίζεται στην Βρετανική λίρα γεγονός που σημαίνει ότι ένας τραπεζικός λογαριασμός στην Βρετανία δεν θα είναι σε ευρώ αλλά σε λίρες επομένως θα είναι εκτός ευρωζώνης και δεν θα υπόκειται σε τυχόν διακυμάνσεις του ευρώ αλλά σε διακυμάνσεις της βρετανικής λίρας. Αυτό κατά περίπτωση μπορεί να αποτελεί μειονέκτημα ή πλεονέκτημα και θα πρέπει να το κρίνει η κάθε επιχείρηση ξεχωριστά.
Σε κάθε περίπτωση και προκειμένου για την σύσταση μιας start- up εταιρείας συνιστάται ανεπιφύλακτα η λήψη επαγγελματικής συμβουλής καθώς μια λάθος κίνηση μπορεί να ζημιώσει ανεπανόρθωτα μια επιχείρηση, ενώ μια σωστή κίνηση μπορεί να συμβάλλει σημαντικά στην επιτυχία της. Τα θεμέλια είναι το ήμισυ του παντός και χωρίς θεμέλια μπορεί να υπάρξουν πολλά προβλήματα. Δεν χρειάζεται να αναφέρει κανείς ότι μέσα σε ένα ιδιαίτερα δύσκολο περιβάλλον για οποιαδήποτε επιχείρηση η θεμελίωση είναι πολύ περισσότερο απαραίτητη από ότι ήταν στο παρελθόν.
* PhD, LLM Δικηγόρος, Διαιτήτρια ΕΒΕΑ