Οι συντηρητικοί στη Γερμανία αντιμετωπίζουν σήμερα την άκρα δεξιά στις εκλογές στο κρατίδιο της Σαξονίας-Άνχαλτ με την εκλογική αυτή αναμέτρηση να θεωρείται ως το τελευταίο εκλογικό τεστ πριν από τις βουλευτικές του Σεπτεμβρίου που θα σηματοδοτήσουν το τέλος της 16ετούς διακυβέρνησης της χώρας από την Άνγκελα Μέρκελ.
Συγκεκριμένα περίπου 1,8 εκατομμύρια ψηφοφόροι της Σαξονίας-Άνχαλτ, πρώην ανατολικογερμανικό κρατίδιο και ένα από τα πιο φτωχά της Γερμανίας, καλούνται στις κάλπες από τις 08:00 τοπική ώρα (09:00 ώρα Ελλάδος). Ποτέ μια εκλογική αναμέτρηση σε αυτό το μικρό κρατίδιο στο οποίο κυριαρχεί σχεδόν αδιάκοπα από την επανένωση της Γερμανίας η Χριστιανοδημοκρατική Ένωση (CDU) δεν είχε προκαλέσει τόσο ενδιαφέρον σε εθνικό επίπεδο.
Αυτό συμβαίνει τώρα, καθώς, αν και η πλειονότητα των δημοσκοπήσεων δίδει το προβάδισμα στο CDU με περίπου 27-29% των ψήφων, προαναγγέλλεται μια κρίσιμη αναμέτρηση με την Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD), το αντιμεταναστευτικό κόμμα που έγινε η δεύτερη περιφερειακή πολιτική δύναμη από το 2016 και πιστώνεται ένα ποσοστό από 24 ως 28% των ψήφων.
Επιπροσθέτως, πολλά θα εξαρτηθούν από τους αναποφάσιστους, οι οποίοι αντιπροσωπεύουν περίπου το ένα τρίτο του εκλογικού σώματος του κρατιδίου, σύμφωνα με το τελευταίο βαρόμετρο της δημόσιας τηλεόρασης ZDF.
Μια εκλογική νίκη του AfD, που θα συνιστούσε την πρώτη στη χώρα σημειωτέον, θα ήταν καταστροφική για τον Άρμιν Λάσετ, τον αρχηγό του CDU ο οποίος διεκδικεί να είναι ο διάδοχος της Μέρκελ στην καγκελαρία μετά τις βουλευτικές εκλογές της 26ης Σεπτεμβρίου, σύμφωνα με τους παρατηρητές.
Ένα τέτοιο ενδεχόμενο άλλωστε θα αναζωπύρωνε τις συζητήσεις σχετικά με την νομιμότητά του ως υποψηφίου της δεξιάς και "θα αποδυνάμωνε την κατάσταση για το σύνολο του CDU", επισημαίνει ο πολιτικός αναλυτής του ανοιχτού πανεπιστημίου του Βερολίνου Χάγιο Φούνκε.
Απαγορεύεται το φλερτ με την AfD
Το CDU αντιμετωπίζει εδώ και μήνες μια κρίση εμπιστοσύνης που συνδέεται με αποτυχίες στην κυβερνητική διαχείριση κατά το τρίτο κύμα της επιδημίας του νέου κορονοϊού και σκάνδαλα διαφθοράς βουλευτών του όσον αφορά συμβόλαια αγοράς προστατευτικών μασκών.
Το μεγαλύτερο γερμανικό κόμμα, το οποίο έχει ήδη υποστεί δύο σημαντικά πλήγματα τον Μάρτιο σε δύο περιφερειακές εκλογές, «υποφέρει» επιπλέον από μια σκληρή εσωτερική μάχη: η υποψηφιότητα του Λάσετ είχε αμφισβητηθεί από τον αρχηγό του βαυαρικού κόμματος Χριστιανοκοινωνική Ένωση (CSU) Μάρκους Ζέντερ, τον οποίο πολλοί κρίνουν πιο κατάλληλο να φέρει εις πέρας την προεκλογική εκστρατεία.
Ο δε αρχηγός του CDU, Aρμίν Λάσετ, επιβλήθηκε αλλά εξακολουθεί να μην είναι τόσο δημοφιλής στη χώρα. Χρειάζεται μια επιτυχία για να συσπειρώσει τις τάξεις του και να παγιώσει τη θέση του στους κόλπους των συντηρητικών, οι οποίοι, μετά την πτώση τους έναντι των Πρασίνων στην πρόθεση ψήφου σε εθνικό επίπεδο, ξανανέβηκαν πρόσφατα στην πρώτη θέση.
Ακόμη κι αν το AfD κερδίσει σήμερα τις εκλογές στην Σαξονία-Άνχαλτ, το κόμμα αυτό δεν θα είναι σε θέση να σχηματίσει έναν συνασπισμό, καθώς τα άλλα κόμματα αρνούνται οποιαδήποτε συμμαχία μαζί του.
Ο Λάσετ προειδοποίησε εξάλλου κατά «μιας δυσάρεστης έκπληξης», καθώς υπάρχει ο πειρασμός μιας συνεργασίας με την AfD σε ορισμένους συντηρητικούς.
«Καμία προσέγγιση με το AfD δεν μπορεί να εμπλέκει το CDU. Όποιος το κάνει μπορεί να φύγει από το CDU», επισήμανε δε την Πέμπτη αρχηγός του CDU.
Ελπίδα για τους Πράσινους
Η Σαξονία-Άνχαλτ πάλι είναι ένα από τα κρατίδια της πρώην ανατολικής Γερμανίας που επλήγησαν περισσότερο από την έξοδο των κατοίκων του από την επανένωση το 1990. Συνιστά γόνιμο έδαφος για το AfD, η οποία έχτισε την επιτυχία της τροφοδοτώντας τους φόβους απέναντι στη συρροή μεταναστών στην χώρα το 2015 και κατηγορεί τακτικά το Βερολίνο ότι έχει εγκαταλείψει τις περιοχές της πρώην ανατολικής Γερμανίας.
Από την έναρξη της πανδημίας του νέου κορονοϊού, το κόμμα αυτό υιοθέτησε τις θεωρίες συνωμοσίας, αμφισβητώντας τα περιοριστικά μέτρα για την αντιμετώπιση της υγειονομικής κρίσης.
Σημειώνεται ότι ο αρχηγός των συντηρητικών στην Σαξονία-Άνχαλτ, Ράινερ Χάσελοφ, το κόμμα του οποίου συγκέντρωσε το 30% των ψήφων στις προηγούμενες εκλογές, ηγείται από το 2016 ενός άνευ προηγουμένου συνασπισμού στη χώρα μαζί με τους Πράσινους και τους Σοσιαλδημοκράτες του SPD. Το AfD είχε εξασφαλίσει λίγο περισσότερο από 24%.
Υπενθυμίζεται πως το 2017, η ακροδεξιά έκανε μια εντυπωσιακή είσοδο στην Μπούντεσταγκ, καθώς έγινε με 12,6% των ψήφων η πρώτη δύναμη της αντιπολίτευσης.
Αν και οι σημερινές εκλογές στο κρατίδιο αυτό προαναγγέλλονται ως μια μονομαχία ανάμεσα στα CDU και AfD, οι Πράσινοι, παραδοσιακά αδύναμοι στην πρώην ανατολική Γερμανία, ελπίζουν να επωφεληθούν από τις καλές επιδόσεις τους στις δημοσκοπήσεις σε εθνικό επίπεδο για να διπλασιάσουν το αποτέλεσμά τους από αυτό που είχαν πριν από 5 χρόνια και να φτάσουν το 10%.
Στην περίπτωση αυτή, ο Ράινερ Χάσελοφ θα μπορεί να ξαναηγηθεί του συνασπισμού του μαζί τους και με το SPD, αλλά θα μπορεί επίσης να εξετάσει έναν άλλο συνασπισμό με τους Φιλελεύθερους του FDP, οι οποίοι αναμένεται να επιστρέψουν στο περιφερειακό κοινοβούλιο.