Ενδείξεις σταθεροποίησης της συγκέντρωσης του ιικού φορτίου του SARS-CoV-2 στα αστικά απόβλητα της Θεσσαλονίκης παρατηρούνται στις τελευταίες ημερήσιες μετρήσεις για την έρευνα που διεξάγει η Ομάδα Επιδημιολογίας Λυμάτων του ΑΠΘ με την ΕΥΑΘ, σε συνεργασία με την Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας και στο πλαίσιο του Εθνικού Δικτύου του ΕΟΔΥ.
Όπως φαίνεται στα διαγράμματα που παρουσιάζει το ΑΠΕ-ΜΠΕ (επισυνάπτονται), στις 9 Νοεμβρίου μετρήθηκε η υψηλότερη συγκέντρωση ιικού φορτίου του τρέχοντος κύματος της πανδημίας και οι επόμενες επτά μετρήσεις -μέχρι και τις 16 Νοεμβρίου- κυμάνθηκαν γύρω από αυτό το επίπεδο, χωρίς να το υπερβαίνουν.
Συγκεκριμένα, στα δείγματα που λαμβάνονται καθημερινά στην είσοδο της Εγκατάστασης Επεξεργασίας Λυμάτων Θεσσαλονίκης, αναφορικά με τις εξορθολογισμένες τιμές σχετικής έκκρισης ιικού φορτίου, η μέση τιμή των δύο πιο πρόσφατων μετρήσεων, δηλαδή της Δευτέρας 15/11 και της Τρίτης 16/11, είναι:
-Σταθερή (-8%) σε σχέση με τη μέση τιμή των δύο αμέσως προηγούμενων μετρήσεων του Σαββάτου 13/11 και της Κυριακής 14/11.
-Σταθερή (-6%) σε σχέση με την μέση τιμή της προηγούμενης Δευτέρας 08/11 και Τρίτης 09/11.
«Το ιικό φορτίο βρίσκεται σε ιδιαίτερα υψηλό επίπεδο, ωστόσο μετά από εβδομάδες παρατηρούμε ανακοπή της αυξητικής τάσης, κάτι που συνάδει και με την εικόνα της κλινικής επιτήρησης», δήλωσε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο πρύτανης του ΑΠΘ και επιστημονικά υπεύθυνος του ερευνητικού έργου, καθηγητής Νίκος Παπαϊωάννου.
«Είναι ένα θετικό στοιχείο, μία θετική ένδειξη που όμως είναι νωρίς ακόμη να εκληφθεί ως αποκλιμάκωση. Είναι παράλληλα πολύ σημαντικό ότι υπάρχει αύξηση στον προγραμματισμό εμβολιασμών για την πρώτη αλλά και για την αναμνηστική δόση. Παρόλα αυτά, όσο τα κρούσματα παραμένουν γύρω από τετραψήφιο αριθμό στη Θεσσαλονίκη κι όταν η συντριπτική πλειοψηφία όσων οδηγούνται στα νοσοκομεία είναι ανεμβολίαστοι, η πίεση στο σύστημα υγείας θα συνεχιστεί, τόσο σε επίπεδο απλών κλινών όσο και ΜΕΘ», εξήγησε ο πρύτανης του ΑΠΘ.
Η μεθοδολογία αποτίμησης του κορονοϊού στα αστικά απόβλητα, που ανέπτυξε η ομάδα του ΑΠΘ, εξορθολογίζει τις μετρήσεις συγκέντρωσης του γονιδιώματος του ιού με βάση 24 περιβαλλοντικούς παράγοντες, που δύνανται να αλλοιώσουν τα αποτελέσματα των μετρήσεων.