Οι αμερικανικές διωκτικές αρχές υπέκλεπταν τις τηλεφωνικές συνδιαλέξεις του Paul Manafort, του πρώην προέδρου της προεκλογικής εκστρατείας του Donald Trump, βάσει μυστικών δικαστικών ενταλμάτων, τόσο πριν διεξαχθούν όσο και αφού ολοκληρώθηκαν οι εκλογές του Νοεμβρίου του 2016, αποκάλυψε χθες το αμερικανικό τηλεοπτικό δίκτυο CNN.
Η εφημερίδα New York Times, επικαλούμενη δύο πρόσωπα ενήμερα για την υπόθεση, έγραψε από την πλευρά της ότι εισαγγελείς έχουν ενημερώσει τον Manafort πως σκοπεύουν να του απαγγείλουν κατηγορίες. Ομοσπονδιακοί πράκτορες είχαν κάνει έφοδο και είχαν ερευνήσει το σπίτι του Manafort στη Βιρτζίνια τον Ιούλιο.
Ο Manafort είναι ένας από τους πολλούς στενούς συμβούλους του Trump που συνέβαλαν στην εκλογική του νίκη το 2016 οι οποίοι βρίσκονται πλέον στο στόχαστρο της έρευνας του ειδικού εισαγγελέα Robert Muller για τη φερόμενη ανάμιξη της Ρωσίας στις αμερικανικές προεδρικές εκλογές.
Ο Manafort είχε οριστεί επικεφαλής της εκστρατείας του Trump τον Ιούνιο του 2016, αλλά αναγκάστηκε να παραιτηθεί δύο μήνες αργότερα, εν μέσω μιας ομοβροντίας δημοσιευμάτων για τις επιχειρηματικές του δοσοληψίες με τον πρώην πρόεδρο της Ουκρανίας Viktor Yanoukovic, προστατευόμενο του Κρεμλίνου.
Ο δικηγόρος του Manafort και ο Λευκός Οίκος δεν απάντησαν αμέσως όταν το πρακτορείο ειδήσεων Ρόιτερς τους ζήτησε να σχολιάσουν τα δημοσιεύματα.
Τα εντάλματα εκδόθηκαν από το μυστικό δικαστήριο που είναι αρμόδιο για αυτό, βάσει του νόμου περί κατασκοπείας ξένων κρατών (Foreign Intelligence Surveillance Act, ή FISA). Το δικαστήριο ενέκρινε αρχικά ένα ένταλμα ερεύνης για την παρακολούθηση του Μάναφορτ, το οποίο ακύρωσε αργότερα το 2016 λόγω έλλειψης στοιχείων, ανέφερε το CNN, επικαλούμενη μία από τις πηγές του.
Όμως το ομοσπονδιακό γραφείο έρευνας (FBI) ξανάρχισε τις υποκλοπές βάσει ενός νέου εντάλματος FISA κάποια στιγμή πέρυσι και τις συνέχισε το 2017, συμπλήρωσε το δίκτυο. Το δεύτερο ένταλμα εκδόθηκε στο πλαίσιο της έρευνας του FBI για τις σχέσεις μεταξύ ανθρώπων της εκστρατείας του Τραμπ και ανθρώπων που δρούσαν για λογαριασμό της Ρωσίας, προσέθεσε το CNN.
Τα εντάλματα αυτού του είδους πρέπει να εγκρίνονται από κορυφαία στελέχη του FBI και του υπουργείου Δικαιοσύνης. Για να εκδοθούν, οι διωκτικές αρχές πρέπει να πείθουν το αρμόδιο μυστικό δικαστήριο ότι υπάρχουν λόγοι να πιστεύουν πως το πρόσωπο που στοχοθετούν μπορεί να ενεργεί ως πράκτορας ξένου κράτους.
Σύμφωνα με το CNN, το ενδιαφέρον για τον Μanafort εντάθηκε εξαιτίας του περιεχομένου υποκλαπεισών συζητήσεων μεταξύ του ιδίου και ανθρώπων που δρούσαν για λογαριασμό της Ρωσίας, καθώς και μεταξύ Ρώσων. Οι υποκλοπές συνεχίστηκαν το 2017, συμπεριλαμβανομένης μιας περιόδου που ο Manfort ήταν γνωστό πως μιλούσε με τον Donald Trump αφού ο ρεπουμπλικάνος ανέλαβε την προεδρία. Το CNN σημειώνει ότι δεν είναι σαφές εάν υπεκλάπησαν συνδιαλέξεις του Manafort με τον Trump.
Το FBI δεν είχε τρόπο να ακούσει τι διαμείφθηκε τον Ιούλιο του 2016, όταν ο Donald Trump Jr, ο Μanafort και ο σύμβουλος του Λευκού Οίκου Jared Kushner συναντήθηκαν με μια ρωσίδα δικηγόρο που υποσχόταν να τους δώσει στοιχεία σε βάρος της αντιπάλου του Τραμπ, της υποψήφιας των Δημοκρατικών Hillary Clinton, σύμφωνα με το CNN.
Η Ρωσία έχει αρνηθεί επανειλημμένα ότι προσπάθησε να επηρεάσει την έκβαση των προεδρικών εκλογών στις ΗΠΑ. Ο D. Trump έχει διαψεύσει πως υπήρξε οποιαδήποτε αθέμιτη σύμπραξη της εκστρατείας του με τους Ρώσους.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ