Η υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ Τζάνετ Γέλεν ανακοίνωσε στους ομολόγους της των G20 ότι η Ουάσινγκτον θα άρει τις απαιτήσεις και τις ενστάσεις που είχε προβάλει η προηγούμενη διοίκηση για την επιβολή ενός διεθνούς ψηφιακού φόρου.
Η Γέλεν δήλωσε ότι η αμερικανική κυβέρνηση θα άρει το εμπόδιο που έθετε μέχρι πρότινος η κυβέρνηση Τραμπ στη θέσπιση του «παγκόσμιου» αυτού μέτρου.
Η Ευρώπη με πρώτη τη Γαλλία εδώ και καιρό διαμαρτυρόταν ότι οι διαδικτυακοί κολοσσοί καταβάλλουν εξαιρετικά χαμηλούς φόρους στις χώρες στις οποίες δραστηριοποιούνται και αντλούν σημαντικά κέρδη, αφού έχουν τη δυνατότητα να τα μεταφέρουν αυτά τα κέρδη στους λεγόμενους «φορολογικούς παραδείσους».
Η υπουργός Οικονομικών του προέδρου Τζο Μπάιντεν δήλωσε εκ νέου ότι ένας διεθνής φόρος στους κολοσσούς της ψηφιακής τεχνολογίας «θα επιτρέπει τη συλλογή ενός δίκαιου μεριδίου από τις επιχειρήσεις, διατηρώντας ταυτοχρόνως τον ανταγωνισμό των επιχειρήσεών μας και μειώνοντας τα κίνητρα (...) για υπεράκτιες δραστηριότητες τις οποίες ασφαλώς δεν θέλουμε να επιβραβεύουμε».
Από την πλευρά του, ο Υπουργός Οικονομικών της Γαλλίας, Μπρούνο Λεμέρ, είπε ότι πρόκειται για πολύ θετική είδηση το γεγονός ότι η υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ είναι ανοικτή στην ιδέα για την επιβολή ενός νέου διεθνούς φόρου που θα βασίζεται σε δύο άξονες: πρώτον, στον ψηφιακό φόρο και δεύτερον, σε μία ελάχιστη φορολόγηση επί του εταιρικού φόρου. Ο Λεμέρ εξέφρασε την άποψη ότι η συμφωνία μπορεί να επιτευχθεί πολύ σύντομα, πιθανόν και έως το τέλος της Άνοιξης.
Σημειώνεται ότι το γαλλικό Κοινοβούλιο υιοθέτησε τον Ιούλιο του 2019 την επιβολή φόρου 3% στον κύκλο εργασιών των μεγάλων εταιριών του Διαδικτύου, γεγονός που κατέστησε τη Γαλλία πρωτοπόρο στη φορολόγηση των "GAFA" και άλλων πολυεθνικών που κατηγορούνται για φοροδιαφυγή. Αυτός απέφερε 350 εκατ. ευρώ το 2019. Η Ουάσινγκτον από την πλευρά της, είχε απειλήσει επί προεδρίας Τραμπ το Παρίσι επανειλημμένα με αντίποινα επιβολής δασμών σε γαλλικά προϊόντα, όπως οι τσάντες χειρός, τα τυριά, τα προϊόντα καλλωπισμού και τα κρασιά.