Περίπου 110 καρνάγια σε όλη την Ελλάδα, 400-500 καραβομαραγκοί, ιστιοράφτες και άλλοι τεχνίτες, αρκετές χιλιάδες ξύλινες αλιευτικές βάρκες και ψαροκάϊκα και αντίστοιχοι επαγγελματίες και ερασιτέχνες αλιείς, 500 παραδοσιακά ξύλινα επαγγελματικά σκάφη αναψυχής, 800 – 1.000 περίπου ναυτικοί και ιστιοπλόοι σε ξύλινα σκάφη, αποτελούν μια μικρή αλλά κρίσιμη μάζα εξαιρετικών μονάδων που αποτελούν προτεραιότητα για το Υπουργείο Ναυτιλίας & Νησιωτικής Πολιτικής.
Η ξυλοναυπηγική είναι ένα επάγγελμα, μια τέχνη, που ασκείται από καταβολής των πρώτων ανθρώπων που πάτησαν, αιώνες τώρα, σε αυτήν τη δαιδαλώδη παράκτια και πολυνησιακή περιοχή της υδρογείου, που ονομάζεται Ελλάδα.
Στον προϊστορικό οικισμό του Ακρωτηρίου της Θήρας, στην Δυτική Κατοικία, μπορούμε να θαυμάσουμε την περίφημη «ζωφόρο του Στόλου», που μας αφηγείται ένα ταξίδι με πραγματικά όμορφα πλοία που προσεγγίζουν διάφορες πόλεις-λιμένες της εποχής εκείνης.
Αυτά τα πλοία κατασκευάστηκαν από τεχνίτες του ξύλου, οι οποίοι προσάρμοζαν αυτό το δύσκολο υλικό σε ένα δημιούργημα με ικανότητες ασφαλούς πλεύσης. Αρκετά άλλαξαν στο πέρασμα των αιώνων, κυρίως τα εργαλεία και τα υλικά. Σήμερα έχουμε ηλεκτρικά τρυπάνια, σιδερένια βιομηχανικά καρφιά, ντιζελοκινητήρες. Δεν έχουμε την περίφημη ξυλεία που είχαν οι πρόγονοί μας, δεν έχουμε χειροποίητα εργαλεία, δεν έχουμε την ιστιοφορία ως βασικό μέσο πρόωσης.
Έχουμε, όμως, τον ίδιο σχεδόν τρόπο ναυπήγησης. Την ίδια σχεδόν διαδικασία κατασκευής των ξύλινων σκαφών. Τους ίδιους σχεδόν τύπους σκαφών, που πλέουν αιώνες τώρα στις θάλασσές μας. Τους ίδιους τεχνίτες που παλεύουν το ξύλο και τους ίδιους εργάτες και εραστές της θάλασσας που πλέουν τα σκαριά τους.
Δεν θα υπάρχουν όμως για πολύ, αν δεν αντιδράσουμε.
Για πρώτη φορά στο πέρασμα όλων αυτών των αιώνων η επαφή του ανθρώπου με το ξύλινο σκάφος αρχίζει και μειώνεται ανησυχητικά, όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και σε παγκόσμιο επίπεδο.
Οι λόγοι πολλοί. Κυρίως οφείλεται στη στροφή της εμπορευματικής θαλάσσιας μεταφοράς από τα ξύλινα σκάφη στα μεταλλικά, στα σιδερένια πλοία των χιλιάδων κόρων και στη συνέχεια στην αναγκαιότητα μείωσης του αλιευτικού στόλου, προκειμένου να περιοριστεί και να ελεγχθεί περισσότερο η υπεραλίευση και να προστατευθεί το θαλάσσιο περιβάλλον. Και φυσικά, στην τάση, στη μόδα των σύγχρονων καπεταναίων να αγοράζουν για αναψυχή σύγχρονα πολυτελή πολυεστερικά κότερα αλλά και βάρκες.
Στο πλαίσιο αυτό τίθενται τα ερωτήματα. Πρέπει ή δεν πρέπει να ασχοληθούμε με το θέμα ; Πρέπει ή δεν πρέπει να πλέουν στις θάλασσες ξύλινα σκάφη ; Το επάγγελμα του ξυλοναυπηγού ή αλλιώς του καραβομαραγκού πρέπει ή δεν πρέπει να στηριχθεί ; ή απλώς να σβήσει όπως τόσα και τόσα παραδοσιακά επαγγέλματα, ανά τους αιώνες ;
Η απάντηση είναι απλή. Το ξύλινο σκάφος πρέπει να συνεχίσει να πλέει σε όλες τις θάλασσες του κόσμου. Είναι απολύτως χρηστικό, είναι αξιόπλοο, είναι οικολογικό. Ενισχύει τις μικρές παράκτιες και νησιωτικές οικονομίες. Είναι η ίδια η ανθρώπινή μας ύπαρξη, καθώς ο άνθρωπος μόλις περπάτησε, έπλευσε αμέσως πάνω σε ένα σκαμμένο ξύλο, σε μια σκάφη, σε ένα σκάφος, για να βρει την τροφή του.
Για να υπάρχουν καραβομαραγκοί, πρέπει να πλέουν ξύλινα σκάφη. Για να πλέουν τα ξύλινα σκάφη πρέπει να είναι χρηστικά. Να είναι ζωντανά. Να ταξιδεύουν ανθρώπους. Να μεταφέρουν. Να αλιεύουν. Να επισκευάζονται στα καρνάγια.
Το ξύλο είναι ζωντανός οργανισμός. Αν ένα ξύλινο σκάφος αφεθεί στην ξηρά, μετά από λίγο καιρό πεθαίνει. Σκεβρώνει. Αποσυντίθεται. Διαλύεται.
Στο πλαίσιο αυτό το Υπουργείο Ναυτιλίας & Νησιωτικής Πολιτικής έχοντας τη διαχρονική αρμοδιότητα στα πλωτά μέσα εν γένει, στις υποδομές ελλιμενισμού, ναυπήγησης και επισκευής τους, έχει υλοποιήσει ήδη σχετικές ενέργειες, ιδιαίτερα τον τελευταίο ενάμισι χρόνο, αλλά και δρομολογήσει για το επόμενο χρονικό διάστημα μια σειρά μέτρων τόνωσης του κλάδου.
Πιο αναλυτικά:
Το Υπουργείο Ναυτιλίας προωθεί τροποποίηση του θεσμικού πλαισίου που διέπει μέχρι σήμερα τα «παραδοσιακά σκάφη». Σημειώνεται ότι το Υπουργείο Ναυτιλίας, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων του, έχει χαρακτηρίσει ως «παραδοσιακά» (τρεχαντήρια, περάματα, βαρκαλάδες κ.ά.) περίπου 500 επαγγελματικά σκάφη αναψυχής, τα οποία απολαμβάνουν φορολογικών και λοιπών κινήτρων.
Σε συνέχεια εκτεταμένης διαβούλευσης που πραγματοποίησε το Νοέμβριο του 2020 το Υπουργείο με όλους τους εμπλεκόμενους φορείς για το εν λόγω θέμα (καρνάγια, σύλλογοι, ιδιοκτήτες παραδοσιακών σκαφών, πανεπιστήμια, νηογνώμονες κ.ά.) προέκυψε στην αναγκαιότητα να επανεξεταστεί το θεσμικό πλαίσιο, προκειμένου να αναζωογονηθεί ο κλάδος.
Βασική κατεύθυνση της νέας θεσμικής πρωτοβουλίας είναι τα φορολογικά και άλλα ευεργετήματα να τα λαμβάνουν όχι μόνο τα παραδοσιακά αλλά και τα υπόλοιπα ξύλινα σκάφη. Τα ελληνικά παραδοσιακά σκάφη επιβάλλεται όμως να ευεργετούνται με έναν υψηλότερο συντελεστή, προκειμένου να ενισχυθεί περαιτέρω η παραδοσιακή ναυπηγική τέχνη και τα ελληνικά καρνάγια. Ταυτόχρονα, οι διαδικασίες χαρακτηρισμού απλοποιούνται, τυποποιούνται και γίνονται πιο αξιόπιστες, αναδεικνύοντας σημαντικά το ρόλο του καρνάγιου, του κατασκευαστή, δηλαδή, στη διαδικασία αυτή.
Επιπλέον, σε ότι αφορά τα καρνάγια, από το καλοκαίρι του 2019 έως και σήμερα κατόπιν ενέργειες των αρμόδιων Υπηρεσιών του Υπουργείου Ναυτιλίας, διενεργήθηκε καταγραφή των υφιστάμενων παραδοσιακών επιχειρήσεων σε όλη τη χώρα και εντοπίστηκαν τα σημαντικότερα προβλήματα που ήταν κρίσιμα για τη βιωσιμότητά τους. Η επίλυση τους ξεκίνησε άμεσα.
Το Σεπτέμβριο του 2020 το Υπουργείο Ναυτιλίας νομοθέτησε με τα συναρμόδια Υπουργεία την απαλλαγή των μικρών παραδοσιακών ναυπηγείων από την ανάγκη έκδοσης Απόφασης Έγκρισης Περιβαλλοντικών Όρων για τη λειτουργία τους και συνάμα την υποχρέωση τήρησης γενικών περιβαλλοντικών όρων.
Επιπρόσθετα και κατόπιν διαβούλευσης με αρμόδιους εμπλεκόμενους φορείς, το Υπουργείο Ναυτιλίας με το Ν.4770/2021 αντιμετώπισε το σημαντικότερο πρόβλημα των καρνάγιων, τη δυνατότητα δηλαδή παραχώρησης χώρου στις επιχειρήσεις που λειτουργούν στον αιγιαλό και την παραλία καθώς τον τρόπο υπολογισμού του ανταλλάγματος χρήσης.
Όλα τα καρνάγια σχεδόν ήταν παράνομα και δεν μπορούσαν να λειτουργήσουν κανονικά αλλά και να κάνουν νέες επενδύσεις ! Παράλληλα με το Ν.4787/2021 δόθηκε παράταση κατά ένα έτος της προθεσμίας υποβολής αίτησης παραχώρησης χρήσης για τις επιχειρήσεις που λειτουργούν άνευ αδείας.
Οι ενέργειες στήριξης από πλευράς του Υπουργείου Ναυτιλίας παίρνουν έναν περισσότερο ολιστικό χαρακτήρα καθώς η αναζωογόνηση του κλάδου δεν δύναται να λειτουργήσει απουσία της τεχνογνωσίας που έχει σωρευθεί όλα αυτά τα χρόνια σε νέους ανθρώπους, σε νέους τεχνίτες.
Στο πλαίσιο αυτό, σε συνεργασία με τα συναρμόδια Υπουργεία και στη βάση στήριξης των λεγόμενων «Γαλάζιων Επαγγελμάτων» έχουν δημιουργηθεί όλες εκείνες οι προπαρασκευαστικές ενέργειες για να δημιουργηθεί και να χρηματοδοτηθεί από ενωσιακούς πόρους συγκεκριμένες μελέτες τεκμηρίωσης αλλά και σχετικό πρόγραμμα κατάρτισης.
Το πρόγραμμα αυτό θα έχει περιφερειακή διάσταση και βασίζεται στο περίγραμμα σπουδών των «Σχολών Ξυλοναυπηγών – Καραβομαραγκών», που είχε παλαιότερα εγκρίνει το Υπουργείο Παιδείας και είχε δρομολογήσει το Υπουργείο Ναυτιλίας μαζί με το Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής.
Ανεξάρτητα όμως από τις όποιες ενέργειες στις οποίες έχουμε ήδη προβεί ως Υπουργείο Ναυτιλίας & Νησιωτικής Πολιτικής και θα προβούμε στη συνέχεια, αυτό που θα πρέπει να γίνει ευρέως κατανοητό είναι ότι το ελληνικό παραδοσιακό σκάφος, το αλλοδαπό παραδοσιακό σκάφος και γενικότερα το ξύλινο σκάφος για να συνεχίσει να υπάρχει πρέπει να είναι στη θάλασσα και να πλέει. Να μην γίνει φολκλόρ. Κυρίως να έχει λόγο ύπαρξης:
Με τους αλιείς, αξιοποιώντας παράλληλα και τα πλεονεκτήματα του θεσμικού πλαισίου του αλιευτικού τουρισμού.
Με τους μεταφορείς, που θέλουν να μεταφέρουν τα βιολογικά τους προϊόντα από νησί σε νησί, από παράκτια περιοχή σε παράκτια περιοχή, με ένα πλοίο απολύτως οικολογικό.
Με τους νέους και τους μεγαλύτερους που επιθυμούν να κάνουν τις θαλάσσιες διακοπές ή την αθλητική τους ιστιοπλοΐα με ένα σκάφος κλασσικού στιλ.
Η αναβίωση που επιχειρούμε και πιστεύω πως σύντομα θα πετύχουμε, στόχο έχει να επαναφέρει το ενδιαφέρον στις τοπικές οικονομίες, να δημιουργηθούν νέες θέσεις εργασίας, να λειτουργήσουν με όλους τους σύγχρονους περιβαλλοντικούς όρους τόσο τα 110 περίπου υφιστάμενα καρνάγια και ταρσανάδες της χώρας αλλά ενδεχομένως και νέα, δίνοντας έναυσμα και κίνητρα σε έναν τομέα που κάλλιστα εμπίπτει στη δυναμική της γαλάζιας και πράσινης οικονομίας που διαμορφώνεται σήμερα στη χώρα μας, αλλά και διεθνώς.
Το τρεχαντήρι, η τράτα, ο βαρκαλάς, η σκούνα και τόσα άλλα είδη παραδοσιακών σκαφών είναι κομψοτεχνήματα. Αξίζει να τα κρατήσουμε ζωντανά και να τα ταξιδεύουμε.
*O Δρ. Ευάγγελος Κυριαζόπουλος είναι Γενικός Γραμματέας του Υπουργείου Ναυτιλίας & Νησιωτικής Πολιτικής