Ας αφήσουμε προς το παρόν στην άκρη το λόγο που ώθησε την ΟΛΜΕ και τη ΔΟΕ να καλέσουν σε απείθεια τους εκπαιδευτικούς (μη συμμετοχή στις αξιολογήσεις των σχολείων τους), που οδήγησαν στην άσκηση αγωγών κατ’ αυτών από το Υπουργείο Παιδείας, και ας εξετάσουμε πρώτα τη συμπεριφορά των συνδικαλιστικών αυτών οργανώσεων απέναντι στην ελληνική δικαιοσύνη.
Διαπιστώνουμε, λοιπόν, ότι όταν οι συνδικαλιστικές οργανώσεις των εκπαιδευτικών χάνουν στα δικαστήρια δεν έχουν κανένα πρόβλημα να διακηρύξουν οργισμένα ότι «κλιμακώνουν τον αγώνα τους», δηλαδή κλιμακώνουν τη διαπιστωμένη με τη βούλα του δικαστηρίου παραβατικότητά τους, κηρύσσοντας νέες απεργίες και συλλαλητήρια.
Έτσι, αντί να σεβαστούν, όπως θα έκανε κάθε υπεύθυνος πολίτης αυτής χώρας, την εφετειακή απόφαση που, μετά από προσφυγή των ίδιων των συνδικαλιστικών οργανώσεων, έκρινε σε δεύτερο και τελεσίδικο βαθμό ότι η απεργία που είχαν πραγματοποιήσει την προηγούμενη εβδομάδα ήταν παράνομη, επικυρώνοντας την απόφαση του Πρωτοδικείου Αθηνών που είχε κρίνει τα ίδια, «καταγγέλλουν την ποινικοποίηση της συνδικαλιστικής δράσης» και ξανά προς την παραβατικότητα τραβούν.
Λίγο τους ενδιαφέρει ότι δεν πρόκειται προφανώς για ποινική αλλά για αστική απόφαση, που δεν έχει καμία σχέση με το ποινικό δίκαιο. Σημειωτέον ότι το διατακτικό της εφετειακής απόφασης, η οποία είναι άμεσα εκτελεστή, συνοψίζεται στην απαγόρευση κάθε άλλης απεργίας που θα συνδέεται με την παρακίνηση αποχής από τη διαδικασία της αξιολόγησης και προβλέπει χρηματική ποινή 3.000 ευρώ για κάθε τυχόν παράβαση της απαγόρευσης αυτής από τις Ομοσπονδίες.
Αξίζει, προφανώς, να επισημανθεί ότι μολονότι οι συνδικαλιστικές αυτές οργανώσεις εκπροσωπούν μια σπουδαία επαγγελματική ομάδα της κοινωνίας μας, τους εκπαιδευτικούς, δηλαδή πολίτες που θα έπρεπε να αποτελούν ιδιαίτερο παράδειγμα προς μίμηση όλων και προφανώς της νεολαίας, η επιδεικνυόμενη από την ΟΛΜΕ και ΟΣΕ αντίληψη για την ιδέα της Δικαιοσύνης είναι ιδιαίτερα απογοητευτική.
Βλέπουμε λοιπόν ότι τα συνδικάτα των εκπαιδευτικών δεν διανοούνται καν ότι τα αιτήματα και η συνδικαλιστική τους δράση είναι δυνατό να κρίνονται και να ελέγχονται από τα δικαστήρια, και στο πλαίσιο αυτό, η δικαστική προσφυγή του κράτους κατά της ιδιόμορφης λευκής απεργίας τους καταγγέλλεται ως «ωμή παρέμβαση» στα συνδικαλιστικά δικαιώματα.
Δηλαδή, η οποιαδήποτε δραστηριότητα των συνδικάτων βρίσκεται, κατά τις οργανώσεις αυτές, εκτός του συστήματος δικαιοσύνης, προφανώς γιατί θεωρούν ότι μόνο ο Θεός μπορεί να τους ελέγξει, κατά τρόπο αντίστοιχο με το ότι μόνο ο Θεός μπορεί να τους αξιολογήσει. Άλλωστε, εάν έχεις στον πλευρό σου τον τομεάρχη παιδείας του Σύριζα Νίκο Φίλη, ποιον άλλο γήινο να εμπιστευτείς.
Ενδιαφέρον είναι ότι την έφεση κατά της πρωτόδικης απόφασης την άσκησαν οι ίδιες οι συνδικαλιστικές οργανώσεις, χρησιμοποιώντας εύλογα το δικαίωμα που τους παρέχει ο νόμος.
Εκεί, λοιπόν, που λέει κανείς ότι με την έφεσή τους αυτή εξέφρασαν την εμπιστοσύνη τους στην ελληνική δικαιοσύνη, στη συνέχεια όταν η εφετειακή απόφαση απορρίπτει το αίτημά τους, τότε η δικαιοσύνη καθίσταται ένα εργαλείο της κυβέρνησης για να κτυπηθεί η συνδικαλιστική δράση όπου, βέβαια, «συνδικαλιστική δράση» ονομάζεται εδώ μια «λευκή» απεργία (όπως και οι ίδιοι αναγνωρίζουν στο κείμενο της εκδικασθείσας έφεσή τους), που, κατά κοινή νομική παραδοχή, θεωρείται ότι αποτελεί, άνευ άλλου, μία από τις πλέον έκδηλες μορφές παράνομης και καταχρηστικής απεργίας.
Και εκεί που λέει κάποιος ότι οι ομοσπονδίες έχουν για πέταμα την εφετειακή απόφαση, εκπλήσσεται όταν πέφτει επάνω σε ενημερωτική ανακοίνωση ότι, αναφέροντας η υπουργός Παιδείας ότι η απεργία κηρύχθηκε από την εφετειακή απόφαση καταχρηστική, διαδίδει fake news. Ποιο είναι εδώ το κόλπο των συνδικαλιστικών οργανώσεων, που διέπεται από την αρχή «λέω τη μισή αλήθεια γιατί έτσι με συμφέρει»;
Πράγματι, η απόφαση δεν κήρυξε την απεργία «καταχρηστική». Αλλά γιατί; Με ποιο αιτιολογικό αποφάσισε έτσι το Δικαστήριο; Πολύ απλά γιατί, ευλόγως έκρινε, ότι επειδή η απεργία αυτή ήταν για μύριους άλλους λόγους παράνομη «περιττεύει η εξέταση των όρων για την τυχόν καταχρηστική άσκησή της».
Πολύ απλά, η εφετειακή απόφαση θεώρησε ότι θα ήταν άσκοπο να αναλωθεί με την εξέταση του ζητήματος της καταχρηστικότητας της απεργίας, που, στο κάτω-κάτω της γραφής οδηγεί στο ίδιο αποτέλεσμα, δηλαδή στο παράνομο της απεργίας, αφού, έτσι και αλλιώς, το δικαστήριο την έκρινε παράνομη για τους υπόλοιπους λόγους που έκανε δεκτούς.
Δεν είπε λοιπόν η απόφαση ότι η απεργία δεν είναι καταχρηστική, αλλά είπε ότι δεν χρειάζεται να το εξετάσει. Άλλωστε, στο κεφάλαιο της απόφασης που αφορούσε την ΟΙΕΛΕ, δηλαδή εκπαιδευτικούς του ιδιωτικού τομέα, η απόφαση έκρινε ότι η απεργία «είναι παράνομη και καταχρηστική». Πού βρίσκεται λοιπόν η διαστρέβλωση της νομικών δεδομένων και τα fake news;
Και κάτι ακόμη πριν κλείσουμε: Μυρίζομαι ότι για να συνεχιστεί η λευκή απεργία των εκπαιδευτικών από την αξιολόγηση, κατά παράβαση προφανώς της εφετειακής απόφασης, ετοιμάζεται να χρησιμοποιηθεί ένα άλλο συνηθισμένο συνδικαλιστικό κόλπο. Θα κηρυχθούν νέες απεργίες με προσχηματική προσθήκη και άλλων αιτημάτων. Ήδη οι ομοσπονδίες συγκαλούν γενικές συνελεύσεις «για να ληφθούν αποφάσεις για όλα τα ζητήματα που απασχολούν τον κλάδο»!
*Ο Ιωάννης Ληξουριώτης είναι ομότιμος καθηγητής εργατικού δικαίου