Νέα μελέτη διεθνών εμπειρογνωμόνων δείχνει πως ο κορονοϊός μεταδόθηκε από ζώο σε άνθρωπο. Η έκθεση αναφέρει επίσης ότι ο κόσμος εξακολουθεί να μην διαθέτει στρατηγικές για την πρόληψη της ζωονοσολογικής μετάδοσης - της εξάπλωσης ενός ιού από ζώο σε άνθρωπο - και σύμφωνα με τους εμπειρογνώμονες, αυτό θα επιδεινωθεί με την κλιματική αλλαγή και την αστική εξάπλωση.
Σε κάθε περίσταση, επισημαίνουν ότι, όπου υπάρχει αυξημένη αλληλεπίδραση μεταξύ ανθρώπων και ζώων, υπάρχει πιθανότητα για εξάπλωση των ιών.
Με συμπληρωμένα σχεδόν τρία χρόνια μετά την έναρξη της πανδημίας της COVID-19, οι συγγραφείς της έκθεσης διαπίστωσαν ότι ο κόσμος «απέτυχε σε μεγάλο βαθμό» να ανταποκριθεί στην πρόκληση ώστε να προλάβει την επόμενη πανδημία.
Τα ευρήματα της ομάδας έρχονται ως συνέχεια δύο άλλων μελετών που δημοσιεύθηκαν νωρίτερα φέτος και οι οποίες διαπίστωσαν ότι ο SARS-CoV2 πιθανότατα προήλθε από μια αγορά όπου πωλούνταν ζωντανά ζώα στην κινεζική πόλη Γουχάν.
Ωστόσο, τον Ιούνιο, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας δήλωσε ότι η τελευταία έρευνά του σχετικά με την προέλευση του ιού ήταν ασαφής, κυρίως επειδή έλειπαν δεδομένα από την Κίνα.
«Ενιαία υγεία» ως πρόληψη
Η έκθεση, η οποία διατυπώνει πέντε σημαντικές συστάσεις, ζητεί μια στρατηγική για την «ενιαία υγεία» για την πρόληψη μελλοντικών πανδημιών, η οποία θα περιλαμβάνει μεγαλύτερη συνεργασία μεταξύ των δικαιοδοσιών και των διαφόρων τομέων της υγείας.
Οι ειστήμονες τονίζουν ότι θα πρέπει να εξετάζεται αν υπάρχουν περιπτώσεις ασθενειών είτε σε ανθρώπους είτε σε ζώα, σε σφαγεία, εμπόρους ζώων ή φροντιστές και να είμαστε προετοιμασμένοι να προλάβουμε τα πράγματα πολύ νωρίς, ουσιαστικά μόλις συμβούν.
Η κύρια σύσταση της επιστημονικής ομάδας είναι να εντοπιστούν οι δυνητικά επικίνδυνοι παθογόνοι μικροοργανισμοί και η εστίαση σε αυτά τα hotspot. Αυτή η στρατηγική είναι γνωστή ως «έξυπνη επιτήρηση» και θα μπορούσε να περιλαμβάνει την παρακολούθηση και τη δειγματοληψία σε χώρους όπως οι αγορές άγριων ζώων, παρόμοιες με αυτή της Γουχάν.
Η έκθεση αναφέρει ότι οι επιστήμονες θα μπορούσαν να αναπτύξουν εκτιμήσεις κινδύνου και συστήματα έγκαιρης προειδοποίησης και να δημιουργήσουν δεδομένα που θα βοηθήσουν στην ανάπτυξη εμβολίων ή τρόπων διάγνωσης νέων ιών.
Αλλά, σύμφωνα με τον Έντουαρντ Χολμς, ιολόγος στο Πανεπιστήμιο του Σίδνεϊ, υπάρχει ένα πρόβλημα: η πολιτική.
«Μπορείς να κάνεις όση επιτήρηση θέλεις αλλά δεν οδηγεί πουθενά αν δεν είσαι έτοιμος να μοιραστείς αυτά τα δεδομένα», δήλωσε ο ιολόγος, ο οποίος συμμετείχε στην αποκρυπτογράφηση της αλληλουχίας του γονιδιώματος του ιού της COVID-19.
Αντιμετώπιση της παραπληροφόρησης
Οι συγγραφείς της έκθεσης τονίζουν ότι θα πρέπει να ληφθούν μέτρα για την αντιμετώπιση της παραπληροφόρησης σχετικά με την πρόληψη και τον έλεγχο των αναδυόμενων ασθενειών.
«Η ελπίδα μου είναι ότι οι πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης δεν θα επιτρέπουν τη διαιώνιση της παραπληροφόρησης ή θα παρέχουν το είδος των πληροφοριών που χρειάζονται οι άνθρωποι, ώστε να μπορούν να σχηματίσουν μια σαφή άποψη με βάση τα δεδομένα», δήλωσε.
«Κανείς δεν θέλει να καταπνίξει τη συζήτηση, αλλά πρέπει όλα τα μέρη να φερθούν υπεύθυνα. Τα τελευταία χρόνια έχουμε δει κάποιους πραγματικά επιζήμιους φορείς παραπληροφόρησης, οπότε τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης πρέπει να αποτελέσουν μέρος της στρατηγικής».
Η έκθεση καλεί τους οργανισμούς να υποστηρίξουν τους επιστήμονες που απειλούνται από την παραπληροφόρηση και τις πολιτικά υποκινούμενες επιθέσεις, καθώς και να σχεδιάσουν και να προωθήσουν προγράμματα για τη βελτίωση της κατανόησης της επιστήμης από το κοινό.
Η έκθεση δημοσιεύθηκε στα Πρακτικά της Εθνικής Ακαδημίας Επιστημών (PNAS) στις 10 Οκτωβρίου.
Πηγή: ΕΡΤ