Ευδοκία

Ευδοκία

«Δόξα ?ν ?ψίστοις Θε? κα? ?π? γ?ς ε?ρήνη ?ν ?νθρώποις ε?δοκία Εξακολουθούμε να βρισκόμαστε στο κλίμα των Χριστουγέννων και παραθέτουμε τον ύμνο των αγγέλων που, κατά την ευαγγελική παράδοση, έψαλλαν κατά τη θεία γέννηση. Το γεγονός αυτό παρουσιάζει ο ευαγγελιστής Λουκάς (κεφ. Β'' , στ. 14), που πληροφορήθηκε τα σχετικά με τη γέννηση από την ίδια την Παναγία.

Ε?δοκία είναι η επιδοκιμασία, η εύνοια, η χάρις, η έγκριση, η καλή διάθεση, η ικανοποίηση. Με άλλα λόγια, η έλευση του Θεού στη γη έφερε ειρήνη στους ανθρώπους, αλλά και την επιδοκιμασία Του, την κατάφασή Του προς το ανθρώπινο γένος.

Εδώ, όμως, λεξιλογούμε και θα πούμε ότι ? ε?δοκία συναντάται για πρώτη φορά στα ελληνιστικά χρόνια και μάλιστα στο συγκεκριμένο χωρίο του Λουκά. Προέρχεται από το ρήμα ε?δοκ?, που σημαίνει ότι έχω την καλή θέληση να κάνω κάτι.

Για καλή θέληση ο λόγος σήμερα, λοιπόν, αφού αυτή τη σημασία έχει και στα νέα ελληνικά ο λεκτικός τύπος. Υπάρχει ως γυναικείο όνομα, ως Ευδοκία, βυζαντινή αυτοκράτειρα, σύζυγος του Θεοδοσίου του Β'', σπάνιας μόρφωσης γυναίκα, που το αρχικό της όνομα ήταν Αθηναΐς.

Στην ίδια οικογένεια με την ευδοκία βρίσκεται η ευδοκίμηση, η καλή κατάσταση, η πρόοδος που επιθυμούμε όλοι στο χώρο της εργασίας, της οικονομίας και της ατομικής μας ζωής. Ευδοκίμηση θέλουμε, επίσης, στον όμορφο κήπο μας και στα φυτά μας, ζητάμε να ευδοκιμούν και να καρποφορούν.

Στον καιρό την κρίσης το να ευδοκιμεί κανείς ηχεί ως πρόκληση για δημιουργική προσπάθεια. Πράγματι, ο νους όλων μας εργάζεται, για να βρει νέες διεξόδους, να πορευτεί κάπως διαφορετικά, για να επιτύχει ευδόκιμη σταδιοδρομία, επιτυχή και αποτελεσματική δηλαδή.

Το δεύτερο συνθετικό της ευδοκίας ανάγεται στο ρήμα δοκέω – δοκ?, που έχει την έννοια του νομίζω, πιστεύω. Μαζί με το δοκ? και η δόξα η φήμη, η γνώμη, η ιδέα. Δόξα είναι ακόμη η δοξολογία. Το ρήμα αυτό μας δίνει κι άλλα αξιόλογα ομόρριζα, που θα μπορούσαμε να τα αποκαλέσουμε δόκιμα ομόρριζα, όπως τη δόκηση, την πίστη, την πεποίθηση σε κάτι, τη δοξασία, τη φαντασία ή το όραμα.

Με το δοκ? σκεφτόμαστε τον δοκησίσοφο που δοκεί ή νομίζει ότι τα ξέρει όλα και ενοχλεί αυτούς που πράγματι τα ξέρουν.

Μεγάλο λεξιλογικό περίπατο ευδοκήσαμε (=είχαμε την καλοσύνη, προθυμοποιηθήκαμε) να κάνουμε σήμερα.

Διεκδικούμε το μετάλλιο ευδοκίμου υπηρεσίας (= καλής και επιτυχημένης), μια που σας έχουμε παρουσιάσει πάνω από διακόσιες λέξεις και, αν θέλει ο καλός Θεός και ευδοκιμήσουμε, ευελπιστούμε να γράψουμε άλλες τόσες και πολλές παραπάνω, να ασχοληθούμε με δόκιμους και αδόκιμους όρους, που έχουν περάσει μέσα από πολλές και ποικίλες γλωσσικές δοκιμασίες.

Μεγάλη η οικογένεια της ευδοκίας. Ωραία η σημασία της, θετική, ανάλογη με τη διάθεση των ημερών. Ας μείνουμε στη χριστουγεννιάτικη ευδοκία, μήπως αποφύγουμε το αντώνυμό της, τη δυσμένεια.