Ώνια

Ώνια

Για ώνια και για ψώνια σήμερα ο λόγος, δηλαδή για προμήθειες, για αγαθά που αγοράζουμε έναντι αμοιβής.

Τα ώνια, λέξη που συναντάμε στον πληθυντικό, δεν είναι τίποτε άλλο παρά τα ψώνια που κάνουμε και γι'' αυτό στο λεξιλόγιό μας επικράτησαν τα ψώνια έναντι των ωνίων. Ψώνια και ώνια εξάλλου ομόρριζες λέξεις, αλλά ας μην προτρέχουμε.

Τα ?νια, όπως ήταν η αρχική μορφή της λέξης, ήταν ένα επίθετο, ? ?νιος, ? ?νία, τ? ?νιον, που κατέληξε να γίνει ουσιαστικό, ουσιαστικοποιήθηκε όπως λέμε. Κάτι ανάλογο έχει συμβεί και με άλλα επίθετα στη γλώσσα μας που χρησιμοποιούνται πολύ συχνά, όπως ο νέος, για παράδειγμα. Όταν τα εντοπίζουμε στον πληθυντικό του ουδετέρου, «τα νέα», εννοούμε πολλά και διαφορετικά πράγματα.

Κλείνουμε την παρένθεση που ανοίξαμε και ερχόμαστε στα ?νια, τα πράγματα προς πώληση. ?ν? ήταν η αγορά, που ανάγεται στο θέμα του ρήματος ?νο?μαι (= αγοράζω). Στην ινδοευρωπαϊκή ρίζα *wes-no-, από την οποία προέρχεται το ρήμα αυτό οφείλει την ύπαρξή του το λατινικό vendo (=πουλώ), από το οποίο και προέρχονται το γαλλικό vendre, καθώς και τα ισπανικά vender ή malvender, που και τα δύο περιγράφουν τη διαδικασία του πουλάω ή, αν θέλετε, του συνηρημένου τύπου πουλώ.

Μερικές εκφράσεις με το ?νιος στα αρχαία μας κείμενα ήταν οι ακόλουθες:

  • Π?ς ? σ?τος ?νιος; Πόσο μπορεί να αγορασθεί το σιτάρι; Το παραθέτει ο Επίχαρμος ο κωμωδιογράφος και φιλόσοφος του 5ου αιώνα μ.Χ.
  • Α?ματος ? ?ρετ? ?νία: Η αρετή αγοράζεται με αίμα, σύμφωνα με τον Αισχίνη, το ρήτορα του 4ου αιώνα π.Χ.
  • Το? στρατηγο? ?νίου ?ντος: Λεγόταν για τον άρχοντα που μπορούσε να τον εξαγοράσει κανείς με δώρα ή με χρήματα. Την συγκεκριμένη έκφραση την εντοπίζουμε στον Δείναρχο, αττικό ρήτορα επίσης του 4ου αιώνα.

Θα μπορούσαμε να απαριθμήσουμε πολλές από αυτές, αλλά με το δίκιο σας θα αναρωτηθείτε γιατί να ασχολούμαστε με μια λέξη που δεν την πολυακούμε. Η αλήθεια είναι ότι μπορεί το λεκτικό μας τύπο να μην τον συναντάμε αυτούσιο. Υπάρχουν, όμως, αρκετές λέξεις που προκύπτουν από αυτόν και τις χρησιμοποιούμε σχεδόν καθημερινά.

Πρώτα – πρώτα τα ψώνια. Οι μεσαιωνικοί τύποι ψώνιν, ?ψώνιν, ψούνιν, πουσούνιν προέρχονται από τον ελληνιστικό ?ψώνιον που, εκτός από την αμοιβή ή την πληρωμή, δήλωνε και τα έξοδα διατροφής. Ο ?ψώνης μάλιστα ήταν και ο αγοραστής ?ψου, που ήταν η τροφή για προσφάγι.

Υπάρχουν λογής και λογής ψώνια, ψώνια που χρειάζεται να κάνουμε, ψώνια που ικανοποιούν την επιθυμία μας για κατανάλωση, αν και αυτή η συνήθεια, λόγω της τωρινής οικονομικής κατάστασης, έχει εκλείψει. Δεν μπορούμε να ψωνίσουμε, όπως παλιά. Υπάρχουν, όμως, και ψώνια που μας περιβάλλουν, που άλλοτε είναι άνθρωποι λίγο αφελείς και παριστάνουν τους σπουδαίους, οπότε είναι απλώς ψώνια, άλλοτε, όμως, είναι υπερβολικά αλαζόνες και καλούνται ψωνάρες. Ψώνια είναι και οι αγαπημένες μας συνήθειες, τα χόμπυ μας, το ψάρεμα, η ιστιοπλοΐα κ.ά.

Αυτή η τελευταία σημασία των οψωνίων ως των κοκορόμυαλων και υπερφίαλων δεν είναι πρόσφατη, αλλά παλιά και την συναντάμε στην κρητική λογοτεχνία, στο «Φορτουνάτο» του Μάρκου Αντωνίου Φωσκόλου, που την έγραψε στο Χάνδακα της Κρήτης, το σημερινό Ηράκλειο, κατά τη διάρκεια της πολιορκίας του από τους Τούρκους, περίπου το 1669.

Τα ώνια τα γνωρίζουν και όσοι έχουν υπηρετήσει στην υπηρεσία ωνίων στο στρατό, αλλά και εκείνοι που οδηγούν το αυτοκίνητο ωνίων στις στρατιωτικές μονάδες, για να αγοράσουν τα απαραίτητα για την τροφοδοσία των μονάδων.

Τα ώνια υπάρχουν ακόμη στους αργυρώνητους, όσους εξαγοράζονται με χρήματα. Στην αρχαιότητα οι δούλοι που τα αφεντικά τους αγόραζαν έναντι χρηματικής αμοιβής ονομάζονταν αργυρώνητοι, σε αντίθεση με άλλους που τους αντάλλασσαν με άλλα αγαθά. Σήμερα αργυρώνητο αποκαλούμε όποιον μπορεί να δωροδοκηθεί έναντι αμοιβής.

Ένας άλλος λεκτικός τύπος για όποιον λειτουργεί έναντι ανταλλαγμάτων είναι και ο εξωνημένος, ο πουλημένος θα λέγαμε σε πιο απλά ελληνικά.

Και στον εξωνημένο έχουμε ώνια συνεπώς. Ώνια, όμως, υπάρχουν και στους θαμώνες (από το θαμαί = συχνά και το ?νο?μαι = αγοράζω). Κατά λέξη ο θαμώνας αγοράζει συχνά, άρα βρίσκεται συχνά κάπου, συχνάζει σε ένα σημείο.

Ώνια, ψώνια, ψωνάρες, εξωνημένοι, αργυρώνητοι και θαμώνες ενώστε τις δυνάμεις σας. Όλες οι παραπάνω λέξεις και τα παράγωγά τους (ψωνισμένος, ψωνιστήρι, ψώνισμα, ψωνιστής και άλλα πολλά, - με όχι και τόσο ευγενικές σημασίες) είναι ετυμολογικά συγγενή. Προσέξτε, όμως, γιατί όπως λέει η αποστολική ρήση: Τ? ?ψώνια τ?ς ?μαρτίας θάνατος... (=αυτά που αγοράζει κανείς με τις αμαρτωλές πράξεις είναι ο θάνατος, με την έννοια του πνευματικού θανάτου. Ρωμ. στ΄.18 – 23).