Συμπιεσμένος ο Γενικός Δείκτης τιμών του Χρηματιστηρίου Αθηνών σε μια στενή ζώνη ακινησίας λίγο πάνω ή λίγο κάτω από τις 1200 μονάδες, αναζητά επειγόντως εκτόνωση και κίνηση. Τι είναι όμως αυτό που θα πατήσει τη σκανδάλη;
Οι αγορές δεν κοιτάνε ποτέ πίσω. Μόνο μπροστά, προεξοφλώντας τις εξελίξεις και ενσωματώνοντας στις τιμές των μετοχών τα νέα που ξετυλίγονται. Απολογιστικά μόνο θα πούμε, ότι ο Γενικός Δείκτης κράτησε τις 1200 μονάδες και ότι στις ανοδικές συνεδριάσεις ο τζίρος ήταν υψηλότερος από τις πτωτικές. Ωστόσο, ακόμα και οι ανοδικές κινήσεις έχουν αδύναμα χαρακτηριστικά.
Ταυτόχρονα παρ’ όλο που ο Τραπεζικός Δείκτης υποχώρησε κατά -14%, υπήρξαν οι πρώτες θετικές εξελίξεις στον τραπεζικό κλάδο. Αφενός με τη συμφωνία για την αγορά του ποσοστού του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας στην Eurobank, από την ίδια την Eurobank. Και αφετέρου από το ΙΡΟ της Optima Bank που πέτυχε υπερκάλυψη πάνω από 3,5 φορές, παρ’ όλες τις Κασσάνδρες που εκτιμούσαν πως η μετοχή ήταν υπερτιμημένη.
Αναμένεται και συνέχεια με τη διάθεση του 20% των μετοχών της Εθνικής Τράπεζας, από το συνολικό πακέτο του 40% που έχει στην κατοχή του, το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας. Το ύψος της συναλλαγής ανέρχεται στο 1 δισ. ευρώ. Ένα ιδιαίτερα μεγάλο ποσό για τα εγχώρια χρηματιστηριακά δεδομένα και τη συγκεκριμένη συγκυρία, που οδηγεί τη Διοίκηση της ΕΤΕ στη διάθεση του 5% στους επενδυτές του Χρηματιστηρίου Αθηνών, μέσω δημόσιας προσφοράς και του 15% σε θεσμικούς επενδυτές, με τη διαδικασία του βιβλίου προσφορών.
Σύμφωνα με ασφαλείς πληροφορίες έχει εκδηλωθεί σημαντικό ενδιαφέρον από αμερικανικούς επενδυτικούς οίκους, ενώ απουσιάζει πλήρως το ενδιαφέρον του Πρίγκιπα διαδόχου του θρόνου και προέδρου του Κρατικού Επενδυτικού Κεφαλαίου της Σαουδικής Αραβίας, Μοχάμεντ Μπιν Σαλμάν, οποίος είχε εκδηλώσει προ δωδεκαμήνου το ενδιαφέρον του για την αγορά του 20% των μετοχών της Εθνικής Τράπεζας, εκτός όμως διαγωνιστικής διαδικασίας.
Γιατί παίζει τόσο μεγάλο ρόλο η συγκεκριμένη διαδικασία στην πορεία του χρηματιστηρίου; Διότι είναι καλές οι προεξοφλήσεις, είναι καλές οι αναλύσεις, είναι καλές οι τιμές στόχοι και είναι καλές οι αξιολογήσεις. Ωστόσο, καλύτερες και πιο αληθινές είναι οι στιγμές των deals. Δηλαδή οι στιγμές, που το χρήμα των αγοραστών βρίσκεται στο τραπέζι. Επομένως η κατάληξη της διαδικασίας της πώλησης του 20% της Εθνικής Τράπεζας από το ΤΧΣ, θα επηρεάσει την αγορά. Η σύνθεση των συμμετεχόντων και η τελική τιμή της μεταβίβασης, θα απελευθερώσουν ένα συμπιεσμένο δυναμικό προς την Α ή τη Β κατεύθυνση.
Εδώ πρέπει να σημειωθεί ότι ενώ το deal ανάμεσα στην Eurobank και το ΤΧΣ έγινε στα 1,8 ευρώ ανά μετοχή, η μετοχή στο ταμπλό του Χρηματιστηρίου Αθηνών την περασμένη Παρασκευή έκλεισα στο 1,459 ευρώ. Δηλαδή με ένα ανεξήγητο discount της τάξης του 19%. Ποιος κάνει άραγε λάθος αυτή τη στιγμή; Η Διοίκηση της Eurobank που αγοράζει τις μετοχές της στα 1,8 ευρώ, ή οι αγοραστές και οι πωλητές που συναλλάσσονται στα 1,459 ευρώ;
Κομβική ημερομηνία, η 20η Οκτωβρίου με την αξιολόγηση της S&P Ratings. H ανάκτηση του “investment grade”, θα δώσει το πράσινο σήμα για τον «υποχρεωτικό» ερχομό σημαντικών κεφαλαίων που θα πρέπει να τοποθετηθούν στα χρηματοοικονομικά προϊόντα της Ελλάδας. Και η αγορά μετά τη διολίσθηση της από τα υψηλά των 1.345 μονάδων, φαντάζει πιο φθηνή, έχοντας αναιρέσει σε ικανοποιητικό βαθμό τις υπερβολές και τις υπερτιμήσεις του καλοκαιριού.
Με καθαρά τεχνικούς όρους οι ισχυρές στηρίξεις του Γενικού Δείκτη βρίσκονται αρκετά χαμηλότερα στα επίπεδα των 1.162 μονάδων, ενώ μια πειστική απάντηση για τους «ταύρους», θα είναι η υπέρβαση της αντίστασης των 1240 μονάδων.
Στα θετικά στοιχεία συγκαταλέγονται η βελτίωση των οικονομικών μεγεθών του 80% των εισηγμένων εταιρειών του Ελληνικού Χρηματιστηρίου και η αποφυγή του shutdown της ομοσπονδιακής κυβέρνησης των ΗΠΑ που είχαμε αναλύσει εδώ.
Στα απρόβλεπτα στοιχεία συγκαταλέγονται η προσπάθεια του S&P 500 να απομακρυνθεί πειστικά από τον κίνδυνο της καθοδικής διάσπασης των 4250 μονάδων και να κινηθεί ανοδικά προς τις 4600 μονάδες και η κίνηση του DAX που επηρεάζεται από τα στοιχεία της γερμανικής οικονομίας που δεν είναι και τα πιο αισιόδοξα.
Και στα αρνητικά στοιχεία συγκαταλέγονται όσον αφορά το εξωτερικό, η κλιμάκωση της οικονομικής κρίσης στην Κίνα, η πιθανότητα αύξησης των επιτοκίων από την πλευρά των κεντρικών τραπεζών και όσον αφορά το εσωτερικό η ανησυχία για διάψευση των υψηλών αναπτυξιακών προσδοκιών και για μη επίτευξη των αυστηρών δημοσιονομικών στόχων, μετά από τις καταστροφές στον Θεσσαλικό κάμπο.