Στατιστικά όταν ο S&P -500 κερδίζει άνω του 10% στις πρώτες 100 συνεδριάσεις της χρονιάς τερματίζει στο τέλος του έτους με θετικό πρόσημο στο 85% των περιπτώσεων και έχει κατά μέσο όρο ετήσια απόδοση 8,6%. Από το 1998 μέχρι και πέρυσι όταν ο Γενικός Δείκτης του Χρηματιστηρίου Αθηνών κλείνει με κέρδη άνω του 10% στις 100 πρώτες συνεδριάσεις της χρονιάς, η χρονιά κλείνει θετική.
Το στατιστικό αυτό αν και δεν έχει το απαραίτητο βάθος παρατηρήσεων που έχει ο S&P έχει μια μικρή παράδοση πίσω του που θα κριθεί στο τέλος της φετινής χρονιάς. Μια ακόμα ισχυρή παράδοση είναι το θετικό πρόσημο της εκλογικής χρονιάς όταν η κάλπη βγάζει πρώτο το κόμμα της Νέας Δημοκρατίας. Βέβαια, ισχύει το ότι «οι προηγούμενες αποδόσεις στο Χρηματιστήριο δεν διασφαλίζουν τις μελλοντικές» και ότι οι παραδόσεις είναι για να σπάνε.
Όπως και να έχει η πρόσφατη αδυναμία της αγοράς προβλημάτισε καθώς θα ανέμενε κανείς να υπάρξουν περισσότερες αιτιολογημένες αφορμές για τη διόρθωση που ξεκίνησε από τις 1.500 μονάδες. Οι διαθέσεις μετοχικών ποσοστών είναι ο βασικός λόγος της αδυναμίας της αγοράς, η διαθέσιμη ρευστότητα είναι μάλλον πεπερασμένη για μια αγορά που βρίσκεται σε μεταίχμιο αναβάθμισης, αν και οι νέοι κωδικοί που άνοιξαν στο τετράμηνο δείχνουν μια ενθαρρυντική τάση: Οι 14.353 είναι παραπάνω από τριπλάσιοι από τους 4.739 νέους κωδικούς της αντίστοιχης περυσινής περιόδου που είναι η καλύτερη (25.090) των τελευταίων δύο δεκαετιών και αυτό φαίνεται και στον τζίρο. Το πεντάμηνο θα κλείσει με μέσες ημερήσιες συναλλαγές 145 εκατ. ευρώ αυξημένες κατά 31% σε σχέση με πέρυσι.
Οι νέες εκδόσεις εταιριών μαζί με αυτήν της Noval και ομολόγων έχουν απορροφήσει 1,2 δισ. ευρώ ενώ στις διαθέσεις μετοχών το νούμερο προσεγγίζει τα 2 δισ. ευρώ (Πειραιώς, ΓΕΚ, Mytilineos, Jumbo, Austriancard). Σε ένα τόσο βαρύ πρόγραμμα αντλήσεων κεφαλαίων ήταν μάλλον εύκολη υπόθεση η διόρθωση της αγοράς στην πρώτη καθοδική αφορμή από το εξωτερικό. Από την άλλη πλευρά οι εισροές προς τα χαρτοφυλάκια δεν ήταν και αμελητέες: εκτός από τα μερίσματα των 1,5 δισ. ευρώ που έχουν μοιραστεί από την αρχή της χρονιάς μέχρι και χθες, περίπου άλλα 200-250 εκατ. ευρώ έχουν δοθεί σε μετόχους μειοψηφίας από τις δημόσιες προτάσεις που είναι σε εξέλιξη.
Το ισοζύγιο είναι ακόμα ελλειμματικό υπέρ της προσφοράς, αλλά αυτό μπορεί να αλλάξει πολύ εύκολα. Αρκεί μία συναλλαγή για να αλλάξουν τα δεδομένα. Επειδή όμως αυτό είναι έξω από την αιτιολόγηση μιας πρόβλεψης ας αρκεστούμε προς το παρόν με τα στατιστικά της παράδοσης.