Κίνδυνοι και ευκαιρίες στα «penny stocks»
Shutterstock
Shutterstock
Χρηματιστήριο Αθηνών

Κίνδυνοι και ευκαιρίες στα «penny stocks»

Η τεράστια επιτυχία της δημόσιας εγγραφής για την εισαγωγή των μετοχών του Διεθνούς Αερολιμένα Αθηνών στο χρηματιστήριο σχεδόν μονοπώλησε το επενδυτικό ενδιαφέρον το τελευταίο δεκαήμερο, απασχόλησε όλες τις μεγάλες διεθνείς επενδυτικές τράπεζες και έγινε αντικείμενο συζήτησης και σχολιασμού (εξαιρετικά θετικού) από τον διεθνή οικονομικό Τύπο.

Ταυτόχρονα όμως, στην άλλη άκρη του «επενδυτικού φάσματος», μακριά από τα μάτια της Goldman Sachs, του Bloomberg και των υπεύθυνων των δεικτών MSCI, βρίσκεται σε έξαρση ένα από τα πιο χαρακτηριστικά φαινόμενα που συναντά κανείς στις χρηματιστηριακές αγορές «από αρχαιοτάτων χρόνων».

Η αναζήτηση μετοχών που βρίσκονται σε πολύ χαμηλές τιμές, τις περισσότερες φορές αρκετά κάτω από το ένα ευρώ (ή στις ΗΠΑ κάτω από το ένα δολάριο), και κρύβουν μέσα τους αξία ή επιχειρηματικά νέα που θα πολλαπλασιάσουν τα χρήματα όσων τις εντοπίσουν και τις αγοράσουν. Όπως τις περισσότερες φορές στις διεθνείς αγορές, αναφερόμαστε σε αυτές με έναν αμερικανικό όρο. Στην περίπτωσή μας αυτός ο όρος είναι «penny stocks».

Στην κυριολεξία αυτό σημαίνει μετοχές του ενός λεπτού του δολαρίου αλλά πρακτικά περικλείει τις μετοχές με τιμή αρκετά κάτω από το δολάριο, και κατ’ επέκταση το ευρώ. Η αναζήτηση ευκαιριών ανάμεσα σε τέτοιου τύπου μετοχές είναι μία διαδικασία που δεν σταματά ποτέ, είναι όμως φυσικό να βρίσκεται σε έξαρση όταν είναι πιο ζωντανό το χρηματιστήριο και οι μεγαλύτερες μετοχές «μοιράζουν κέρδη».

Στην περίπτωση του Χρηματιστηρίου Αθηνών όμως, υπάρχει και ένας ακόμα παράγων που ανοίγει την όρεξη των κυνηγών του θησαυρού. Το γεγονός πως τα τελευταία χρόνια υπάρχουν αρκετές περιπτώσεις «penny stocks» μετοχών των οποίων πολλαπλασιάστηκε η αξία.

Μερικά χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι αυτά της Ιντραλότ, η οποία το καλοκαίρι του 2020 βρέθηκε στην κατηγορία της επιτήρησης και κάτω από τα 8 λεπτά του ευρώ και τώρα είναι στα 1,17 ευρώ και της Αλουμύλ, η οποία το φθινόπωρο του 2018 ήταν κοντά στα 13 λεπτά και τώρα είναι στα 2,84 ευρώ. Μάλιστα οι δύο παραπάνω μετοχές αποτελούν τώρα μέλη του δείκτη Ftse/Athens Mid Cap.

Τη φαντασία των κυνηγών του θησαυρού εξάπτουν και περιπτώσεις σαν της Δομικής Κρήτης, η οποία από τα 5 λεπτά των αρχών του 2020 βρίσκεται τώρα στα 4,05 ευρώ και της Moda Bagno, η οποία από τα 21 λεπτά των αρχών του 2020 είναι τώρα στα 2,50 ευρώ. Οι περιπτώσεις πρώην «penny stocks» που έδωσαν πολύ μεγάλες αποδόσεις δεν περιορίζονται σε αυτές που μόλις αναφέραμε, άρα είναι πολύ λογικό για τους τολμηρούς της ελληνικής χρηματιστηριακής αγοράς να ψάχνουν για ακόμα περισσότερες.

Το μεγάλο πρόβλημα σε αυτές τις αναζητήσεις είναι πως για κάθε εντυπωσιακή επιτυχία υπάρχει και μία εντυπωσιακή αποτυχία με εταιρείες που παραμένουν στα αζήτητα ή έχουν εγκαταλείψει το χρηματιστήριο και έχουν αποχαιρετήσει την επιχειρηματική ζωή. Αυτός είναι ο κίνδυνος και αυτή την εποχή, ειδικά καθώς πολλές φορές οι ανοδικές κινήσεις τέτοιων μετοχών δεν οφείλονται τόσο στην έρευνα αγοράς που έχουν κάνει ορισμένοι επενδυτές και σε θετικές επιχειρηματικές ειδήσεις. Οφείλονται και σε φήμες που κυκλοφορούν μεταξύ των επενδυτών ή ανεπιβεβαίωτες ή ακόμα και εντελώς ξεκάρφωτες «πληροφορίες» που εμφανίζονται σε διάφορες ιστοσελίδες ή εφημερίδες «παραχρηματιστηριακού» χαρακτήρα.

Σε αυτό βοηθά και η έλλειψη συνεχούς και αξιόπιστης ενημέρωσης από τη μεριά των διοικήσεων αυτών των εισηγμένων επιχειρήσεων. Κάτι άλλο που συμβαίνει, όχι όμως πολύ συχνά, είναι το μπέρδεμα που οδηγεί σε σημαντική κίνηση μίας μετοχής όταν κυκλοφορήσει μία – πραγματική – είδηση που έχει σχέση με άλλη εταιρεία εκτός χρηματιστηρίου με την ίδια επωνυμία αλλά διαφορετικό αντικείμενο εργασιών. Και δεν πρέπει να ξεχνάμε πως πολλές φορές βλέπουμε μία κίνηση μερικών ημερών χωρίς αξιόλογους όγκους συναλλαγών. Η κίνηση όμως χωρίς συνέχεια, εγκλωβίζοντας όσους τρέχουν να την ακολουθήσουν.

Χωρίς να επιθυμούμε να πάρουμε θέση όσον αφορά στις πιθανότητες κάποιο τωρινό «penny stock» να αποδειχθεί χρυσάφι ή άχυρο, θα αναφερθούμε σε κάποιες από τις μετοχές που φαίνεται πως βρίσκονται αυτή την περίοδο στο στόχαστρο των κυνηγών του θησαυρού.

Τις τελευταίες ημέρες την παράσταση έκλεψε η μετοχή της κάποτε κραταιάς βιομηχανίας επίπλων ΣΑΤΟ, η μετοχή της οποίας από τα 0,027 ευρώ έφθασε μέχρι τα 0,056 και έκλεισε χθες Τρίτη στα 0,054, δίνοντας κέρδη 100% σε λιγότερο από δέκα μέρες. Αν καταλάβαμε καλά, η άνοδος βοηθήθηκε και από το γεγονός πως μέσα στον προσεχή Μάρτιο αναμένεται κάποια δικαστική απόφαση σχετικά με το επιχειρηματικό μέλλον της επιχείρησης, παρά το γεγονός πως από τη σχετική επίσημη ανακοίνωση της είναι δύσκολο να βγει κάποιο θετικό ή αρνητικό συμπέρασμα για τις προοπτικές της επιχείρησης που εδώ και χρόνια προσπαθεί να εξυγιανθεί οικονομικά, χωρίς όμως να το έχει καταφέρει ακόμα.

Μία άλλη επιχείρηση, και αυτή κάποτε κραταιά, που βρίσκεται πλέον σε πολύ χαμηλή τιμή και στο στόχαστρο των κυνηγών θησαυρού είναι η βιομηχανία ψυγείων και γυαλιού Frigoglass, η οποία λύγισε κάτω από το βάρος του δανεισμού της και βρέθηκε πλέον να κατέχει μόνο το 15% της περιουσίας που είχε μέχρι πρόσφατα στα χέρια της. Εδώ είχαμε μία άνοδο της τάξης του 64%, από τα 0,268 στα 0,44 ευρώ, αμέσως μετά την ολοκλήρωση του reverse split της μετοχής, χωρίς να φαίνεται κάπου κάποια ουσιαστική είδηση σχετικά με την εταιρεία.

Το καλό για την εταιρεία, η μετοχή της οποίας τελείωσε τη χθεσινή συνεδρίαση στα 0,418 ευρώ, το οποίο θα μπορούσε ίσως να δικαιολογήσει μία διατηρήσιμη άνοδο θα ήταν να μάθουμε κάτι θετικό για την αξία του 15% της νέας εταιρείας που είναι πλέον το μοναδικό περιουσιακό στοιχείο της εισηγμένης Frigoglass. Εξ όσων μπορούμε να γνωρίζουμε όμως, η μέχρι στιγμής σχετική ενημέρωση είναι μάλλον πενιχρή έως ανύπαρκτη.

Η Βιοτέρ είναι μία άλλη περίπτωση μετοχής που έδωσε γρήγορα κέρδη την προηγούμενη εβδομάδα, ανεβαίνοντας κατά 30%, από τα 0,214 μέχρι τα 0,30 ευρώ, πριν υποχωρήσει χθες στα 0,27 ευρώ. Βρίσκεται και αυτή στην κατηγορία της επιτήρησης, όπως και οι δύο προηγούμενες επιχειρήσεις, και στην ουσία βρίσκεται χωρίς αντικείμενο εργασιών εδώ και μερικά χρόνια.

Η εταιρεία δηλώνει εδώ και καιρό πως προσπαθεί να πετύχει την εξυγίανσή της αλλά δεν είναι εύκολο να καταλάβει κανείς πως θα μπορούσε να έρθει η ουσιαστική ανάκαμψη της πρώτης κατασκευαστικής εταιρείας που εισήλθε στο Χρηματιστήριο Αθηνών, περισσότερο από πενήντα χρόνια πριν.

Στην κατηγορία της επιτήρησης διαπραγματεύεται και η μετοχή της Αγροτικός Οίκος Σπύρου, η οποία ασχολείται με την παραγωγή και την εμπορία σπόρων. Παρά το γεγονός πως η εταιρεία εξακολουθεί και έχει έναν αξιόλογο κύκλο εργασιών και έχει ρυθμίσει ένα μέρος των μεγάλων τραπεζικών της υποχρεώσεων, τα βάρος του δανεισμού εξακολουθεί να είναι πολύ σημαντικό ενώ εκκρεμεί και η αναδιάρθρωση των υποχρεώσεών της εταιρείας προς το δημόσιο και τους ασφαλιστικούς οργανισμούς.

Οι κυνηγοί θησαυρών είναι βέβαιο πως παρακολουθούν τη μετοχή, η οποία όμως δεν έχει κινηθεί αξιόλογα τους τελευταίους μήνες και δεν μπορεί εύκολα να ξεπεράσει το όριο των 0,21 ευρώ. Αν έρθουν κάποιες θετικές ειδήσεις σχετικά με τις σημαντικές υποχρεώσεις της, δεν αποκλείεται να δούμε και κίνηση της μετοχής, ιδίως αν τα νέα έχουν σχέση και με τους εξωτερικούς επενδυτές που κάλυψαν προ τριετίας το μετατρέψιμο ομολογιακό δάνειο της επιχείρησης.

Άλλη μία μετοχή από τον κόσμο της επιτήρησης που απασχολεί όσους ψάχνουν για ευκαιρίες είναι αυτή της βιομηχανίας χαρτοσυσκευασιών ΒΙΣ. Μαγνήτη για τους επενδυτές αποτελεί η σχέση της επιχείρησης με την οικογένεια Ιωάννη Φιλίππου (γνωστής από την ΦΑΓΕ) που κατέχει πάνω από το 91% των μετοχών της.

Κατά καιρούς εμφανίζονται φήμες σχετικά με πιθανές επιχειρηματικές εξελίξεις που εμπλέκουν τις άλλες δραστηριότητες του ομίλου Φιλίππου και η μετοχή ανταποκρίνεται με απότομες ανόδους. Αυτή την περίοδο βρίσκεται σε σχετικό λήθαργο και η τιμή της είναι στα 0,242 Ευρώ, ίσως γιατί οι επενδυτές επικεντρώνονται περισσότερο στα οικονομικά της προβλήματα, καθώς τα ίδια κεφάλαια είναι αρνητικά και ο κύκλος εργασιών της, παρότι αξιόλογος, φθίνει.

Η βιομηχανία εσωρούχων Μινέρβα βρέθηκε στη χρηματιστηριακή δημοσιότητα πριν λίγες εβδομάδες όταν η μετοχή της σημείωσε εντυπωσιακή άνοδο και σχεδόν διπλασίασε την τιμή της, από τα 0,51 στα 0,98 ευρώ. Στη συνέχεια όμως επέστρεψε προς τα 0,65. Η αιτία της ξαφνικής ανόδου είχε μάλλον σχέση με αγορές μετοχών στις οποίες προέβη μία από τις βασικές μετόχους της επιχείρησης, αλλά αυτό που θα μπορούσε να φέρει πραγματικά κέρδη θα ήταν μία θετική εξέλιξη στην προσπάθεια της επιχείρησης να ρυθμίσει τον μεγάλο της δανεισμό σε συνεργασία με τις δανείστριες τράπεζες.

Κάτι τέτοιο θα βοηθούσε πολύ την επιχείρηση, καθώς ο κύκλος εργασιών της εξακολουθεί να είναι αξιόλογος και το οικονομικό αποτέλεσμα κερδοφόρο. Εδώ πρέπει να επισημάνουμε πως η μετοχή της δεν διαπραγματεύεται στην κατηγορία της επιτήρησης αλλά στην κύρια αγορά του Χρηματιστηρίου Αθηνών.

Θα μπορούσαμε να αναφερθούμε και σε άλλες μετοχές με παρόμοια χαρακτηριστικά, οι οποίες προσελκύουν το ενδιαφέρον των τολμηρών επενδυτών και των περιστασιακών κερδοσκόπων. Ο χώρος όμως είναι εκ των πραγμάτων περιορισμένος και έτσι σήμερα αρκεστήκαμε σε ένα μόνο δείγμα των περιπτώσεων που τραβούν το ενδιαφέρον. Επιφυλασσόμαστε για μία επόμενη περιπλάνηση στον γοητευτικό και αρκετά επικίνδυνο κόσμο των ελληνικών «penny stocks».