Τρεις συνεχόμενες ανοδικές χρηματιστηριακές συνεδριάσεις συνήθως γεμίζουν χαρά και αισιοδοξία τους επενδυτές σε ένα χρηματιστήριο. Στην περίπτωση του δικού μας χρηματιστηρίου, αυτό μάλλον δεν συμβαίνει μετά την άνοδο που ξεκίνησε την Παρασκευή και συνεχίστηκε χθες και σήμερα. Η συνολική άνοδος κατά 1,62% από το κλείσιμο της Πέμπτης δεν φαίνεται να ικανοποιεί τους επενδυτές, καθώς είχαν προηγηθεί πέντε συνεχόμενες καθοδικές συνεδριάσεις έπειτα από μία ακόμα αποτυχημένη προσπάθεια υπέρβασης των 1.450 μονάδων του Γενικού Δείκτη.
Την κάπως απογοητευτική εικόνα συμπληρώνει και η χαμηλή συναλλακτική δραστηριότητα που χαρακτηρίζει εδώ και αρκετές εβδομάδες τις συνεδριάσεις του Χρηματιστηρίου Αθηνών, αφού φαίνεται αδύνατη η υπέρβαση των 100 εκατομμυρίων ευρώ σε ημερήσια αξία συναλλαγών. Κακή εντύπωση έχει κάνει επίσης η υστέρηση της αγοράς μας απέναντι στις περισσότερες διεθνείς χρηματιστηριακές αγορές, οι οποίες έχουν κάνει αρκετά πιο σημαντική άνοδο το τελευταίο δεκαήμερο. Την κατάσταση δεν βοήθησε και πολύ η ανακοίνωση (το βράδυ της Παρασκευής) του οίκου αξιολόγησης Moody’s για την αναβάθμιση των προοπτικών του αξιόχρεου του Ελληνικού Δημοσίου.
Αναμφίβολα, ήταν μία θετική εξέλιξη αλλά δεν ήταν αυτό που ήθελαν οι επενδυτές του ελληνικού χρηματιστηρίου, οι οποίοι περιμένουν τη «βούλα» της επενδυτικής βαθμίδας και από τον τελευταίο διεθνή οίκο αξιολόγησης. Για να μην πολυλογούμε, τις τελευταίες ημέρες το Χρηματιστήριο Αθηνών δίνει την εντύπωση πως δεν έχει τις δυνάμεις και το κέφι να κάνει μία γερή ανοδική κίνηση.
Τι συμβαίνει όμως, γιατί ο Γενικός Δείκτης του χρηματιστηρίου βρίσκεται πιο κοντά προς τις 1.400 μονάδες (χθες έκλεισε στις 1.429,79) αντί να κινηθεί προς τις 1.500, όπως πολλοί ήλπιζαν πως θα γίνει μετά το τέλος των καλοκαιρινών διακοπών; Το ενδεχόμενο ανοδικής κίνησης φαινόταν να συγκεντρώνει πολλές πιθανότητες, με τους στόχους των περισσότερων χρηματιστηριακών αναλυτών για τις τιμές των βασικών μετοχών της αγοράς μας να βρίσκονται πολύ πιο πάνω από τις τωρινές.
Πολλοί επενδυτές πίστευαν επίσης πως τα αναμενόμενα placements μετοχών στην Εθνική Τράπεζα (κυρίως) και στην Τράπεζα Κύπρου, όπως και οι αυξήσεις κεφαλαίου στην Cenergy και την Attica Bank (ενόψει της δημιουργίας του 5ου τραπεζικού πόλου) θα προκαλούσαν την αύξηση του επενδυτικού ενδιαφέροντος. Αυτό όμως δεν έχει συμβεί, τουλάχιστον όχι ακόμα. Όπως φαίνεται, η προοπτική αύξησης της προσφοράς μετοχών μάλλον φοβίζει τους επενδυτές αντί να αυξήσει το ενδιαφέρον τους.
Εδώ που τα λέμε, αυτό δεν είναι εντελώς παράλογο, αφού η προσφορά μετοχών το επόμενο δίμηνο θα είναι αρκετά μεγάλης αξίας. Κατά το placement της Εθνικής Τράπεζας το Ελληνικό Δημόσιο αναμένεται να πουλήσει τουλάχιστον το 10% των μετοχών της τράπεζας, με αξία πάνω από 680 εκατομμύρια ευρώ σύμφωνα με το χθεσινό κλείσιμο. Αυτό σημαίνει πως η αξία των μετοχών που θα «πέσουν» στη χρηματιστηριακή μας αγορά μέχρι το τέλος του Οκτωβρίου θα ξεπεράσει σίγουρα το 1 δισεκατομμύριο ευρώ, ποσό που μπορεί να είναι ακόμα μεγαλύτερο ανάλογα με το πως θα εξελιχθεί η διαδικασία της εισαγωγής των μετοχών της Τράπεζας Κύπρου.
Καθώς η αξία των καθημερινών συναλλαγών στην αγορά βρίσκεται σταθερά κάτω από τα 100 εκατομμύρια ευρώ, αντιλαμβανόμαστε τον προβληματισμό των επενδυτών, οι οποίοι είναι πιθανόν να έχουν στο νου τους και το ότι παραδοσιακά ο Σεπτέμβριος και ο Νοέμβριος δεν είναι καλοί χρηματιστηριακοί μήνες.
Αφού μιλάμε για αυξημένη προσφορά μετοχών, δεν μπορούμε να μην θυμίσουμε πως από τον Νοέμβριο του 2023 μέχρι την φετινή άνοιξη, η προσφορά μετοχών μέσω διαφόρων placements από την πλευρά βασικών μετόχων επιχειρήσεων (εδώ μπορούμε να εντάξουμε και την εισαγωγή των μετοχών του Διεθνούς Αεροδρομίου Αθηνών) ήταν της τάξης των 3 δισεκατομμυρίων ευρώ και κάποιοι υποστηρίζουν πως στην πραγματικότητα η αγορά μας δεν τα έχει «χωνέψει» ακόμα.
Όπως ξέρουμε, η επενδυτική ψυχολογία παίζει πολύ μεγάλο ρόλο στην εξέλιξη των χρηματιστηριακών πραγμάτων. Αυτή τη στιγμή φαίνεται πως οι επενδυτές προτιμούν να δουν την αρνητική πλευρά των επικείμενων εξελίξεων. Είναι πιθανόν και να έχουν ακόμα στο μυαλό τους το «πάθημα» των εταιρειών των διυλιστηρίων και αυτών που ασχολούνται με την παραγωγή και διανομή ηλεκτρικού ρεύματος. Αναφερόμαστε φυσικά στην επιβολή φορολογίας στα «υπερκέρδη» αυτών των επιχειρήσεων, ειδικά των διυλιστηρίων, από την κυβέρνηση. Επίσης, είναι σίγουρο πως αισθάνονται νευρικά όσο βλέπουν τους πολέμους στη Μέση Ανατολή και την Ουκρανία να συνεχίζονται και να μην φαίνεται άμεση προοπτική τερματισμού τους.
Όσο η ψυχολογία αυτή δεν αλλάζει, τόσο μεγαλύτερη είναι η πιθανότητα να υποχωρήσει περαιτέρω ο Γενικός Δείκτης, ο οποίος την προηγούμενη εβδομάδα πλησίασε επικίνδυνα προς τις 1.400 μονάδες. Τυχόν καθοδική διάσπαση αυτού του επιπέδου θα βαρύνει επικίνδυνα την κατάσταση και είναι πιθανόν να προκαλέσει νέο κύμα πωλήσεων από επενδυτές που θα θελήσουν να μειώσουν τις θέσεις τους για τον φόβο ακόμα πιο αρνητικών εξελίξεων.
Μία τέτοια εξέλιξη θα μπορούσε να προκληθεί αν η κατάσταση στα διεθνή χρηματιστήρια χειροτερέψει, κάτι που δεν μπορούμε να αποκλείσουμε, καθώς το αμερικανικό χρηματιστήριο βρίσκεται στα ιστορικά υψηλά του και κανείς δεν μπορεί να είναι σίγουρος για το πως θα εξελιχθεί η κατάσταση στο μέτωπο της αμερικανικής νομισματικής πολιτικής.
Η εικόνα της ελληνικής χρηματιστηριακής αγοράς είναι σίγουρα κάπως προβληματική αυτές τις μέρες, και είναι πολύ λογικό να υπάρχουν βάσιμες ανησυχίες για το πως θα εξελιχθούν τα πράγματα το επόμενο διάστημα. Παρόλα αυτά, δεν πρέπει να ξεχνάμε πως μερικές φορές η επενδυτική ψυχολογία αλλάζει πολύ εύκολα και τα πράγματα έρχονται άνω κάτω.
Δεν μπορούμε να πιθανολογήσουμε τι θα μπορούσε να κάνει τους επενδυτές να δουν την κατάσταση με μεγαλύτερη αισιοδοξία, ίσως μία ένδειξη πως το ενδιαφέρον για την πώληση των μετοχών της Εθνικής Τράπεζας είναι μεγαλύτερο απ’ ό,τι πιστεύουμε τώρα, ίσως μία θετική εταιρική είδηση που θα ξαφνιάσει την αγορά, ίσως η λήξη των συμβολαίων των παραγώγων προϊόντων μεθαύριο Παρασκευή.
Σε μία τέτοια περίπτωση, μπορεί να δούμε ξαφνικά τους επενδυτές να θυμούνται τις συστάσεις αγοράς για τις περισσότερες μετοχές και τις πολύ υψηλές τιμές στόχους που έχουν θέσει οι αναλυτές των αναλυτών των ελληνικών και διεθνών τραπεζών και χρηματιστηριακών εταιρειών.
Όσο, όμως, δεν γίνεται κάτι τέτοιο, η εικόνα της αγοράς θα παραμένει προβληματική και, ανάλογα και με τις διεθνείς εξελίξεις, δεν μπορεί να αποκλειστεί η εκδήλωση μίας πιο ισχυρής πτωτικής τάσης. Δεν χρειάζεται να βιαζόμαστε όμως, η αγορά θα μας δώσει τις απαντήσεις που ζητάμε, αργά ή γρήγορα.