Αν πάρει κανείς στα σοβαρά την προεκλογική ατζέντα θα τρομάξει. Διότι ελάχιστα ακούγονται σχετικά με την Ελλάδα του αύριο. Διαβάζουμε για συντάξεις, για αυξήσεις μισθών, για επιδόματα, για διορισμούς, για κρατικοποιήσεις, για περιορισμούς κερδοφορίας και για αναβιώσεις ξεπερασμένων και αποτυχημένων μοντέλων. Λες και το αύριο δεν μας αφορά και πως μπορούμε να πορευόμαστε στον αυτόματο.
Δεν διατυπώνεται καμία περιγραφή έστω και με αδρές γραμμές για το τι σκέπτονται τα κόμματα για την Ελλάδα του 2030. Μια τέτοιου είδους περιγραφή προϋποθέτει μια ακριβή καταγραφή της παρούσας κατάστασης τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό, μια ανάλυση των τάσεων που εμφανίζονται καθώς και ένα σχεδιασμό της πλοήγησης σε αυτόν τον κόσμο που διαρκώς αλλάζει. Και που αλλάζει με ρυθμούς ταχύτερους από αυτούς που προβλέπαμε μέχρι χθες. Διότι τελικά, τόσο η πανδημία, όσο και η Ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, απελευθέρωσαν και κινητοποίησαν μια σειρά από δυνάμεις που αναζήτησαν νέες ισορροπίες και προοπτικές.
Η πανδημία, έδωσε σημαντικές και αυξημένες ευκαιρίες στον ψηφιακό μετασχηματισμό και η ενεργειακή κρίση που ακολούθησε τον πόλεμο στην Ουκρανία έδωσε μια πρωτοφανή ώθηση στην αξιοποίηση των εναλλακτικών πηγών ενέργειας πέρα και έξω από τους υδρογονάνθρακες.
Επομένως, οι σοβαρές αναπτυγμένες οικονομικά χώρες, μετέτρεψαν τις διαδοχικές κρίσεις σε ευκαιρίες, υλοποιώντας στρατηγικές και προγράμματα για τη δημιουργία βιώσιμων και ανταγωνιστικών επιχειρηματικών οικοσυστημάτων. Που με τη σειρά τους θα μπορούν να φιλοξενήσουν νέες παραγωγικές επενδύσεις σε τεχνολογίες αιχμής και να δημιουργήσουν νέες θέσεις εργασίας υψηλών προδιαγραφών και ποιοτικής υπεραξίας με σκοπό την εξωστρέφεια και την διείσδυση στις παγκόσμιες αγορές. Και φυσικά το κτίσιμο αυτού του δημιουργικού περιβάλλοντος δεν απαιτεί μόνο κόπο, αλλά κυρίως απαιτεί τρόπο. Απαιτεί έξυπνες πρωτοβουλίες και λύσεις, ραγδαίες μεταρρυθμίσεις και αποδοτικές προσαρμογές στα νέα δεδομένα.
Όπου και να γυρίσουμε το κεφάλι μας σήμερα στην πραγματική οικονομία, ακόμα και στο δημόσιο τομέα, ακούμε για τον ψηφιακό μετασχηματισμό. Για την μεταμόρφωση των επιχειρήσεων και των οργανισμών, σε ένα νέο μοντέλο λειτουργίας. Ωστόσο στην Ελλάδα ακούμε την αντιπολίτευση να αναφέρεται σε τεχνοφασισμό, σε τεχνοφεουδαρχία και σε ψηφιακό ολοκληρωτισμό. Και μια σειρά από συνδικαλιστικές φατρίες όλου του πολιτικού φάσματος να αντιτίθενται και να πολεμά την είσοδο της ψηφιακής τεχνολογίας στην εκπαίδευση, στις συγκοινωνίες και στις παρεχόμενες υπηρεσίες του Δημοσίου.
Στο ίδιο πνεύμα κινούνται και οι ευρύτερες αλλαγές που συντελούνται στον χώρο της επιχειρηματικότητας. Κοιτώντας το μέλλον, οι επιχειρήσεις επικεντρώνουν την προσοχή τους στη γνώση και στις δεξιότητες. Δηλαδή στο εξαιρετικά εκπαιδευμένο και εξειδικευμένο ανθρώπινο δυναμικό αλλά και στην υψηλή επιπέδου διαρκή επιμόρφωση και απόκτηση δεξιοτήτων που απαιτούν οι νέες διοικητικές δομές και ο αναβαθμισμένος ρόλος των εργαζομένων στη λειτουργία των επιχειρήσεων. Ωστόσο, στην Ελλάδα η αντιπολίτευση αντιστρατεύεται τις μεταρρυθμιστικές προσπάθειες στην εκπαίδευση, επιμένει να θεωρεί τα Πανεπιστήμια χώρους παραγωγής «αγωνιστών», μισεί την αριστεία και επιμένει να αντιδρά και να αμύνεται με βάση τα «κεκτημένα» και τα «δικαιώματα». Θυμίζοντας τους γέροντες στα καφενεία των χωριών, που λένε: «εμείς έτσι τα βρήκαμε κι έτσι θα τα αφήσουμε».
Η βιομηχανική παραγωγή αλλάζει. Το R&D, δηλαδή το τμήμα έρευνα και ανάπτυξης για τη δημιουργία νέων προϊόντων, την υιοθέτηση νέων δομών λειτουργίας, την πιστοποίηση των τελικών προϊόντων, θα αποτελεί πλέον την καρδιά των επιχειρήσεων. Διότι η κατάκτηση των νέων αγορών, η αύξηση των εξαγωγών και η παραγωγή διεθνώς ανταγωνιστικών προϊόντων αποτελούν τα μοναδικά εχέγγυα για την επιβίωση και ανάπτυξη των επιχειρήσεων. Δυστυχώς, και εδώ η παραφωνία της αντιπολίτευσης είναι ηχηρή. Τα συνθήματα «νόμος είναι το δίκιο του εργάτη», «όχι στη εντατικοποίηση» και «όχι στις αλλαγές», μπορούν να βοηθούν τα κόμματα να αλιεύουν ψήφους, αλλά υποθηκεύουν το μέλλον τον παιδιών μας.
Η ημέρα μετά τις εκλογές θα πρέπει να σημάνει την έναρξη μιας μακράς διαδρομής μεταρρυθμίσεων και υπέρβασης των αγκυλώσεων. Αν η Ελλάδα καθυστερήσει ή στη χειρότερη περίπτωση αρνηθεί να αλλάξει, θα πάρει μια θέση αντίστοιχη με αυτήν των ανθρώπων των σπηλαίων παρέα με τους δεινόσαυρους. Και όλοι γνωρίζουμε τι έγινε με τους δεινόσαυρους και το πως εξαφανίστηκαν.