Στις 16 Οκτωβρίου ξεκινάει τις διαδικασίες του, το 20ο Συνέδριο του Κομμουνιστικού Κόμματος Κίνας. Η έναρξη του συνεδρίου συμπίπτει χρονικά με την επέτειο των 100 ετών από τη ίδρυση του κόμματος. Οι 2.300 σύνεδροι, θα αποφασίσουν για τις βασικές πολιτικές του κόμματος, θα υπερψηφίσουν τις αποφάσεις και θα εκλέξουν τα 200 μέλη της πανίσχυρης Κεντρικής Επιτροπής.
Την πολιτική διάσταση του συνεδρίου, μας την έχει αναλύσει στο χθεσινό του άρθρο εδώ στο Liberal, ο Ηλίας Τασόπουλος.
Και το πιθανότερο είναι πως ο Σι Τζινπίνγκ, μετά τη τροποποίηση του Συντάγματος και την κατάργηση του ορίου των δυο προεδρικών θητειών, θα παραμείνει Πρόεδρος της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, διατηρώντας και τις δυο άλλες κορυφαίες θέσεις που κατέχει. Αυτή του Γενικού Γραμματέα του Κομμουνιστικού Κόμματος Κίνας και αυτή του Προέδρου του Κεντρικού Στρατιωτικού Συμβουλίου.
Την έναρξη του Συνεδρίου, τη συνοδεύουν σημαντικά δυσάρεστα οικονομικά δεδομένα. Σύμφωνα με τα στοιχεία της China Index Academy, που δημοσιεύτηκαν τη 1η Οκτωβρίου 2022, η ζήτηση για νέες κατοικίες υποχώρησε κατά 37,7% σε δωδεκάμηνη βάση σε όλη την επικράτεια. Αρνητική πρωταθλήτρια η πόλη Χαντζού με -80% και ακολουθούν το Πεκίνο με -64%, η Σεντζέν με -49% και η Σαγκάη με -47%. Ένα γεγονός που πιστοποιεί την βαθιά κρίση που βιώνει ο υπ’ αριθμόν 1 οικονομικός κλάδος της Κίνας. Aυτός του real estate, που συγκλονίζεται από πτωχεύσεις, αθετήσεις παραδόσεων έργων, αλλά και μαζικών κατεδαφίσεων, όπως είχε αναλύσει στο άρθρο της, εδώ στο Liberal, η Κατερίνα Νικολοπούλου.
Ταυτόχρονα ο Caixin Δείκτης δραστηριότητας των υπηρεσιών υποχώρησε κατά το μήνα Σεπτέμβριο στο 49,3 από 55,0 που ήταν τον Αύγουστο, ακολουθώντας την υποχώρηση των δεικτών παραγωγής αλλά και κατανάλωσης. Μέχρι πρότινος το τεράστιο μέγεθος της εσωτερικής αγοράς της Κίνας, εφησύχαζε την κινεζική κυβέρνηση, σε σχέση με το υφεσιακό κύμα που κτυπούσε τη Δύση. Όμως το 2022, φέρνει αποκλιμάκωση των ρυθμών ανάπτυξης και υποχώρηση της οικονομικής δραστηριότητας στο ίδιο το εσωτερικό της χώρας, οπότε τίθεται σε αμφισβήτηση η επιτυχία των πενταετών πλάνων που έχουν τεθεί από το Κινεζικό Κομμουνιστικό Κόμμα.
Αυτά είναι τα βασικά σημεία της εσωτερικής οικονομικής ατζέντας του συνεδρίου. Τα σημεία της εξωτερικής οικονομικής ατζέντας, είναι αρκετά πιο πολύπλοκα και περίπλοκα. Και δεν λύνονται με 5ετή πλάνα.
Ο ψηφιακός και τεχνολογικός αποκλεισμός της Κίνας, ειδικά στο χώρο των ημιαγωγών και της τεχνητής νοημοσύνης, μαζί με το άτυπο εμπάργκο απέναντι στην είσοδο κινεζικών εταιρειών σε έργα υποδομής στις ΗΠΑ, στον Καναδά και στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αδυνατίζουν τις πιθανότητες απόκτησης του σχετικού πλεονεκτήματος από τις ανταγωνίστριες δυνάμεις.
Η απροθυμία των Αμερικανών κατά βάση επενδυτών, να προχωρήσουν σε άμεσες επενδύσεις ή σε έμμεσες χρηματιστηριακές επενδύσεις σε κινεζικές εταιρείες, αποτελεί επίσης ένα μεγάλο ερωτηματικό, που θα πρέπει απαντηθεί. Το κλίμα δυσπιστίας και αμφισβήτησης όχι μόνο των όρων οικονομικής ελευθερίας, αλλά των βασικών λογιστικών αρχών και προτύπων, των αρχών εταιρικής ευθύνης, της εταιρικής διαφάνειας, αποτελεί μια βασική τροχοπέδη για τους ξένους επενδυτές.
Παράλληλα με την επενδυτική πενία, η αποχώρηση μονάδων παραγωγής από το κινεζικό έδαφος και η μετακίνηση τους στην Ινδία, το Βιετνάμ, το Μεξικό και στις ΗΠΑ όταν πρόκειται για ρομποτικές μονάδες, εξασθενίζουν τον τομέα της καινοτομίας καθώς και της μεταφοράς τεχνολογίας.
Είναι φανερό ότι η εξωτερική οικονομική ατζέντα, έχει πολιτικό άρωμα και σχετίζεται με τη δυναμική που διαμορφώνεται ανάμεσα στην Ουάσιγκτον και το Πεκίνο. Σχετίζεται επίσης με την πορεία του νέου Δρόμου του Μεταξιού, γνωστού σαν “Belt and Road Initiative” και της συμμαχίας “Quad” ανάμεσα στις ΗΠΑ, την Ινδία, την Ιαπωνία και την Αυστραλία.
Επομένως από το Συνέδριο του Κ.Κ.Κίνας αναμένουμε δυο κεντρικές αποφάσεις. Η πρώτη θα αφορά τη θεραπεία των εμφανών ασθενειών της κινεζικής οικονομίας, καθώς και την αναζωπύρωση της ανάπτυξης. Και η δεύτερη αφορά την αποκατάσταση ενός κλίματος εμπιστοσύνης και ειλικρίνειας για τις επενδυτικές και εμπορικές σχέσεις με τη Δύση.