Το ενδιαφέρον των περισσοτέρων πολιτών επικεντρώνεται στις οικονομικές πτυχές των προγραμμάτων που παρουσιάζουν τα διάφορα κόμματα. Και το ενδιαφέρον γίνεται ακόμα πιο συγκεκριμένο όταν καταλήγει να αφορά τον έμμεσο ή άμεσο τρόπο με τον οποίο τα προγράμματα αυτά επηρεάζουν τα προσωπικά ή οικογενειακά οικονομικά δεδομένα των ψηφοφόρων.
Ίσως και να μην έχουν άδικο οι πολίτες όταν θεωρούν ότι η αύξηση της φορολόγησης των μερισμάτων δεν τους αφορά. Ότι δεν τους αφορά η επανακρατικοποίηση της ΔΕΗ, της Εθνικής Τράπεζας και της HelleniQ Energy (πρώην ΕΛΠΕ), αφού δεν έχουν μετοχές. Ότι δεν τους αφορά το πλαφόν της κερδοφορίας, στον ενεργειακό και τραπεζικό κλάδο.
Ότι δεν τους αφορά η διακοπή της έρευνας και εκμετάλλευσης των υδρογονανθράκων στη χώρα, μια κίνηση που φαντάζει και ως περιβαλλοντικά υπεύθυνη. Ότι τους αφήνει αδιάφορους και δεν τους φοβίζει η πρόταση για κατάργηση του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας και η πιθανότητα σύγκρουσης εκ τούτου με τους ευρωπαϊκούς θεσμούς.
Ίσως και να μην έχουν άδικο όταν θεωρούν, ότι η μείωση του ΦΠΑ, θα ενισχύσει την αγοραστική τους δύναμη. Ότι η αυτόματη αύξηση των μισθών μέσω των σχετικών νομοθετικών ρυθμίσεων θα αυξήσει το διαθέσιμο εισόδημά τους. Και ότι όλα μπορούν να ρυθμιστούν μέσα από τη νοοτροπία του «ενός νόμου και του ενός άρθρου».
Διότι έτσι έχουμε γαλουχηθεί. Μέσω μιας παιδείας που καλλιεργεί την ανορθολογική σκέψη, τη ρηχή ανάλυση, τον οικονομικό και μαθηματικό αναλφαβητισμό, δίχως να αναπτύσσει τη σχέση μεταξύ αίτιου και αιτιατού.
Ωστόσο, αυτή η ρηχή και η εν πολλοίς ανέμελη προσέγγιση των οικονομικών προγραμμάτων των κομμάτων, ενέχει κινδύνους. Διότι πίσω από τη «φροντίδα» των πολιτών από τη μεριά του κράτους - πατερούλη, αγνοούνται οι επιπτώσεις όλων αυτών των κινήσεων, τόσο στην ιδιωτική πραγματική οικονομία, όσο και στη δημοσιονομική πολιτική και τις δεσμεύσεις της χώρας.
Διότι κάθε οικονομικό βήμα και κάθε οικονομική μεταβολή επηρεάζει τουλάχιστον ισόποσα κάποια άλλα οικονομικά δεδομένα και παραμέτρους. Και ειδικότερα όταν οι μεταβολές που προτείνονται, αφορούν κομβικά σημεία ή σημεία κλειδιά της οικονομίας και της επιχειρηματικότητας, όπως είναι για παράδειγμα οι επανακρατικοποιήσεις εισηγμένων ιδιωτικών εταιρειών, τότε οι επιπτώσεις αποκτούν μεγαλύτερες διαστάσεις επηρεάζοντας όχι μόνο κάποιους ψυχρούς αριθμούς, αλλά ολόκληρο το κλίμα.
Όμως η αλλαγή του κλίματος και η αναπτυξιακή πορεία είναι το άλογο που μπαίνει μπροστά από το κάρο. Διαφορετικά οι παροχές, οι αυξήσεις των μισθών μέσω κυβερνητικών αποφάσεων που πρέπει να είναι το αποτέλεσμα -δηλαδή το κάρο- εμποδίζουν το άλογο να προχωρήσει. Έτσι βλέπουμε σήμερα τον δείκτη οικονομικού κλίματος του ΙΟΒΕ να συνεχίζει να κινείται ανοδικά για δωδέκατο μήνα και να φτάνει τις 108,8 μονάδες, ενώ ο δείκτης καταναλωτικής εμπιστοσύνης να κινείται με υστέρηση ακόμα χαμηλά στις -44,6 μονάδες. Επομένως αν διαταραχθεί η ανοδική τάση του πρώτου δείκτη, τότε η θετική αναστροφή του δεύτερου θα αποτελέσει όνειρο θερινής νυκτός.
Περισσότερο απ’ όλα θα πρέπει να μας προβληματίζει η πορεία της οικονομίας σε μια περίοδο πολιτικής αστάθειας. Σε μια περίοδο που δεν θα υπάρχει συγκεκριμένη κυβέρνηση που θα επιλέξει είτε να συνεχίσει το έργο της, είτε να επιλέξει να πραγματοποιήσει μια μυθική “kolotoumba” αφού θα βρεθεί και πάλι προ αδιεξόδου, λόγω της προσγείωσης στην πραγματικότητα. Σε μια περίοδο που θα γίνονται πολιτικές διαπραγματεύσεις ανάμεσα σε κόμματα με διαφορετικούς προσανατολισμούς. Σε μια περίοδο που οι οριακές κοινοβουλευτικές πλειοψηφίες θα είναι ευάλωτες σε σειρήνες λαϊκισμού ή σε ομάδες συγκροτημένων συμφερόντων.
Σε μια περίοδο που θα απομακρύνει την επενδυτική βαθμίδα, που θα θέτει σε αμφισβήτηση την επίτευξη δημοσιονομικών πλεονασμάτων και που θα ιεραρχεί ψηλά τις λαϊκίστικες κορόνες. Δηλαδή σε μια περίοδο που δεν θα επιδιώκεται η επιτυχία του αναπτυξιακού οικονομικού αποτυπώματος και που δεν θα επιχειρείται η διοχέτευση αυτής της οικονομικής επιτυχίας στην κοινωνία, μέσω της αύξησης της απασχόλησης και του εισοδήματος.
Αυτή ακριβώς η περίοδος της πολιτικής αστάθειας, αποτελεί τον μεγαλύτερο κίνδυνο για τους πολίτες και της χώρας. Διότι θα χαρακτηρίζεται από αδράνεια, από αδιέξοδες και ατέρμονες διαπραγματεύσεις και από ακόμα μεγαλύτερη αμφιβολία και ανασφάλεια για την επόμενη ημέρα.
Οι Αγγλοσάξονες λένε «better the devil you know than the devil you don't», δηλαδή καλύτερα να έχεις να κάνεις με τον διάβολο που γνωρίζεις παρά με τον άγνωστο διάβολο. Αυτός ο άγνωστος διάβολος είναι η πολιτική αστάθεια. Και η παγκόσμια αλλά και η εγχώρια οικονομική κατάσταση, δεν μας επιτρέπουν να βρεθούμε μπροστά σε αυτόν τον άγνωστο διάβολο.