O Βρετανός πρωθυπουργός Ρίσι Σούνακ, έπεσε νοκ άουτ στα σχοινιά του πολιτικoύ ρινγκ του Ηνωμένου Βασιλείου, χωρίς ωστόσο να έχει δεχθεί ούτε ένα δυνατό κροσέ, αλλά ούτε κι ένα τεχνικό άπερκατ, που αποτελούν δύο από τα πιο δημοφιλή πυγμαχικά χτυπήματα, από τον Έλληνα πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη.
Με μόνη παραφωνία τη γραφική δήλωση του εξαδέλφου Τσίπρα που ανέφερε ότι η μη συνάντηση των δυο πρωθυπουργών, εξαιτίας της άρνησης του Ρίσι Σούνακ αποτελεί «διπλωματικό επεισόδιο» και ότι «η χώρα μας θεωρείται δεδομένη, γι’ αυτό και δεν υπολογίζεται», σύσσωμος ο πολιτικός κόσμος καταδίκασε το γεγονός της απόφασης του Βρετανού πρωθυπουργού να ακυρώσει την προγραμματισμένη συνάντηση.
Ωστόσο, η συμπεριφορά του Ρίσι Σούνακ, ίσως θα έπρεπε να αναλυθεί και να ερμηνευτεί με έναν άλλο τρόπο. Κι αυτός ο τρόπος είναι με μια ματιά μέσα στο βρετανικό πολιτικό σκηνικό. Ο σημερινός πρωθυπουργός δεν είναι εκλεγμένος από τους Βρετανούς ψηφοφόρους. Στις εκλογές του 2019, που είχαν κερδίσει οι Τόρηδες, πρωθυπουργός ήταν ο Μπόρις Τζόνσον που είχε διαδεχθεί την Τερέζα Μέι. Μετά την παραίτηση του Μπόρις Τζόνσον και για διάστημα μόλις 2 μηνών, είχε διατελέσει πρωθυπουργός η Λιζ Τρας που ήταν και η πιο βραχύβια πρωθυπουργός στην ιστορία του Ηνωμένου Βασιλείου.
Μετά τη παραίτηση της Λιζ Τρας, έπρεπε να εκλεγεί νέος αρχηγός στο Συντηρητικό κόμμα, ο οποίος αυτόματα θα αναλάμβανε και την πρωθυπουργία του Ηνωμένου Βασιλείου. Και τότε είναι που έγινε η μεγάλη έκπληξη.
Το Συντηρητικό κόμμα του οποίου τα 160.000 μέλη, είναι λευκοί κατά 91%, είναι άνδρες κατά 71%, είναι σε ηλικία άνω των 65 ετών κατά 44%, μόλις κατά 5% ανήκουν στην ηλικιακή ομάδα 18-24 και κατά μόλις 0,75% είναι νέες γυναίκες έως 24 ετών, επέλεξε για αρχηγό του τον Ρίσι Σούνακ. Έναν υποψήφιο αουτσάιντερ, που είχε ήδη ηττηθεί στις προηγηθείσες εσωκομματικές εκλογές από την Λιζ Τρας. Και που δεν ταιριάζει με κανέναν τρόπο με το προφίλ των Τόρηδων.
Ο Ρίσι Σούνακ είναι ινδουιστής, έχει καταγωγή από την περιοχή του Παντζάμ στα σύνορα Ινδίας και Πακιστάν, έχει σπουδάσει στις ΗΠΑ, έχει προσωπική περιουσία ύψους £730 εκατομμυρίων και είναι νυμφευμένος με την κόρη ενός Ινδού δισεκατομμυριούχου επιχειρηματία. Σαν υπουργός Οικονομικών (Καγκελάριος του Θησαυροφυλακίου του Ηνωμένου Βασιλείου) είχε παίξει αρνητικό ρόλο στην οικονομική διαχείριση των μέτρων κατά της πανδημίας και μάλιστα κατά τη διάρκεια της θητείας του, του είχαν επιβληθεί κυρώσεις για παραβίαση των κανονισμών που αφορούσαν την αντιμετώπιση του covid-19 και την παράβαση των λοκντάουν.
Ο Ρίσι Σούνακ γνωρίζει πολύ καλά ότι στις εκλογές του 2024 το κόμμα του θα ηττηθεί κατά κράτος από τους Εργατικούς. Οι οποίοι μετά την απομάκρυνση του ακραίου Τζέρεμι Κόρμπιν, και την ανάληψη της ηγεσίας από τον Κιρ Στάρμερ, προηγούνται στις προτιμήσεις των Βρετανών. Η στροφή του Εργατικού κόμματος από την ξύλινη αριστερή γλώσσα σε έναν σύγχρονο κεντρώο λόγο, φαίνεται να του δίνει μια ποσοστιαία διαφορά της τάξης του 20%.
Οπότε αυτό που ενδιαφέρει άμεσα στον Ρίσι Σούνακ, είναι παρά την ήττα του να μην αμφισβητηθεί και να παραμείνει αρχηγός των Τόρηδων. Αυτός είναι ακριβώς ο λόγος για τον οποίο ο Βρετανός πρωθυπουργός δεν συναντήθηκε με τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Διότι στην ατζέντα της συζήτησης θα ήταν πιθανά τρία σημεία, τα οποία είναι κομβικής σημασίας για την προσέλκυση των ηλικιωμένων, λευκών, συντηρητικών ψηφοφόρων.
Το πρώτο σημείο είναι η συζήτηση για τα Eurofighters που έχει ζητήσει η Τουρκία. Ένα θέμα που θυμίζει στους Τόρηδες τις ένδοξες ημέρες της Βρετανικής Αυτοκρατορίας, της κραταιάς βιομηχανικής παραγωγής και της ισχυρής στρατιωτικής μηχανής. Με κανέναν τρόπο δεν θα ήθελε ο Σούνακ να συζητήσει κάτι σχετικό με τον Κυριάκο Μητσοτάκη, που θα μπορούσε να ανατρέψει την πιθανή συμφωνία με την Άγκυρα.
Το δεύτερο σημείο είναι η επιστροφή των μαρμάρων του Παρθενώνα. Κι εδώ δεν θα μπορούσε να κάνει πίσω ο Βρετανός πρωθυπουργός, μη αποδεχόμενος ότι την περίοδο της παγκόσμιας Βρετανικής κυριαρχίας, οι Άγγλοι μπορούσαν να κάνουν ό,τι ήθελαν.
Το τρίτο σημείο είναι αυτό του μεταναστευτικού, που αποτελεί βραχνά για τα μέλη του Συντηρητικού κόμματος. Το γεγονός πως η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη κατάφερε να μειώσει τον αριθμό των πλοιαρίων των μεταναστών, σε αντίθεση με την κυβέρνηση Σούνακ που κατηγορείται ευθέως για αναποτελεσματικότητα στην αντιμετώπιση του μεταναστευτικού, αποτελεί ένα σημείο σύγκρισης, το οποίο ο Βρετανός πρωθυπουργός θα προτιμούσε να μην αντιμετωπίσει. Ειδικά όταν η Ελλάδα έχει επαινεθεί για το έργο της σε ολόκληρη την Ευρώπη και το Ηνωμένο Βασίλειο.
Επομένως, κατά τη γνώμη μας είναι ίσως ορθότερο να προσεγγίσουμε την κίνηση του Ρίσι Σούνακ μέσα από φάσμα των εσωκομματικών συσχετισμών στους Τόρηδες, παρά σαν μια κίνηση κατά του Κυριάκου Μητσοτάκη.