O πόλεμος σχετικά με το νέο μοντέλο χρεώσεων στο ηλεκτρικό ρεύμα που θα ισχύσει από την 1η Ιανουαρίου καλά κρατεί. Η ομαδοποίηση των δεκάδων διαφορετικών τιμολογίων σε τρεις κατηγορίες με χρωματική σήμανση ώστε να είναι πιο ευδιάκριτα και να κάνουν πιο απλή τη ζωή του καταναλωτών, βρίσκει αντιδράσεις από παντού.
Οι περισσότεροι αναφέρονται σε μαθηματικούς γρίφους και σε στριφνά οικονομικά μοντέλα, που έχουν σαν σκοπό να ξεγελάσουν τους καταναλωτές και τους υφαρπάξουν μεγαλύτερα ποσά. Λες και όταν αγοράζουμε άλλα προϊόντα ή υπηρεσίες, ρωτάμε ποιες είναι οι μέθοδοι που ακολουθούνται για την κοστολόγηση τους και ποιοι είναι οι τρόποι προσδιορισμού της τελικής τιμής, στους λογαριασμούς που πληρώνουμε.
Σε κάθε αγορά που πραγματοποιούμε, εξετάζουμε μια σειρά από παράγοντες. Για παράδειγμα, στις αγορές στο σουπερμάρκετ, ο καταναλωτής επιλέγει με βάση τις τιμές, τις προσφορές, τις εκπτωτικές προωθητικές πολιτικές, το κόστος ανά μονάδα βάρους ή όγκου. Στα σημεία πώλησης καυσίμων ο καταναλωτής συνυπολογίζει τις τιμές της αντλίας και τα δώρα που του κάνει το κατάστημα που μπορεί να είναι ένα δωρεάν πλύσιμο του οχήματος του ή κάποιο άλλο δώρο. Ακόμα και ο τρόπος πληρωμής συμπεριλαμβάνεται σε αυτούς τους παράγοντες.
Αν για παράδειγμα ο καταναλωτής χρησιμοποιεί για τις πληρωμές των αγορών του την Alpha Bonus κάρτα, κερδίζει πόντους που μπορεί να εξαργυρώσει κάπου αλλού ή με τη χρήση μια κάρτας μέλους του ΑΒ για παράδειγμα μπορεί να δει μια άμεση έκπτωση στο ταμείο.
Στον λογαριασμό που μας εκδίδει ο πάροχος ηλεκτρικού ρεύματος, αν κοιτάξουμε προσεκτικά θα δούμε μια σειρά από χρεώσεις, που ουδεμία σχέση έχουν με την τιμολογιακή πολιτική του παρόχου. Εκτός λοιπόν από τις «χρεώσεις προμήθειας ενέργειας» τις οποίες εισπράττει η εταιρεία που μας προμηθεύει το ηλεκτρικό ρεύμα, υπάρχουν και άλλες χρεώσεις.
Οι συγκεκριμένες χρεώσεις που αρκετές φορές καλύπτουν από το 40% έως και το 50% του συνολικού ποσού που αναγράφεται στον λογαριασμό, χωρίζονται σε δυο κατηγορίες. Στις λεγόμενες «ρυθμιζόμενες χρεώσεις» και στις «διάφορες χρεώσεις». Με αυτές τις χρεώσεις ουδείς ασχολείται, παρ’ όλο που σε αρκετές περιπτώσεις φτάνουν και στο μισό του λογαριασμού.
Οι ρυθμιζόμενες χρεώσεις αφορούν:
α) τη χρήση του Δικτύου Μεταφοράς που καλύπτει τις δαπάνες λειτουργίας, συντήρησης και ανάπτυξης του συστήματός μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας από τα εργοστάσια παραγωγής στους κατά τόπους υποσταθμούς,
β) τη χρήση του Δικτύου Διανομής που καλύπτει τις δαπάνες λειτουργίας, συντήρησης και ανάπτυξης του ελληνικού δικτύου διανομής ηλεκτρικής ενέργειας, μέσης και χαμηλής τάσης,
γ) τις κρατικές χρεώσεις που επιβάλλονται στους καταναλωτές από τη νομοθεσία για την εύρυθμη λειτουργία της αγοράς ανεξαρτήτως του προμηθευτή ηλεκτρικού ρεύματος,
δ) τις Υπηρεσίες Κοινής Ωφέλειας που καλύπτουν την παροχή ηλεκτρικής ενέργειας στους καταναλωτές των μη διασυνδεδεμένων νησιών, την παροχή ηλεκτρικής ενέργειας με ειδικό τιμολόγιο στους πολύτεκνους καταναλωτές, την παροχή ηλεκτρικής ενέργειας με ειδικό «Κοινωνικό Οικιακό Τιμολόγιο» στους ευπαθείς καταναλωτές, την προμήθεια ηλεκτρικής ενέργειας με ειδικό «Τιμολόγιο Υπηρεσιών Αλληλεγγύης», καθώς και το Eιδικό Tέλος Μείωσης Εκπομπών Αερίων Ρύπων, το γνωστό ΕTΜΕΑΡ, το οποίο αφορά τη συνεισφορά των καταναλωτών για τη μείωση των εκπομπών αερίων.
Όλες οι προαναφερθείσες ρυθμιζόμενες χρεώσεις είναι ίδιες για όλους τους καταναλωτές, ανεξαρτήτως του προμηθευτή που έχουν επιλέξει και καθορίζονται βάσει νομοθετικών διατάξεων και αποφάσεων της Πολιτείας και όχι από τους παρόχους ηλεκτρικής ενέργειας. Και υπολογίζονται με έναν σύνθετο τρόπο που λαμβάνει υπ’ όψιν του τόσο την ισχύ, όσο και την ενέργεια της κάθε σύνδεσης.
Οι διάφορες χρεώσεις που συνοδεύουν κάθε λογαριασμό αφορούν αφενός το ανταποδοτικό τέλος υπέρ της κρατικής ΕΡΤ και αφετέρου τους φόρους που καταβάλλονται στους Δήμους, όπως είναι το Τέλος Ακίνητης Περιουσίας που το κράτος εκχώρησε στους Δήμους, τα Δημοτικά Τέλη και οι Δημοτικοί φόροι.
Επομένως, ο «πόλεμος» που διεξάγεται σήμερα κατά του νέου συστήματος παρουσίασης και σύγκρισης των τιμολογίων των προμηθευτών ηλεκτρικού ρεύματος, αφορά το 50% με 60% του μηνιαίου κόστους που καταβάλει ο καταναλωτής. Για το υπόλοιπο 40% με 50% του κόστους, που και αυτό προκύπτει μέσα από μαθηματικούς τύπους που έχουν σχέση με την ισχύ του ηλεκτρικού ρεύματος, με το ύψος της κατανάλωσης, με τα τετραγωνικά μέτρα της κατοικίας, με την αντικειμενική αξία ανά τετραγωνικό μέτρο, καθώς και με το χρονικό διάστημα υπολογισμού του ΤΑΠ, δεν εκφράζονται ενστάσεις.
Μήπως αυτοί οι μαθηματικοί τύποι είναι πιο βατοί και όχι εξειδικευμένοι; Όχι. Εξισώσεις είναι οι μεν, συναρτήσεις είναι οι δε. Γυμνασιακά Μαθηματικά δηλαδή.