Η σημερινή πρόταση Μητσοτάκη για την Προεδρία της Δημοκρατίας, κλείνει ένα ανοιχτό πολιτικό ζήτημα, απαλείφοντας έτσι και την τελευταία εκκρεμότητα πριν τις εκλογές του ’27.
Η επιλογή του επόμενου Προέδρου της Δημοκρατίας, ήταν εξαρχής μια σύνθετη πολιτικά εξίσωση.
Ως γνωστόν ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας έχει μεν αποψιλωθεί από ουσιαστικές αρμοδιότητες, η επιλογή όμως του προσώπου έχει πάντοτε υψηλό συμβολισμό και παράγει ως εκ τούτου δυνητικό πολιτικό αποτέλεσμα.
Ο Μητσοτάκης είχε λοιπόν τρεις διαθέσιμες επιλογές.
Είτε να προτείνει την ανανέωση της θητείας της νυν Προέδρου, είτε να προτείνει ένα νέο υποψήφιο από τον ευρύτερο χώρο της κεντροαριστεράς, είτε να επιλέξει έναν υποψήφιο την κεντροδεξιάς.
Κάθε μια από τις παραπάνω επιλογές, θα είχε τα θετικά και τα αρνητικά της, μαζί φυσικά με το ανάλογο πολιτικό ρίσκο.
Επιλέχθηκε το τρίτο, άπαντες θα κριθούν εκ του αποτελέσματος και η ίδια η ζωή θα δείξει ποιο ήταν το σωστό. Και το ρίσκο με αυτή την επιλογή θα είναι να εκλεγεί Πρόεδρος της Δημοκρατίας από ένα μόνο κόμμα και χωρίς ευρύτερη συναίνεση. Πράγμα που εκ των πραγμάτων δημιουργεί ένα contrast σε σχέση με την προηγούμενη προεδρική εκλογή του ’20.
Παράλληλα, και με το δεδομένο ότι η νυν Πρόεδρος κρίνεται συνολικά επιτυχημένη, θα έπρεπε να εξηγηθεί ίσως πιο πειστικά γιατί δεν ανανεώθηκε η θητεία της.
Και όχι ότι ο προταθείς δεν είναι θεσμικός και αξιοπρεπής αλλά με βάση την περιρρέουσα ατμόσφαιρα των προηγούμενων εβδομάδων, πολλοί είχαν δημιουργήσει προσδοκίες για μία επιλογή που θα σηματοδοτούσε περισσότερη ίσως εξωστρέφεια παρά μία κίνηση με το βλέμμα στραμμένο στο λεγόμενο «εσωτερικό μέτωπο».
Ηρεμούν λοιπόν τώρα κάποιοι «ζωηροί» και «ανησυχούντες» εντός των τειχών, εξασφαλίζεται η κυβερνητική σταθερότητα για το υπόλοιπο της θητείας, αλλά αυτό που μένει να αποτιμηθεί είναι ο αντίκτυπος της απόφασης στο κεντρώο και κεντροαριστερό ακροατήριο, που μέχρι τώρα έβλεπε τον Μητσοτάκη με συμπάθεια και ως τη μοναδική ρεαλιστική επιλογή.
Γιατί σε τελευταία ανάλυση έτσι συνήθως συμβαίνει στην πολιτική όταν παίρνεις μια απόφαση. Κάτι χάνεις και κάτι κερδίζεις.
Αλλά το θέμα είναι το κέρδος να είναι πάντοτε μεγαλύτερο της χασούρας.