Είναι λογικό, με όλα όσα συμβαίνουν, να πιστεύουμε ότι υπάρχει μια μεγάλη αναταραχή γύρω μας. Ότι οι κίνδυνοι, πάντοτε παρόντες, συντροφιά με όσους ελλοχεύουν, πολλαπλασιάζονται. Ότι, γενικότερα, τα πράγματα «δεν πάνε καλά». Εφόσον όμως ρωτηθούμε σε περιβάλλον μιας κάποιας περισυλλογής, όπως συμβαίνει όταν απαντούμε σε κάποια έρευνα της κοινής γνώμης, οι απαντήσεις μας είναι διαφορετικές. Είναι πιο μετρημένες. Κυρίως επειδή καλούμαστε να συγκρίνουμε με την αμέσως προηγούμενη κατάσταση. Αλήθεια είναι ότι αυτό που σε τελευταία ανάλυση μετρά περισσότερο είναι αν τα πράγματα πηγαίνουν προς το καλύτερο (σπανίως απαντούμε καταφατικά), προς το χειρότερο (κάτι θα βρούμε που δεν μας αρέσει) ή ότι, τελικά, υπάρχει σταθερότητα.
Η τελευταία έρευνα της έγκριτης PulseRC για το Επαγγελματικό Επιμελητήριο δείχνει αυτό το τελευταίο. Το σημαντικό πρόβλημα παραμένει η ακρίβεια. Αλλά ανησυχούμε το ίδιο (περίπου) για τις δουλειές μας. Είμαστε -όπως συνήθως- μάλλον απαισιόδοξοι για την ελληνική οικονομία. Μας προβληματίζουν τα έξοδα για τα βασικά αγαθά, αλλά όχι για τη διασκέδαση ή τα ρούχα/παπούτσια/ηλεκτρικές-ηλεκτρονικές συσκευές. Ξοδέψαμε τα ίδια με πέρυσι για διακοπές, αλλά -και πάλι- ένας στους τρεις δεν έκανε διακοπές.
Υπάρχουν όμως νεότερα στις εκτιμήσεις μας. Μας απασχολεί, επιτέλους, η κλιματική κρίση. Οι καταστροφές, βλέπετε, μας συγκλόνισαν. Συμφωνούμε ότι η κλιματική διαταραχή, μαζί με τις αυτονόητες ευθύνες της πολιτείας αλλά κι επειδή ο «ανθρώπινος παράγοντας», δηλαδή εμείς οι ίδιοι, οδηγεί στην αυξημένη απειλή των καταστροφών.
Με δύο λόγια, η έρευνα της PulseRC σκιαγραφεί έναν πολίτη ρεαλιστή και φιλαλήθη. Βοηθά και το γεγονός ότι οι εκλογές είναι πίσω μας και η αναλογούσα «γκρίνια» δεν έχει την ίδια σημασία.
Τι μας λένε όλα αυτά για τα πολιτικά πράγματα; Μας λένε ότι η κατάσταση δεν έχει αλλάξει τόσο όσο ελπίζουν οι καταστροφολόγοι. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη θα έπρεπε να είναι καλύτερη (πάντα υπάρχει περιθώριο βελτίωσης) αλλά όλο και κάτι συγκεκριμένο και θετικό κάνει και σίγουρα «την ακούει» στις κακές της στιγμές. Η αξιωματική αντιπολίτευση ήταν για κλάματα, αλλά «κάτσε να δούμε τι θα κάνει ο καινούργιος». Οι υπόλοιποι δεν μετρούν.
Μένει λοιπόν η ακρίβεια. Ακριβέστερο είναι ότι μένει το πρόβλημα με την ακρίβεια στα τρόφιμα, στο καλάθι του σούπερ μάρκετ, στην τσάντα της λαϊκής, στην κάποτε αμέριμνη έξοδο. Λογικό, αφού ο ειδικός αυτός πληθωρισμός συνεχίζει να πιέζει με ρυθμό 10% επί πάρα πολλούς μήνες. Βέβαια, αν τα μετρήσουμε όλα μαζί, τα «αγαθά» έχουν ακριβύνει, μετά το 2020, κατά «λιγότερο» από 20% (που δεν είναι καθόλου λίγο) ενώ οι υπηρεσίες έμειναν κάτω από 10%. Επιπλέον, η Ελλάδα, για πρώτη φορά στην ιστορία της δεν τα πηγαίνει χειρότερα από πολλές άλλες χώρες, σε περιόδους όμοιων πληθωριστικών επεισοδίων.
Ξέρω ότι δεν μπορώ να προσφέρω «παρηγοριά στον άρρωστο». Μπορώ όμως να επιμείνω ότι η λύση δεν βρίσκεται σε ελέγχους κατά της αισχροκέρδειας (απαραίτητους ως κανόνας αλλά όχι ως πολιτικές παρεμβάσεις), ένα κενό πουκάμισο πολιτικής ρητορικής που, δυστυχώς, υιοθετήθηκε από πολύ σοβαρά χείλη. Η αλήθεια είναι πικρή. Είμαστε ένας κρίκος μιας παγκόσμιας αλυσίδας που μεταβιβάζει ταχύτατα τα πιο δυσάρεστα γεγονότα. Γεωπολιτικά, τεχνολογικά, πληθυσμιακά και τα συνδυάζει, στο χειρότερο σενάριο, με κολοσσιαίες κλιματικές διαταραχές στη γεωργία.
Το σημαντικό αυτή τη στιγμή, αν θέλουμε να είμαστε ρεαλιστές, είναι να μην αφήσουμε την οικονομία μας να πέσει σε ύφεση. Για να συμβεί αυτό πρέπει να βάλουμε πολλούς από τους δημοσίως αμειβόμενους «ανέργους» στη δουλειά. Και, επιπλέον, να δουλέψουν αποτελεσματικά τα δημόσια στελέχη από τα οποία εξαρτάται η απορρόφηση των επενδυτικών πόρων, ιδιωτικών και κοινοτικών, που είναι διαθέσιμοι για την χώρα. Αυτά και όχι η Κασσελεκιάς μετρούν για τους πολλούς. Αλλά, who cares…