Κάθε μέρα δημοσιεύονται στατιστικά στοιχεία. Κάθε μέρα τα στοιχεία αυτά κάτι προσθέτουν στην πληροφόρηση, κάτι διαφωτίζουν στα όσα συμβαίνουν, κάτι αναδεικνύουν όταν κάνουμε τις κατάλληλες συγκρίσεις.
Χθες (και προχθές) δημοσιεύτηκαν τα εξής:
Η Τράπεζα της Ελλάδος έδωσε τα στοιχεία για την τουριστική κίνηση τον Ιανουάριο. Εισπράξαμε ποσά μεγαλύτερα κατά 27% από πέρυσι, όταν οι εισπράξεις είχαν ήδη αυξηθεί κατά 68%. Τον Ιανουάριο 2022 είχαμε βάλει στα ταμεία 130 εκατομμύρια, εφέτος βάλαμε 280 εκατομμύρια ευρώ.
Οι επισκέπτες του Ιανουαρίου ήσαν 737 χιλιάδες, από 635 πέρυσι και 341 πρόπερσι. Τη μεγάλη διαφορά έκαναν οι εκ Γαλλίας και Ηνωμένων Πολιτειών καθώς και χωρών εκτός ευρωζώνης.
Καλό νέο. Δεν αρκεί όμως για να διορθώσει το κενό που υπάρχει μεταξύ όσων αγοράζουμε από τις εξωτερικές αγορές και εκείνων που πουλάμε σε αυτές. Το ισοζύγιο εμπορευμάτων χωρίς τα καύσιμα (και τα πλοία) είναι αρνητικό για τον Ιανουάριο, λίγο πάνω από τα 2 δισ. ευρώ.
Αυτό που πράγματι κάνει τη θετική διαφορά είναι η μεγάλη μείωση του κόστους καυσίμων. Το ενεργειακό έλλειμμα, για να του δώσουμε ένα όνομα, περιορίστηκε περαιτέρω στα 600 εκατομμύρια από 670 πέρυσι και 1.013 πρόπερσι όταν «έτσουξαν» οι τιμές των καυσίμων.
Με δύο λόγια, γλιτώσαμε από τα καύσιμα μιάμιση φορά περισσότερα από όσα βγάλαμε από τον τουρισμό.
Άλλο στοιχείο. Η Eurostat δημοσίευσε την εκτίμησή της για την κατάταξη των κρατών της Ευρώπης με βάση το κατά κεφαλήν εισόδημα του 2023 όταν μετρηθεί σε μονάδες ίσης αγοραστικής δύναμης. Η Ελλάδα παρέμεινε στην προτελευταία θέση, μόλις πάνω από τη Βουλγαρία.
Για να κατανοούμε τα ίδια και όχι ό,τι θέλει ο καθένας, η μέτρηση αυτή έχει μικρή αξία για την πραγματική κατάσταση του ελληνικού πληθυσμού.
Πείτε ότι υπάρχει μόνον ένα αγαθό, τότε, αυτό που μας λέει η συγκεκριμένη στατιστική είναι ότι αν, κατά μέσο όρο, ο κάτοικος της Ευρωζώνης βγάζει 100 μονάδες του αγαθού αυτού, εμείς βγάζουμε 67 και οι Βούλγαροι 64. Προς σύγκριση οι Πορτογάλοι είναι στο 83, οι Ισπανοί στο 89, οι Σλοβένοι στο 91 και οι Δανοί στο 128, σχεδόν διπλάσια από εμάς.
Αυτό είναι κακό νέο. Η Ελλάδα παραμένει ένα κράτος μικρού παραγόμενου προϊόντος και, αντιστοίχως, εισοδήματος. Ο δρόμος είναι μακρύς αν θέλουμε να βελτιωθεί η συγκριτική θέση μας. Προσοχή, η συγκεκριμένη στατιστική λέει κάτι σοβαρό για την παραγωγική μας «δύναμη» και όχι για την αγοραστική μας. Δεν έχουν κολοσσιαία διαφορά αλλά…
Τρίτη στατιστική για σήμερα και είναι η χειρότερη: έξι σε κάθε 100 τροχαία ατυχήματα ήταν θανατηφόρα το 2022 (όπως και το 2021). Χάσαμε 654 (624 το ’21) συνανθρώπους στο δρόμο και είχαμε 664 βαριά τραυματισμένους. Οι 105 δεν είχαν κλείσει το 24ο έτος της ζωής τους!
Σε σύγκριση με το 2013, μια δεκαετία πριν, είχαμε 879 νεκρούς από τροχαία (34% περισσότεροι). Αν όμως σκεφτείτε πόσο πολύ βελτιώθηκε η υποδομή σε δρόμους, πόσο καλύτερα αυτοκίνητα οδηγούμε, τότε παραμένουμε αδικαιολόγητοι.
Σημειώστε ότι το 2022 σκοτώθηκαν 112 πεζοί και 212 σε δίτροχα οχήματα. Πρέπει να μας συγκλονίζει το πόσο φονικοί είμαστε αφού ακόμη και το 2020, χρονιά εγκλεισμού λόγω πανδημίας, σκοτώθηκαν σε τροχαία δυστυχήματα 76 πεζοί συνάνθρωποί μας. Σε μια δεκαετία, οι πεζοί που έχασαν τη ζωή τους εξαιτίας τροχαίων είναι 1.245, ούτε ένας λιγότερος.
Τα σημειώνω αυτά μήπως και το καταλάβουμε καλύτερα αυτές τις μέρες που ζητούμε, όλες και όλοι, να μάθουμε τα πάντα για το φονικό δυστύχημα στα Τέμπη, πόσο σημαντικές είναι οι ζωές των ανθρώπων. Κάθε μια ξεχωριστά.