Είναι βέβαιο ότι εκείνοι που θέλουν τη «μεγάλη αναταραχή» δεν θα διαβάσουν τίποτε από την Έκθεση του Οργανισμού τον οποίο μακάρι να τον είχαμε πιο πριν. Αν εργαζόταν με τη σοβαρότητα με την οποία συνέταξε την έκθεση της 27ης Φεβρουαρίου 2025 και αν μαζί με αυτόν έκανε σωστά και παρεμβατικά τη δουλειά της η Ρυθμιστική Αρχή Σιδηροδρόμων, οι σιδηρόδρομοι θα ήσαν και καλύτεροι και ασφαλέστεροι.
Επειδή όμως ένα δυστύχημα είναι πάντοτε, δυστυχώς, πιθανόν να συμβεί αν είχαμε τον ΕΟΔΑΣΑΑΜ, τουλάχιστον θα υπήρχε κάποιος στο πεδίο της τραγωδίας ώστε μην χρειάζεται να κατεβαίνουν σε πλατείες και δρόμους οι πολίτες για να διαμαρτυρηθούν.
Αξίζει να διαβάσετε το πόρισμα. Αν όχι όλο, διαβάστε τα σημεία που σας χρειάζονται για να έχετε μια πλήρη εικόνα όσων συνέβησαν. Βοηθά, το πόρισμα να αποκτήσουμε μια κοινώς αποδεκτή βάση συζήτησης και να αποκρούσουμε τους δήθεν «ερευνητές των socials». Αν το πετύχουμε αυτό μπορεί, ίσως, να κατεβάσουμε τους τόνους της σύγκρουσης και να επιδιώξουμε μια πιο ήρεμη και εις βάθος αντιμετώπιση δύο στόχων.
Από τη μια να προχωρήσουμε στη δίκη και την αποκάλυψη όλων των ευθυνών. Από την άλλη να επιτύχουμε μια καλύτερη και πραγματικά ασφαλή σιδηροδρομική υποδομή.
Μου έκανε εντύπωση ένα σημείο της έκθεσης το οποίο, με τίτλο «Τι μάθαμε» (6.3. Learning points) περιγράφει πόσο λάθος είναι να συνεχίζουμε τον δημόσιο διάλογο ως κωφοί και με μοχθηρότητα έναντι του στόχου της αποκάλυψης και της Δικαιοσύνης. Το παραθέτω:
«Η ερευνητική ομάδα κατέγραψε τον ισχυρό αντίκτυπο στον Τύπο και τα μέσα ενημέρωσης επί της έρευνας, επί των θυμάτων και των οικογενειών.
Στις 28.02.2023, μετά το τέλος της αναζήτησης επιζώντων, η επιδίωξη να αποτραπεί η εισβολή των μέσων ενημέρωσης και να μην δημοσιοποιηθούν οι χειρότερες και πολύ θλιβερές εικόνες κατέστη προτεραιότητα. H πίεση από την πλευρά των συντονιστών επί τόπου ώστε να αποκατασταθεί ο τόπος του ατυχήματος οδήγησαν σε απώλεια αποδεικτικών στοιχείων. Η ερευνητική ομάδα τονίζει την ανάγκη να διδαχτούμε από αυτή την έλλειψη σεβασμού και τάξης.
Ενώ το ενδιαφέρον των μέσων ενημέρωσης για το ατύχημα των Τεμπών ήταν και εξακολουθεί να είναι ζωηρό, η εστίαση στην ασφάλεια των σιδηροδρόμων είναι ελάχιστη, συχνά μάλιστα οδηγεί σε διαστρέβλωση βασικών ευρημάτων. Ένα παράδειγμα είναι η μη ισορροπημένη εστίαση στην αιτία της πυρόμπαλας, η οποία, ενώ επιδείνωσε τις συνέπειες, δεν αποτελεί αιτιώδη παράγοντα του ατυχήματος.
Επιπλέον, γενικά, οι πληροφορίες που διαρρέουν μετατρέπονται σε αρθογραφία πολύ χαμηλής ποιότητας, καθώς η προτεραιότητα των άρθρων στον εντυπωσιασμό επισκιάζει σημαντικά στοιχεία έρευνας. Επίσης, συχνά τα μέσα μαζικής ενημέρωσης δίνουν προτεραιότητα στις νομικές ευθύνες έναντι των απαιτούμενων βελτιώσεων ασφαλείας, συχνά με την καταδίκη ατόμων πριν ολοκληρωθούν οι δικαστικές διαδικασίες. Οι διαρροές και η προτίμηση των μέσων ενημέρωσης στο να επιρρίψουν ευθύνες έχει σημαντικές επιπτώσεις σε βάρος της προσπάθειας που χρειάζεται η ομάδα έρευνας για να διατηρήσει μια καλή σχέση συνεργασίας με όλα τα εμπλεκόμενα μέρη. Ταυτόχρονα, πρέπει να επιδιώξουμε έναν εντελώς διαφορετικό τρόπο έρευνας που θα φροντίζει τους επόμενους στόχους της έρευνας.
Παρά τις περιγραφόμενες μακροπρόθεσμες οργανωτικές παρεκκλίσεις ή αποκλίσεις, πολλοί εργαζόμενοι στους σιδηροδρόμους παραμένουν αφοσιωμένοι, εργαζόμενοι ηρωικά κάτω από ακραία αντίξοες συνθήκες. Ωστόσο, επηρεάζονται βαθιά από τον βαθύτατα αρνητικό και υπεραπλουστευμένο τρόπο παρουσίασης εκ μέρους των ΜΜΕ των προβλημάτων των σιδηροδρόμων, ενώ ταυτόχρονα βρίσκονται αντιμέτωποι καθημερινά με κινδύνους δίωξης με αποτέλεσμα να εργάζονται στα τρέχοντα καθήκοντά τους υπό αφύσικες συνθήκες».
Αυτά και τα ξαναλέμε μετά τις σίγουρα μεγαλειώδεις συγκεντρώσεις με την ελπίδα ότι δεν θα χρειαστεί να συζητούμε για την επικείμενη διολίσθηση προς τη διάλυση της κοινωνίας.