Προτού το λάδι της ελιάς ακριβύνει ήταν ήδη πανάκριβο στα top μέρη της πλούσιας Καλιφόρνιας. Εκεί λοιπόν ένα μπουτίκ «μπακάλικο» πουλούσε, πριν λίγο καιρό, μπουκαλάκι των 250 ml προς 62 αμερικάνικα δολάρια! Αλλά και στο Whole Foods, μια σπέσιαλ αλυσίδα τροφίμων που ανήκει, κυρίως, στην Amazon του Jeff Bezos, είχε ξεπεράσει τα 20 δολάρια. Και για τους δύο πωλητές, το κόστος αγοράς ήταν 4,24 δολάρια, ακριβώς.
Εδώ και αρκετά χρόνια το καλό εξτρά παρθένο λάδι, σε χαρμάνι, είναι ένα πανάκριβο προϊόν. Αν -αν, λέω- μπορούσαμε να πωλούν οι παραγωγοί μας το καλύτερο ελληνικό λάδι απευθείας σε αυτές τις πανύψηλες τιμές, μάλλον θα το έκαναν και θα ξέχναγαν τον παραδοσιακό αυτόχθονα πελάτη τους. Αν το πετύχαιναν τότε, το υπολειπόμενο για την εσωτερική κατανάλωση λάδι ελιάς, θα ήταν και χειρότερης ποιότητας και πολύ ακριβότερο. Διαλέξτε τι είναι καλύτερο για τη χώρα και τι για τους πάμπολλους λαϊκούς Έλληνες καταναλωτές.
Ο δείκτης πληθωρισμού, που παρακολουθεί τον ετήσιο ρυθμό μεταβολής των τιμών, επιβαρύνθηκε μισή (0,47), από τις 3,5 εκατοστιαίες μονάδες λόγω της κατά 58,5% αύξησης της τιμής του ελαιόλαδου μεταξύ περυσινού και προπέρσινου Δεκεμβρίου.
Ίδια ακριβώς (0,53) ήταν η επίπτωση, αλλά στην αντίθετη κατεύθυνση, μείωσης δηλαδή του τιμάριθμου, των χαμηλότερων τιμών φυσικού αερίου.
Σημειώστε ότι το 3,5% πληθωρισμού είναι μάλλον «φυσιολογικό». Στην περίοδο 2000-2008 περάσαμε επτά χρόνια με πληθωρισμό πάνω από 3% και δύο με 2,9%. Τα πριν από αυτά χρόνια ο πληθωρισμός ήταν ακόμη υψηλότερος. Και βεβαίως, από το 1973 και μέχρι και το 1995 ήταν πάνω (και πολύ πάνω) από 10%. Εκεί να δείτε ακρίβεια…
Για να επανέλθω στο ελαιόλαδο, που κάνει λαμπρή τηλεοπτική καριέρα, θα χρησιμοποιήσω την έκφραση ενός από τους καλύτερους τεχνοκράτες της ειδικής αυτής αγοράς για όσα συμβαίνουν τα δύο-τρία τελευταία χρόνια: «Δεν έχουν ιστορικό προηγούμενο».
Από το 4,30 ευρώ/λίτρο που πουλούσαν οι παραγωγοί μας, εισπράττουν τώρα 9,20-9,40. Η Ισπανία, που είναι ο καθοριστικός leader της παγκόσμιας παραγωγής και αγοράς ελαιόλαδου, αφού δημιουργεί τη μισή παγκόσμια παραγωγή και ελέγχει ακόμη μεγαλύτερο μερίδιο της εμπορίας, είδε τον δείκτη τιμών του προϊόντος να ανεβαίνει από το 111,2 του Δεκεμβρίου 2021 στο 232,3 τον προηγούμενο μήνα του 2022: αύξηση 110% σχεδόν. Τον περασμένο Οκτώβριο η ετήσια αύξηση του προϊόντος στην Ισπανία ήταν 73,5%. Και έχει και μηδενικό ΦΠΑ!
Αντιστοίχως προς τα παραπάνω, η Ελλάδα είδε αύξηση κατά 90% από το 2021 και 45% ετησίως τον περασμένο Οκτώβριο.
Η βασική αιτία της καταστροφικής πορείας των τιμών του λαδιού είναι ότι η ξηρασία, που είχε ήδη καταστρέψει την Ισπανία (τρία χρόνια έχουν να ξεδιψάσουν οι ελιές τους) πέρυσι χτύπησε και την χώρα μας. Στην μεγαλύτερη παραγωγική περιοχή της κυρίαρχης Κρήτης, το Ηράκλειο, δεν έχει βρέξει ακόμη μέχρι σήμερα. Η εθνική μας παραγωγή κατέβηκε από έναν μέσο ετήσιο 270 χιλιάδων τόνων σε 120 εφέτος.
Για να κλείσουμε όπως ξεκινήσαμε, τα περιθώρια κέρδους όσων φροντίζουν για να φτάνει το εξαιρετικό λάδι μέχρι την Καλιφόρνια, είναι (κατά προσέγγιση) 50% για τον αμερικανό εισαγωγέα, 20% για τον μεσολαβητή διανομέα και 40% για το «μπακάλικο».
Βεβαίως, στη Σουηδία, που δεν έχουν αρκετά χρήματα για το υπέροχο αυτό προϊόν της Μεσογειακής Γης, η ετήσια άνοδος της τιμής του ελαιόλαδου έχει περιοριστεί σε «μόλις» 38%. Περιμένω το επόμενο τηλερεπορτάζ που θα κάνει «ζωντανή» σύγκριση. Στο μεταξύ, να προσευχηθούμε να μας σώσει μια βροχή.