Εδώ και πολλά χρόνια με έχει απογοητεύσει η αδυναμία των πολιτικών, διαφορετικών «χρωμάτων» να φανταστούν τη χώρα αλλιώς. Να κοιτάξουν μακρύτερα από τη δύση ή την επόμενη στροφή της θητείας τους. Η χώρα πάσχει από βραχυβλεψία.
Παιδεία και Υγεία είναι δύο τομείς τρομακτικής υστέρησης και χαμένων ευκαιριών που σε γεμίζουν μελαγχολία και θυμό. Κυρίως γιατί διαθέτουμε ικανό ανθρώπινο δυναμικό, θετικές εμπειρίες, επαρκή θέληση και συγκριτικά πλεονεκτήματα. Λείπει όμως η βασική προϋπόθεση. Να παύσουμε να τους αντιμετωπίζουμε ως χοάνες δαπανών του κρατικού ταμείου και του οικογενειακού πορτοφολιού αλλά ως κέντρα έρευνας και παραγωγής υπηρεσιών υψηλής ποιότητας και τεράστιας ανταλλακτικής αξίας.
Η Ελλάδα είχε και έχει ακόμη τη δυνατότητα να δημιουργεί και να πουλά υπηρεσίες (δηλαδή «προϊόντα») των δύο αυτών κρισιμότατων τομέων για τις σημερινές κοινωνίες, σε τιμές υψηλές και ανταγωνιστικές. Αν το έκανε αυτό θα είχε ήδη μεταβληθεί σε ζηλευτό περιφερειακό κέντρο και θα απολάμβανε πρόσθετου κύρους, επιρροής και πάμπολλων εσόδων. Eπικράτησε, αντιθέτως, πνεύμα μιζέριας και κρατισμού.
Βασικές προϋποθέσεις για την ανάδειξη, έστω από εδώ και εμπρός, των δύο αυτών τομέων σε μοχλούς εθνικού πρωταθλητισμού είναι η ελεύθερη ανάπτυξή τους εντός των αγορών και εκτός κρατικού θηριοτροφείου. Απαιτείται η πραγματιστική τιμολόγηση των παρεχομένων υπηρεσιών, η προσέλκυση επενδυτικών κεφαλαίων, η ορθολογική διαχείρισή τους και, τελικά, η συνύπαρξη και συνεργασία της κρατικής μηχανής με την ιδιωτική πρωτοβουλία.
Η κυβερνητική πρωτοβουλία για την απελευθέρωση παροχής υπηρεσιών τριτοβάθμιας εκπαίδευσης είναι ένα σημαντικό βήμα που άργησε ήδη πάρα πολύ. Δείτε πόσο ωφελήθηκαν γειτονικά κέντρα σπουδών, πρόσφατα σε Ρουμανία, Κωνσταντινούπολη και Κύπρο, όπως, παλιότερα Ιταλία και Γαλλία. Δείτε πόσο γρήγορα έσπευσε να ωφεληθεί η Ολλανδία από το ηλίθιο Brexit, που κατάστρεψε την παράδοση της Βρετανίας.
Στους δικούς μου υπολογισμούς, το κριτήριο επιτυχίας στο αυτονόητο άνοιγμα που εισηγείται ο Κυριάκος Πιερρακάκης, βρίσκεται κυρίως στην πλευρά των κρατικών πανεπιστημιακών ιδρυμάτων. Στην πλέον πρόσφατη (ήδη παλαιά) εξωτερική αξιολόγηση του Πανεπιστημίου Κρήτης από την Εθνική Αρχή Ανώτατης Εκπαίδευσης (που υπάρχει, με συγγενή μορφή, από το 2005) καταγράφονται τρεις αρνητικές παρατηρήσεις. Γραφειοκρατικό κανονιστικό πλαίσιο που εμποδίζει το Ιδρυμα να ανταποκρίνεται με προσαρμοστικότητα στις περιβάλλουσες εξελίξεις. Αδυναμία ελέγχου του πληθυσμού και της ποιότητας των εισαγομένων φοιτητών. Απουσία χρονοδιαγραμμάτων και κριτηρίων επίτευξης στόχων.
Οφείλουμε να επιτρέψουμε πραγματική και συνολική αυτονομία των Πανεπιστημιακών Ιδρυμάτων σε συνδυασμό βεβαίως με οικονομική λογοδοσία από εξωτερικούς ελεγκτές, πέραν του αυτονόητου (αν και ανύπαρκτου) κρατικού ελέγχου. Αν δεν μετατρέψουμε τα Πανεπιστήμια σε κέντρα ωφέλειας και οφέλους, θα παραμείνουν κέντρα κόστους για την κοινωνία και το κρατικό ταμείο.
Αποτελεί τραγελαφική μιζέρια η απαιτούμενη «υπογραφή υπουργού» ακόμη και για μικροδαπάνες, που ορθώς προτίθεται να καταργήσει τώρα η κυβέρνηση. Τα «μη κερδοσκοπικά» διεθνή ιδρύματα, που θέλουμε τώρα να φιλοξενήσουμε, σίγουρα θα λειτουργούν με κανόνες ευελιξίας και οικονομικής αποτελεσματικότητας. Αναρωτιέται κανείς γιατί οι ίδιοι κανόνες δεν θα εφαρμόζονται και στα κρατικά ιδρύματα.
Ακόμη πιο σοβαρή είναι η δυνατότητα, που δικαίως αποδίδεται στα προς ίδρυση πανεπιστήμια, να επιλέξουν τις Σχολές, δηλαδή τους κλάδους που θα αναπτύξουν. Αντιθέτως ομως οι υπό κρατικό έλεγχο «ανταγωνιστές» τους θα παραμείνουν εγκλωβισμένοι και προφανώς θα συνεχίσουν να βουλιάζουν. Φανταστείτε ότι Γνωμοδότηση του 2013 για το σχέδιο «ΑΘΗΝΑ», δηλαδή πριν δέκα χρόνια, σχετικά με την απαραίτητη «αναδιάρθωση των ΑΕΙ στην Επικράτεια» υπογράμμιζε το «πλέγμα ανακολουθιών στον σχεδιασμό και τη λειτουργία (…) με αποτέλεσμα τη μετριότητα του αποτελέσματος που επιτυγχάνουν».
Το χάος και η κατασπατάληση πόρων, χρηματικών και ανθρώπινων, στο κρατικό σύστημα τριτοβάθμιας είναι γνώριμα ζητήματα στους πανεπιστημιακούς, τα κόμματα και την/τον (εκάστοτε) υπουργό. Εξίσου καλά τα γνωρίζουν και οι παράγοντες που θα αξιοποιήσουν το νέο νομικό περιβάλλον. Το πραγματικώς ζητούμενο όμως για τους πολίτες και την χώρα, άρα και για τη κυβέρνηση Μητσοτάκη, είναι αν θα βυθιστούμε και πάλι σε μικρονοϊκές αντιπαλότητες και θα χάσουμε τη μεγάλη εικόνα.
(Για τους κλάδους Υγείας και τις δυνατότητές τους να αναπτυχθούν εντυπωσιακά θα συζητήσουμε εκτός χριστουγεννιάτικης ατμόσφαιρας, γιορτινής εύχομαι για όλους σας.)