Εύθραυστο κεκτημένο οικονομίας

Δεν χρειαζόμαστε και πολλά από τα βασικά στοιχεία της οικονομίας για να κρίνουμε την κατάστασή της. Χθες είδαμε δύο από αυτά: πληθωρισμός και ανεργία.

Σύμφωνα με το πρώτο η Ελλάδα βλέπει τον τιμάριθμο να έχει «καθήσει». Ο πληθωρισμός είναι υπό έλεγχο. Κινείται πλέον σε χαμηλότερο επίπεδο, αν και υψηλότερο από εκείνον που διαπιστώνεται στα περισσότερα από τα άλλα κράτη-μέλη της Ευρωζώνης, γεγονός αρνητικό αλλά όχι ακόμη ιδιαιτέρως ανησυχητικό.

Η ανεργία, από την άλλη, συνέχισε την περιοριστική της διαδρομή για να φτάσει στο ίδιο χαμηλότερο επίπεδο που είχαμε δει μόνον στο τέλος της μακράς, δεκαετούς, περιόδου ανόδου της οικονομίας μετά το κλείδωμα της εισόδου στην Ευρωζώνη.

Με δύο λόγια, το δίδυμο αυτό των βασικών μεγεθών, κινείται, πλέον, ικανοποιητικά. Σε οποιαδήποτε άλλη χώρα, ο οικονομικός αυτός συνδυασμός, ακριβώς επειδή αποτελεί ισχυρό κεκτημένο, θα ήταν ένα από τα σημαντικότερα θέματα στην πολιτική συζήτηση.

Είναι μάλιστα έτι ικανοποιητικότερος ο συγκεκριμένος συνδυασμός επειδή συμβαίνει σε περιβάλλον ικανοποιητικής ανάπτυξης της οικονομίας. Πράγματι, ο μέσος τριμηνιαίος όρος αύξησης του εθνικού εισοδήματος, στη μακρά περίοδο 1999-2008, είναι πρακτικά ο ίδιος, στο 7% σε τρέχουσες τιμές, με αυτόν που παρατηρούμε και στην πιο «στενή» πρόσφατη περίοδο των δύο τελευταίων ετών.

Ας ενσωματώσουμε τώρα, σ’ αυτή την καλή εικόνα, τα δημοσιονομικά και τραπεζικά στοιχεία. Σε αντίθεση με όσα συνέβησαν στην περίοδο που προηγήθηκε της μεγάλης κρίσης χρέους, το σημερινό κράτος δεν εμφανίζει κανένα έλλειμμα και επομένως δεν εξαρτάται από τον υπερβολικό εξωτερικό (και εσωτερικό) δανεισμό, που έφερε, τότε, την καταστροφή.

Στη δεκαετία 2001-2010, το κράτος δημιουργούσε διαρκώς μεγάλα ελλείμματα (που ξεκίνησαν από περίπου 4 μονάδες του ΑΕΠ για να ξεπεράσουν τις 10 μονάδες), με αποτέλεσμα το δημόσιο χρέος να διπλασιαστεί σε ευρώ και να περάσει, ως αναλογία στο ΑΕΠ, από το 100% στο 150%. Αντίστροφη είναι η κατάσταση τα τελευταία χρόνια, αφού έχει διασφαλιστεί ο αυστηρός έλεγχος των δημόσιων οικονομικών και η σταδιακή μείωση του δημόσιου χρέους.

Το μεγάλο εμπόδιο για καλύτερες επιδόσεις, είναι το απισχνασμένο τραπεζικό σύστημα μετά από τις διαδοχικές καταστροφικές κρίσεις που υπέστη. Λίγοι δυστυχώς παρατηρούν ότι το επίπεδο χρηματοδότησης της οικονομίας βρίσκεται, σήμερα, στο ήμισυ εκείνων των ποσών που είχε στη διάθεσή της όταν ξέσπασε η Μεγάλη Κρίση.

Παρά ταύτα, ο δείκτης οικονομικού κλίματος, τον οποίο καταρτίζει το ΙΟΒΕ και δημοσιεύθηκε χθες για τον μήνα Μάρτιο, βρίσκεται στο ίδιο καλό επίπεδο που βρισκόταν στα μέσα του 2007, όταν ακόμη δεν είχαν αποκαλυφθεί τα προβλήματα του κράτους και ζούσαμε τις πολύ καλές μέρες της μετα-Ολυμπιακής δόξας.

Σημειώστε ότι ο συγκεκριμένος δείκτης ήταν το «καμπανάκι» της επερχόμενης μεγάλης καταστροφής, στα αυτιά βεβαίως όσων ήδη ανησυχούσαν με τον κατήφορο του κράτους (ελλείμματα+χρέος), τις αθεμελίωτες αυξήσεις εισοδημάτων και συντάξεων και την τρέλα με τα θαλασσοδάνεια.

Ας επιστρέψουμε όμως στα βασικά. Η οικονομία είναι σταθεροποιημένη και οι προοπτικές της είναι καλές. Υπάρχουν βεβαίως κίνδυνοι. Πολιτικοί κίνδυνοι στο εσωτερικό της χώρας, που τους παρακολουθούμε να αποσαρθρώνουν τις ισορροπίες που χρειάζεται η δημοκρατική λειτουργία.

Αν όμως οι κίνδυνοι αυτοί χειροτερεύσουν και τελικά συνδυαστούν με τους απροσδιόριστους, αλλά πολύ αυξημένους, κινδύνους του διεθνούς και ειδικότερα του ευρωπαϊκού μας περίγυρου, τότε η θετική σημερινή ισορροπία θα παύσει να αποτελεί κεκτημένο.