Το τρίτο τρίμηνο του έτους, από Ιούλιο μέχρι Σεπτέμβριο, είναι το καλύτερο κάθε έτους. Στους δώδεκα μήνες που πέρασαν από πέρυσι είχαμε αύξηση του ΑΕΠ κατά 1,8%. Βοηθά η εποχική άνοδος του τουρισμού, η αυξημένη κατανάλωση των πολιτών, κάποτε ακόμη και οι επενδύσεις. Πλην όμως η άνοδος, όσο κι αν είναι καλή και σταθερή, μετά την τραγική «βουτιά» της πανδημίας, είναι δύσκολη κι εύθραυστη. Τον χαμένο χρόνο δεν τον κερδίζεις σε μια μέρα.
Μετρώντας το εθνικό εισόδημα σε τιμές από τις οποίες έχουμε αφαιρέσει τις επιπτώσεις του πληθωρισμού, που τις φουσκώνει, το εφετινό τρίτο τρίμηνο έβαλε …στα ταμεία της χώρας, δηλαδή υμών όλων, το ποσό των 53 δισ. ευρώ.
Το ποσό αυτό είναι μεγαλύτερο κατά 6,5% εκείνου που είχαμε δημιουργήσει το τρίτο τρίμηνο του 2019 και κατά 17% του αντίστοιχου τριμήνου του 2015. Είναι όμως μικρότερο, ακόμη σήμερα, κατά 14,5% του καλύτερου τριμήνου που έχουμε ποτέ καταγράψει, πίσω στο 2008.
Η εξήγηση δεν βρίσκεται στη δημοσιονομική λιτότητα και τις άλλες περικοπές που χρειάστηκε να γίνουν για να ισορροπήσουν τα οικονομικά του κράτους, μόνον. Βεβαίως, η μείωση της κρατικής δαπάνης, που κατέστη απαραίτητη αφού χρηματοδοτείτο σε υπερβολικό βαθμό με δανεικά (τα οποία αποδείχτηκε, με τον πιο σκληρό τρόπο, ότι ήσαν υποχρεωτικώς επιστρεπτέα) περιέκοψε τα πάμπολλα εισοδήματα που μοιράζει το κράτος, κυρίως τις συντάξεις, με αποτέλεσμα να μειωθεί δραστικά η κατανάλωση, η οποία διαμορφώνει το μεγαλύτερο κομμάτι της πίτας. Περικοπή υπήρξε και στις επενδύσεις, ιδιαίτερα στις κατοικίες, αφού τα εύκολα στεγαστικά κόπηκαν ενώ έγιναν βαρίδι στο πορτοφόλι των οικογενειών.
Εκείνο όμως που καθορίζει το μέγεθος της «πίτας» είναι η παραγωγικότητα. Όσο μικρότερη, τόσο μειώνεται η ανοδική δυναμική του ΑΕΠ. Αν πάρομε τον απλούστερο τρόπο για να τη μετρήσουμε, με το «κομμάτι» της πίτας που δημιουργούν όσοι δουλεύουν (GDP per person employed, OECD index, 2015=100), η Ελλάδα βρίσκεται πολύ χαμηλά.
Ο δείκτης είναι στο 96 όταν στις αρχές του 2010, όταν ήρθε με φόρα η μεγάλη κρίση, ήταν στο 116. Η διαφορά των 20 μονάδων είναι πολύ δύσκολο να καλυφθεί μέσα σε μικρό, για τα ανθρώπινα μέτρα, χρόνο.
Σημειώστε, για να αντιληφθείτε το «βουνό» που έχουμε μπροστά μας, ότι το χειρότερο σημείο του δείκτη (με την επιφύλαξη της πανδημίας) ήταν στο 94, το τρίτο τρίμηνο του 2018, δηλαδή ακριβώς στην εποχή που τόσο υπερηφάνως μας υπενθυμίζουν εκείνοι που κυβέρνησαν αυτή την περίοδο ότι «σας βγάλαμε από τα Μνημόνια».
Επειδή όμως καταστροφές υπέστησαν όλες οι χώρες, το πραγματικό άλμα που πρέπει να κάνουμε είναι να ανεβαίνουμε λίγο ταχύτερα από τους άλλους. Αυτή τη στιγμή η απόστασή μας από χώρες με γερή και αποδοτική παραγωγική βάση είναι μικρότερη από δέκα μονάδες στον δείκτη. Η Γαλλία, για παράδειγμα, είναι στο 98, Ισπανία 99, Ιταλία 102 όσο περίπου και η Γερμανία με τον μέσο όρο των «19» της Ευρωζώνης στο 102 ενώ οι Ηνωμένες Πολιτείες στο 110.
Μη βιαστείτε όμως να βγάλετε συμπέρασμα, γιατί όλες αυτές ο χώρες είναι ώριμες, διαθέτουν δηλαδή βαριά και ελαφριά βιομηχανία και όλοι οι κλάδοι τους, αγροτικός, τουριστικός, υπηρεσίες έχουν καλή οργάνωση, πολλές επενδύσεις και καλά μορφωμένα «χέρια». Αυτό εξηγεί γιατί η αγοραστική δύναμη του εισοδήματος των αντίστοιχων πληθυσμών τους είναι τόσο καλύτερη από τη δική μας.
Η πραγματική σύγκριση, για να καταλάβουμε πόση δουλειά μας περιμένει, πρέπει να γίνει με κράτη που είχαν μείνει πίσω, κυρίως λόγω κομμουνιστικού καθεστώτος, αλλά τώρα καταγράφουν εξαιρετικές επιδόσεις παραγωγικότητας. Δείτε την Πολωνία στο 123, Ουγγαρία 112, Σλοβενία 109, Τσεχία 108, αλλά και Τουρκία στο 122!
Ο συγκεκριμένος δείκτης παραγωγικότητας δεν είναι ο καλύτερος, αλλά είναι εξαιρετικά πρακτικός. Βεβαίως, με τόσο μεγάλη παραοικονομία (που δεν προσμετράται), τόσους πολλούς νέους να σπουδάζουν (που προφανώς δεν είναι «κακό»), τόσο μεγάλο σώμα συνταξιούχων (που πρέπει να τους αφήσουμε να συμμετάσχουν, με μέτρο, στην παραγωγή), εξηγείται γιατί τα καταφέρνουμε.
Μπορούμε όμως (πολύ) καλύτερα. Το πρώτο βήμα είναι να μιλήσουν για το θέμα οι πολιτικοί μας, να τεθούν συναφείς εθνικοί στόχοι και να μην είμαστε καχύποπτοι με την παραγωγική και αποδοτική επιχειρηματική δραστηριότητα. Δεν τα λες και λίγα…