Η ακρίβεια πεθαίνει τελευταία. Κάποτε μάλιστα γίνεται απέθαντη.
Αντιθέτως, ο πληθωρισμός μπορεί, πρέπει και, στους αμέσως επόμενους μήνες, πράγματι θα μειωθεί. Τι ακριβώς θα μειωθεί; Ο ρυθμός αύξησης των τιμών. Ήδη άλλωστε ο γενικός πληθωρισμός -όχι βεβαίως των τροφίμων- συγκρατείται.
Το δεύτερο είναι, στην παρούσα φάση, πιο επείγον από το πρώτο. Για τον απλό λόγο ότι αν δεν σταματήσει να κινείται με υψηλούς ρυθμούς ο πληθωρισμός, τότε η ακρίβεια θα γίνεται συνεχώς βαρύτερη.
Αντί το διαθέσιμο εισόδημα να προλαβαίνει, έστω ασθμαίνοντας, τις αυξημένες τιμές, η αγοραστική δύναμη θα μένει πάντοτε πίσω.
Σε αυτό κλίμα, ο υπουργός Ανάπτυξης Κώστας Σκρέκας εισηγήθηκε και πάλι στο υπουργικό συμβούλιο μέτρα διοικητικά και ελέγχου του τρόπου τιμολόγησης για κρίσιμες ομάδες προϊόντων.
Ικανοποιεί η κυβέρνηση ένα σημαντικό αίτημα της κοινωνίας. Να υπάρξουν περισσότεροι έλεγχοι. Η κυβέρνηση πράττει ορθώς. Είναι αλήθεια ότι οι εμπορικές πρακτικές όλων σχεδόν των επιχειρήσεων, έχουν αλλάξει πολύ τα τελευταία χρόνια και όχι πάντα προς το καλύτερο. Για τον τελικό καταναλωτή, εννοείται.
Οι πρακτικές αυτές, ειδικά στη διάρκεια πληθωριστικών επεισοδίων, επιβαρύνουν απότομα και καθοριστικά τον δείκτη τιμών καταναλωτή και επιβαρύνουν το πληθωριστικό κλίμα.
Είναι αυτό που οι πολλοί χαρακτηρίζουν «αισχροκέρδεια». Ακραία φαινόμενα δηλαδή, που φανερώνουν την εκμετάλλευση της γνωστής επί δεκαετίες άναρχης και ελεγχόμενης από ολίγους μεγάλους εμπόρους αγοράς των καταναλωτικών προϊόντων.
Αλλά, ως εκεί! Έλεγχος της αγοράς με τιμαριθμικούς κανόνες είναι αδύνατος. Ο μόνος που μπορεί να φέρει αποτέλεσμα είναι ο ίδιος ο καταναλωτής, ευνοώντας όσους παραγωγούς συμμετέχουν στην προσπάθεια συγκράτησης των τιμών τους.
Και έτσι ακριβώς συμβαίνει. Ο πληθωρισμός βρίσκεται ήδη σε τροχιά συγκράτησης, γύρω στο 3% όταν πέρυσι και πρόπερσι έτρεχε με διπλάσιο ρυθμό.
Η κυβέρνηση έχει κάτι, πολύ σπουδαίο να κερδίσει. Τις εντυπώσεις, για προφανείς προεκλογικούς λόγους, και την καταγραφή στον δείκτη τιμών, ώστε να μην εκτροχιαστεί η οικονομική δραστηριότητα. Σε κάθε περίπτωση, όλα δείχνουν ότι θα πετύχει, σε όλα αυτά τα προϊόντα, που είναι πολλά, την αποκλιμάκωση της τιμής ανά μονάδα προϊόντος εκτός προσφοράς. Αυτό ισχυρίζεται -και δεν λέει ψέμματα- ο υπουργός Κώστας Σκρέκας.
Όμως, ο τελικός λογαριασμός για τον καταναλωτή δεν θα βελτιωθεί όσο το περιμένει ο υπουργός. Οι προσφορές δεν είναι ο λόγος του πληθωρισμού, αφού ήσαν όντως φθηνότερες ανά μονάδα προϊόντος.
Οι προσφορές δεν είναι κάτι περισσότερο από μια μαρκετίστικη ενέργεια, μια διαφημιστική καμπάνια δηλαδή, που επιτρέπει στις εταιρείες να κάνουν, ταυτόχρονα τρία πράγματα: να βελτιώσουν τις τιμές τους, να κερδίσουν μερίδιο αγοράς και να διατηρήσουν τις πωλήσεις τους.
Οι ελάχιστες περιπτώσεις καταχρηστικής διαφήμισης μέσω προσφορών δεν είναι ο κανόνας, παρόλη την δικαιολογημένη πλην υπερβολική προβολή τους μέσω τηλοψίας.
Ας τελειώσουμε με ένα παράδειγμα.
Έστω ένα προϊόν που έχει τιμή 4 ευρώ. Ανατιμάται σταδιακά και φθάνει τα 8 ευρώ. Αν το ίδιο προϊόν σε προσφορά «1+1 δώρο» πωληθεί σε αυτή την ανατιμημένη τιμή των 8 ευρώ, τότε ο καταναλωτής έχει κάθε λόγο να το προτιμήσει, επειδή πιστεύει -ορθώς- ότι κερδίζει. «Κέρδος» που οφείλεται, όμως, στην προηγηθείσα, ισχυρή, ανατίμηση.
Τι κάνουν τώρα οι εταιρείες. Μειώνουν την τιμή μονάδας κατά, ας πούμε, 2 ευρώ δηλαδή κατά, το εντυπωσιακό ποσοστό 25%, στο παράδειγμά μας. Όμως, η νέα τιμή των 6 ευρώ είναι υψηλότερη κατά 50% της παλαιάς, πριν τις πληθωριστικές ανατιμήσεις. Για τον καταναλωτή που θα αγοράσει, τελικά, σε βάθος χρόνου, 2 μονάδες προϊόντος επειδή δεν θα έχει το πλεονέκτημα της έκπτωσης λόγω της προσφοράς., η ακρίβεια θα παραμείνει το τέρας που πρέπει να νικήσει.
Σε κάθε περίπτωση όμως, η προσπάθεια του υπουργείου, σε πολλές περιπτώσεις προϊόντων, δεν θα πάει χαμένη. Τουλάχιστον δεν θα μπορεί να ισχυρίζεται η αντιπολίτευση ότι η κυβέρνηση μένει αδρανής απέναντι στον πληθωρισμό.