Αν υπάρχει κάτι πραγματικά «ακίνητο» στην περιουσιακή κατάσταση των ελληνικών νοικοκυριών, πέραν των ακινήτων, που δεν μπορούν να κάνουν… διαφορετικά, αυτό είναι οι καταθέσεις νοικοκυριών και επιχειρήσεων.
Στην πάντοτε ενδιαφέρουσα Έκθεση Νομισματικής Πολιτικής, που υπογράφει ο διοικητής της Τράπεζας Ελλάδος, κ. Γιάννης Στουρνάρας, σημειώνεται πως το 74% των καταθέσεων του ιδιωτικού τομέα είναι «ρευστά διαθέσιμα που τηρούνται σε λογαριασμούς διάρκειας μιας ημέρας»!
Παράλογο. Μόνον αν οι αποταμιευτές φοβούνται ότι θα εμφανιστεί κάποιος σαν τον «Βαρουφάκη», θα μπορούσε κανείς να δικαιολογήσει ότι 191 δισ., σχεδόν όσο το εθνικό εισόδημα μιας χρονιάς, περιμένει με το «όπλο παραπόδας», χωρίς μάλιστα να παίρνει κάποιο σοβαρό επιτόκιο.
Σε όλες τις κανονικές χώρες του καπιταλισμού, το μεγαλύτερο μέρος των χρημάτων πηγαίνει σε προθεσμιακούς λογαριασμούς, σε αμοιβαία κεφάλαια, σε μετοχές ή απευθείας σε τίτλους μεγάλων εταιρειών ή των ίδιων των κρατών.
Εκτός αν οι πολίτες αυτής της χώρας περιμένουν κάποια μεγάλη ευκαιρία, ένα καλό ακίνητο δηλαδή και χρειάζονται «παραδάκι» για να μην την αφήσουν να χαθεί. Προφανώς, τέτοιες ευκαιρίες δεν υπάρχουν. Ακριβέστερα, δεν υπάρχουν πια…
Ευκαιρίες τα ακίνητα ήταν κάποτε.
Όταν μας χτύπησε η μεγάλη δημοσιονομική κρίση. Το σημειώνω επειδή ακούω συνεχώς πόσο ακρίβυνε η στέγη. Προφανώς ακρίβυνε, αλλά καλό είναι να είμαστε ακριβείς με τα νούμερα.
Από το 2008 και μέχρι το 2018, οι τιμές των ακινήτων μειωνόντουσαν συνεχώς. Ο σχετικός δείκτης, τον οποίο καταρτίζει από την εποχή του Ζολώτα η κεντρική μας τράπεζα, δείχνει ότι οι τιμές του 2018 ήταν μειωμένες κατά 42%. Τεράστια πτώση. Μπορούσε δηλαδή κάποιος να αγοράσει το ίδιο ακίνητο με τα «μισά» χρήματα από όσα χρειαζόταν το 2008.
Μετά το 2018 όμως, οι τιμές των ακινήτων άρχισαν να ανεβαίνουν. Ανέβηκαν σωρευτικά κατά 66% μέχρι και το α’ τρίμηνο του 2024.
Και όλη αυτή η άνοδος σημειώθηκε χωρίς πρακτικώς να βάλουν το… χεράκι τους οι τράπεζες. Καμμένες όπως είναι από τα «κόκκινα» δάνεια, δανείζουν μόνον όσους δεν έχουν ανάγκη από δάνεια.
Αναρωτιέται κανείς που θα πάνε οι τιμές των ακινήτων αν αρχίσουν να δανείζονται τα νοικοκυριά.
Πλην όμως, οι λόγοι για τους οποίους ακριβαίνουν τα ακίνητα –κι ας μην έχουν οι τιμές τους φθάσει ακόμη εκεί που ήσαν προτού ξεκινήσει η μεγάλη κρίση– δεν είναι μόνον τα Rbnb και η απληστία των ιδιοκτητών, όπως με μεγάλη ευκαιρία λένε οι TVs και σιγοντάρει η κυβέρνηση.
Όχι πως τα βραχυχρονίως ενοικιαζόμενα δεν είναι μια πολύ καλή (αν και όχι πάντοτε) αξιοποίηση για την ευρύτατη τάξη των ιδιοκτητών. Όχι μόνον όσων ξένων επένδυσαν για τη χρυσή βίζα, αλλά για όλους όσοι είχαν ένα ρημάδι «πατρικό» και βρήκαν την ευκαιρία να το σώσουν, να το καλλωπίσουν και να βγάλουν και μια δεκάρα για να συμπληρώσουν τη σύνταξη ή άλλα καθυλκούμενα εισοδήματα.
Γιατί αλήθεια κανείς δεν κοιτάζει στην πλευρά των πολλών χιλιάδων ακινήτων που ενοικιάζονται σε τίμιες οικογένειες σκληρά εργαζομένων μεταναστών;
Και πόσοι από τους νεολαίους της μεσαίας τάξης είναι πρόθυμοι να κατοικήσουν εκεί που μένουν οι μετανάστες με τις οικογένειές τους και τα μεταφερθέντα ήθη και έθιμά τους;
Δεν είναι μήπως ζήτημα προς εξέταση ότι ενώ οι νέοι μας θέλουν να μείνουν μόνοι τους (λογικό…), την ίδια στιγμή, στο μεσοαστικό πατρικό-μητρικό μένουν αδειανά δύο και τρία δωμάτια, τα οποία δεν προλαβαίνει να συγυρίζει η νοικοκυρά του σπιτιού;
Είναι και τα δηλωμένα στην εφορία «κενά» βεβαίως. Αλλά με τη φορολογία στα ενοίκια να είναι εξίσου υψηλή με τη φορολογία των κερδών (όταν ο κ. Μητσοτάκης δεν ρίχνει «ξαφνικούς» φόρους), εύκολα μπορεί να υποθέσει κανείς ότι έχει δημιουργηθεί μια εκτεταμένη μαύρη αγορά ακινήτων.
Η φορολογική υπηρεσία (ΑΑΔΕ) θα μπορούσε να κάνει μια γρήγορη έρευνα για το ύψος των κατά δήλωσιν ενοικίων. Υπάρχουν ξεχωριστοί κωδικοί για το συμφωνημένο μεταξύ ιδιοκτήτη και ενοικιαστή τίμημα. Είμαι βέβαιος ότι θα διαψευστεί αμέσως η φιλολογία για τα 500άρια και 600άρια που ζητούνται για μια… τρύπα.
Ακούω ακόμη για τους φοιτητές μας που «μπήκαν» σε πανεπιστημιακές πόλεις με ακριβά ακίνητα και πως αν το γνώριζαν θα δήλωναν κάποια άλλη Σχολή. Γιατί τότε κλείνουν τα αραχνιασμένα τμήματα που άνοιξαν τα παλαιά χρόνια το ΠΑΣΟΚ και η ΝΔ στην «υπανάπτυκτη» περιφέρεια;
Στο μεταξύ, όμως, κανένα ρεπορτάζ δεν έχω δει για τους παλαιούς ενοικιαστές, οι οποίοι είναι οι περισσότεροι μεταξύ των νοικάρηδων, που δεν αργούν το νοίκι και συνεργάζονται καλά με τους εξίσου παλαιούς ιδιοκτήτες.
Μήπως τα τηλερεπορτάζ παροτρύνουν τους παλαιούς αυτούς ιδιοκτήτες, που έχουν την ησυχία τους, να διώξουν τον παλιό τους νοικάρη για να τα πάρουν χοντρά από τους νέους που είναι διατεθειμένοι να δώσουν κάτι παραπάνω;
Το πιο λυπηρό είναι τελικά ότι, ακόμη και σήμερα, κανένα υπουργείο, κανένα πανεπιστήμιο, κανένας δήμος, κανείς από το κράτος και την κυβέρνηση που το διοικεί, δεν έχει εξαγγείλει ένα μέγα κατασκευαστικό πρόγραμμα νέων κατοικιών.
Αν δεν μπορούν να το κάνουν, γιατί δεν το αναθέτουν σε ιδιώτες; Προτιμούμε να μιζεριαζόμαστε μεταξύ μας και να μοιράζουμε χρήματα για το «Σπίτι μου», μια ακόμη ενέργεια που ανέβασε τις τιμές των ακινήτων.
Η «ενεργός πολεοδομία», για την οποία έχω να ακούσω από τις εποχές του Γραφείου Δοξιάδη, του Στέφανου Μάνου και του Αντώνη Τρίτση, μια πάγια κυβερνητική ενασχόληση στις προοδευμένες χώρες παραμένει άγνωστη στην «προοδευτική» Ελλάδα.
Απαιτεί δυστυχώς σοβαρή ακομμάτιστη δουλειά, άρτια δημόσια διοίκηση, χωροταξικό και πολεοδομικό σχεδιασμό στη Βουλή και πολιτικές παρατάξεις που συνεργάζονται για το κοινό καλό.
Απλησίαστα αγαθά…